United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το βέβαιον είναι ότι αποκτώ θησαυρόν! — Δεν σου το έλεγα; — Ναι, αλλά δεν μου είπες το όνομά της, και δεν ετόλμησα να ερωτήσω την ιδίαν, πώς την λέγουν. Ο Λιάκος επλησίασε τα χείλη προς το αυτίον του καθηγητού και εψιθύρισε μυστηριωδώς το ζητούμενον όνομα. — Ιδού οπού το έμαθες. — Επί τέλους! ανέκραξεν ο Κ. Πλατέας. Και οι δύο φίλοι απεχωρίσθησαν.

ΤΡΟΦΟΣ Απελπίζεσαι, επειδή εσκέφθης να σκοτώσης την άλλην γυναίκα του ανδρός σου; ΕΡΜΙΟΝΗ Κατηραμένη η σκέψις μου, που ετόλμησα να το κάμω αυτό, εγώ η κατηραμένη, η μισητή εις τους άνδρας. ΤΡΟΦΟΣ Ο άνδρας σου θα σου συγχώρηση αυτήν την αμαρτίαν. ΕΡΜΙΟΝΗ Γιατί μου επήρατε το σπαθί από τα χέρια; Δόσε μου το, δόσε μου να περάσω το στήθος μου. Γιατί μ' εμποδίσατε να κρεμασθώ;

Ηπόρησε πώς ετόλμησα να αψηφήσω τους κινδύνους του επιχειρήματος και με παρεκίνησε να παραιτηθώ αυτού και να επιστρέψω όθεν ήλθα, ανύψωσε δε τους ώμους μειδιών, ότε απεκρίθην ότι η απόφασίς μου είναι σταθερά και δεν δύναμαι να μεταβάλω γνώμην. Ηγέρθην και τον απεχαιρέτησα. Μου έδωκε την ευχήν του, με ησπάσθη και με ωδήγησεν εις την θύραν.

Το διατί δύσκολον να το διασαφήσω, αλλ' αμέσως ενόησα ότι μας παρεχωρήθη το δωμάτιον της θυγατρός του Κ. Μελέτη. Εννοείται ότι δεν ετόλμησα να εκφράσω τας περί τούτου σκέψεις μου ενώπιον του πατρός και της θείας της νέας.

Εν τούτοις μ' όλον αυτόν τον καύσωνα και τους σπουδαίους του κινδύνους ετόλμησα την παρελθούσαν εβδομάδα να εξέλθω της οικίας μου, διά να παρευρεθώ εις τας εξετάσεις του προτύπου σχολείου, το οποίον συνέστησεν προ ενός έτους το Υπουργείου της Παιδείας ως παράρτημα του Διδασκαλείου, προς πρακτικήν άσκησιν των νεοφύτων διδασκάλων.

Κ' η μικρά κόρη τα ησθάνετο, και τα επόθει και τα εχαρακτήριζε με αγγελικόν αίσθημα, ως τραγούδια του Θεού. Έκτοτε απουσίασα από τας Αθήνας. Όταν τέλος με είχον βαρυνθή κ' εκεί, ετόλμησα μετά τρία έτη να επανέλθω εις την πρωτεύουσαν με την αμυδράν ελπίδα ότι δεν θα εγενόμην και πάλιν βαρετός εις τους φίλους μου.

Ποσάκις μόλις είδα την ημέραν επόθησα του Σύμπαντος την σφαίραν εις άμορφον σωρόν να μεταβάλλω κι' επάνω εις ερείπια να ψάλλω. Και άλλοτε 'στούς τοίχους μου σαν είδα να τρέχη σιχαμένη κατσαρίδα, κι' ετόλμησα κι' εγώ να την σκοτώσω ποσάκις δεν την έκλαυσα και πόσο! Όλα θαρρώ πως κλαίνε και τους καϋμούς των λένε.

Αλλά πολιτισμός είνε αυτό; Είνε αυτό μαρτύριον επαρκές της μορφώσεως εκείνης του νου, του εξευγενισμού εκείνου της καρδίας, της ημερώσεως εκείνης των ηθών, τα οποία όλα ομού είνε απαραίτητα συστατικά στοιχεία του αληθούς πολιτισμού; Ομολογώ, ότι δεν ετόλμησα να απαντήσω, ουδέ ηθέλησα να διακόψω καν τον συνοδόν μου, ούτινος κατεφέρετο ήδη ζωηρότερος ο λόγος και βιαιότερον ανεπάλλετο η ράβδος.

ΕΡΜΗΣ. Και εγώ, ω Ζευ, έχω ακούσει εις την γην πολλούς να μεμψιμοιρούν, αλλά δεν ετόλμησα να σου το είπω. Αφού όμως μόνος σου ωμίλησες, σου το λέγω. Όλοι αγανακτούν και παραπονούνται, πατέρα• και φανερά μεν δεν τολμούν να εκφράζωνται, αλλά κρυφά μουρμουρίζουν διά την εκκρεμότητα των υποθέσεων, εν ώ έπρεπε προ πολλού να έχουν τελειώσει αυταί αι υποθέσεις και να γνωρίζη έκαστος τι να κάμη.

Εάν έλεγα εις αυτούς ευθύς εξ αρχής διατί ήλθομεν, υποθέτω ότι η αρετή των θα αντήχει ως ασπίς χαλκίνη υπό κτύπημα ροπάλου. Και δεν ετόλμησα! Ο Βινίκιος, κύπτων την κεφαλήν, έμεινε προς στιγμήν σιωπηλός· κατόπιν είπε: — Την επόθουν· τώρα την ποθώ περισσότερον. Πρέπει να γείνη ιδική μου. Πρέπει να την αποκτήσω. Ήλθα να σου ζητήσω συμβουλήν.