United States or Lebanon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά μάτην επερίμενε, και ήδη είχεν αποφασίσει, αναγνωρίσας μακρόθεν την τσότραν και ελπίζων ότι οι δύο φίλοι εν τη ευθυμία των δεν θα τον έβλεπον, να επιχειρήση το τόλμημα και απέναντι αυτών. Αλλά την στιγμήν εκείνην απροσδόκητον συμβάν είλκυσε την προσοχήν του.

Τοιούτους τινάς μιμικούς αγώνας ήξευρε να εκτελή ο Γιάννης ο Κούτρης. Τίποτε περισσότερον δεν εχρειάζετο διά να καγχάζη επί πολλήν ώραν εν ευθυμία η ομήγυρις όλη.

Ακουσίως της η νεαρά γυνή ενθυμήθη πάλιν τον Οθέλλον και την ρήσιν του· πραγματικαί δε τώρα υπόνοιαι, υφέρπουσαι εις τον εγκέφαλον, σιγά και κατ' ολίγον εις τας αρχάς, ορμητικώτεραι δε βαθμηδόν, την εβασάνιζον. — Να μ' απατά, άραγε; είνε δυνατόν; αυτός, ο τόσον ερωτευμένος προ ολίγου ακόμη, ο τόσον αφωσιωμένος; Αλλά πάλιν, τι σημαίνουν αι απουσίαι αυταί και η ευθυμία του όταν επιστρέψη, η οποία όμως είνε τόσον σύντομος και παροδική; ω! αν μ' απατά . . . Και ερυθρίασεν από εντροπήν και από θυμόν το αβρόν πλάσμα, το οποίον, εν τη φιλαυτία του, επίστευσεν ότι η ευτυχία του θα ήτο ακλόνητος!

Πλην, όταν ήλθε πράγματι η Στρατολογική Επιτροπή, προς μεγάλην χαράν του Δημάρχου, και κατέλυσαν άλλοι εις την Δημαρχίαν, άλλοι στο οιονεί ξενοδοχείον, κι' άλλοι στα σπήτια μερικών, ο Γιάννης, χωρίς να παύση τα γέλοια, η ενδόμυχος ευθυμία και το θάρρος του έφυγαν, κ' ηρνήθη αποτόμως να παρουσιασθή ενώπιον της Επιτροπής.

Να, ένα δυνατό παιδί, Μηνά. ΜΗΝΑΣ. Διατί; ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Δεν βλέπεις ότι σηκώνει το τρίτον του κόσμου; ΜΗΝΑΣ. Τότε το τρίτον του κόσμου είναι μεθυσμένο. Είθε να ήτο και το όλον· θα ετρέχαμεν με κλειστά μάτια! ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Πίνε λοιπόν και συ, διά να αυξήση η ευθυμία. ΜΗΝΑΣ. Εμπρός. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Δεν εφθάσαμεν ακόμη εις τα Αλεξανδρινά συμπόσια.

Τον εστενοχώρει όμως η ευθυμία της η θορυβώδης, η σχεδόν αδιάκοπος. Ουχ ήττον την εδικαιολόγει και πάλιν, αποδίδων την ζωηρότητα της, την έκτροπον και απρεπή πολλάκις, εις την ηλικίαν της. — Είνε τόσον νέα! έλεγε. Το αληθές είνε ότι δεν έπταιε και τόσον.

Οι τρεις κυράδες ευχαριστήθηκαν το τραγούδι και μετά τραγούδησαν και αυτές, ώστε το φαγητό τους ήταν γεμάτο ευθυμία και κράτησε πολύ περισσότερο από συνήθως. Στο τέλος, βλέποντας ότι ο ήλιος πήγαινε προς την Δύση, η Σεραφεία είπε στον βαστάζο, «Σήκω και φύγε· είναι ώρα πια να χωρίσουμε».

Εκ των δύο γαμβρών ο φαιδρότερος κατά την ημέραν εκείνην δεν ήτο ο Λιάκος. Η πραγματοποίησις των πόθων του, η απόλαυσις της ευτυχίας, επλήρουν γλυκείας ταραχής την ψυχήν του και εδέσμευον την γλώσσαν του. Του Κ. Πλατέα η χαρά, απ' εναντίας, εξεχείλιζεν. Η δ' ευθυμία του ήτο, ως φαίνεται, μεταδοτική. Οι προσκεκλημένοι όλοι εγέλων μετ' αυτού.

«Τι μπορώ να πω περισσότερο για σένα απ' ό,τι όλοι ξέρουν; Ότι δηλαδή έχεις την ευθυμία μικρού παιδιού με τη γνώση του ανδρός και τόσον ευγενική καρδιά, όσο καμμιά απ' όσες φέρνουν δάκρυα στα μάτια; Πόσον έξυπνα παρεξηγούσε ό,τι θα του έλεγες κ' έβαζε στη μέση επίκαιρα κανένα ψέμμα που ήταν παράκαιρο!

Ο γέρο-Λευθέρης ο Κουσερής ήτο εν ευθυμία, και μετά μικρόν ήρχισε να τραγουδή τα οικεία αυτώ παλαιά μερακλίδικα τραγούδια: Απ' τα πολλά μου βάσανα, κι' απ' τα πολλά μου πάθη, 'ς ένα δενδρί ακούμβησα, κ' εκείνο εμαράθη. Και πάλιν: Όλοι κακό μου θέλουνε, η πέτραις και τα ξύλα, σαν ακουμβήσω σε δενδρί μαραίνονται τα φύλλα.