Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Ενθυμούμαι οπού επεριπάτει πάντοτε την νύκτα εις τα δάση· την ημέραν εφοβείτο να παρουσιασθή εις τας πόλεις, διότι τον κατεδίωκον, ως φαίνεται. — Τίνες; — Οι εχθροί του. Δεν ειξεύρω ποίοι ήσαν. Την ημέραν ανεπαυόμεθα εις παράμερα μέρη· την νύκτα μ' εσήκωνε εις τους βραχίονάς του και εβαδίζομεν μεγάλα διαστήματα. — Και ποίος ήτον ο σκοπός του; — Δεν ειξεύρω εγώ.

Έν μόνον εξ αυτών, το τελευταίον, κοράσιον δωδεκαετές περίπου, δεν έπαιζε μετά των λοιπών αλλ' επεριπάτει ησύχως φέρον άνθη εις την μίαν χείρα, η δ' άλλη εκρέματο εις το πλευρόν του βαρεία. Ενώ διέβαινεν ενώπιόν μου εστάθη και με παρετήρησεν. Εξηκολούθησα εγώ τον δρόμον μου.

Ο Λιάκος δοκιμάζει την πικρίαν του χωρισμού, προτού γευθή την γλυκύτητα της συζυγικής ευδαιμονίας του Έκτορος! Ο Κ. Πλατέας έκλεισε το βιβλίον και ηγέρθη εκ νέου. Μυρίαι σκέψεις τον εβασάνιζον, ενώ επεριπάτει από την τράπεζαν εις την κλίνην και από την κλίνην εις την τράπεζαν. — Διατί, ανεφώνησε, διατί να μη πιστεύσω τον Λιάκον ότι δεν εσκέφθη ποτέ να με νυμφεύση; Ανόητος εγώ να το υποθέσω!

Δεν ήτο μεν όσον η σύζυγός του εύμορφη, αλλά εύχαρις, ζωηρά, πλουμιστή ως πέρδικα και από το πρωί υαλιστή και συγυρισμένη επεριπάτει με κεφαλήν υψηλά, εσείετο ως σεισούρα και πολύ περισσότερο παρά φρόνιμη κόττα ωμοίαζε κοκότα. Ο άστατος εγλυκοσάλιαζε κατ' αρχάς με κάποιαν συστολήν,αλλά βαθμηδόν κατήντησε να μη φοβήται τίποτε και να μη εντρέπεται κανένα.

Αν εννοής να μου φέρης εδώ καμμιά παστρικιά, πολύ σε παρακαλώ να μου αδειάσης την κάμαρα... σαν τελειώση ο μήνας που έχεις πληρώσει. Την νύκτα, όταν ήρχετο κάποτ' ενωρίς, προ του μεσονυκτίου, συνήθως δεν είχεν ύπνον. Ήναπτε το φως, επεριπάτει, εξηπλώνετο στο κρεββάτι κ' ελιανοτραγουδούσε ή τούρκικα ή ντόπια κουτσαβάκικα: Βασίλω μ', κάτσε φρόνιμα, σαν τ' άλλα τα κορίτσια ...

Τι θα εγίνετο εάν έμενε μίαν ολόκληρον νύκτα εν μέσω της ελώδους εκείνης ερήμου, των δηλητηριωδών αναθυμιάσεων; πώς θα επεριπάτει εν τη σκοτία εκείνη, άνευ ουδενός ερείσματος κ' έχουσα τον Γιάννο εις τοιαύτην αξιοθρήνητον κατάστασιν;. . .

Επλησίαζεν ήδη εις το Ναυπηγείον, όπου τότε ετελείωνεν η πόλις, επεριπάτει δε εισέτι παρά τον αιγιαλόν, ότε είδεν αίφνης μακρόθεν τον Λιάκον, τον αγαπητόν του Λιάκον, εξερχόμενον της πόλεως. Μειδίαμα ευχαριστήσεως εφαίδρυνε το στρογγύλον πρόσωπον του Κ. Πλατέα.

Ετελείωσε· δεν μπορώ να περπατήσω· είπεν αίφνης ο Γιάννος, ιστάμενος. Τω όντι δεν ηδύνατο να κάμη βήμα προς τα πρόσω. Οι λεπτοί και οξείς πόδες του εβυθίζοντο ευκολώτερον εις την χιόνα· η κοιλία του ήγγιζεν αυτήν· από ώρας ήδη επεριπάτει πηδών, ως πεδικλωμένος, αλλά τόρα του ήτο αδύνατον και να κινηθή.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν