United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η άλλαις δούλαιςτα λαμπρά δώματα του Οδυσσέα συναθροιζόνταν και άναφταν φωτιάν εις την γωνίστρα· εγέρθη και ο Τηλέμαχος, το ισόθεο παλληκάρι, ενδύθη και το κοφτερό σπαθίτον ώμο εζώσθη. 125τα λαμπρά πόδια τα καλά προσέδεσε πεδούλια, κοντάρι πήρε δυνατό μ' ακονισμένη λόγχη, καιτο κατώφλι στάθηκε κ' είπε της Ευρυκλείας· «Γερόντισσα, ετιμήσετε τον ξένον εις το σπίτι με στρώμα και με φαγητόν, ή μένει αμελημένος; 130 ότ' η μητέρα μου συχνά, μ' όλην την γνώσι 'πώχει, ως τύχη, τον χειρότερον απ' τους θνητούς ανθρώπους τιμά, και τον καλήτερον καταφρονεί και διώχνει».

Και εφ' όσον μεν η υπόθεσις ευρίσκεται εκκρεμής προ του ακυρωτικού, ο κατάδικος δύναται ευλόγως να ελπίζη, άμα δε ουδέν έχει πλέον να ελπίση, η απελπισία του δεν παρατείνεται πέραν της ημισείας ώρας, όση δηλ. απαιτείται διά να ενδυθή, εξομολογηθή και να μεταβή εκεί όπου επήχθη η λαιμητόμος.

Όθεν ενδύθη στρατιωτικά και έλαβεν άρματα ικανά προς προφύλαξίν του, εάν κατά τύχην συναπαντήση εχθρόν και όταν απεκοιμήθησαν όλοι του οι άνθρωποι, αυτός μόνος κρυφίως ανεχώρησε, και περιπατώντας όλην την νύκτα με το φως της σελήνης δεν εύρε κανένα πράγμα.

Κ' ενώ η Κρατήρα θλιβερώς έβλεπε την χιόνα ελθούσα εις το παράθυρον συμμαζευμένη εις την φανέλλαν της την καθαράν, ο μπάρμπα-Σταύρος προσεπάθει να ενδυθή τα τραχέα της εργασίας του ενδύματα, συνεχώς επαναλαμβάνων μετά φαιδρότητος. — Άιντε τώρατον φούρνο, Κρατήρα! — Δεν είνε τίποτα, παρετήρησεν η Κρατήρα, τώρα σε 'λίγο θα λυώση. — Ναι, καρτέρ' να λυώση! απήντησεν ο μπάρμπα-Σταύρος.

Περί την μεσημβρίαν της αυτής ημέρας, ο ατυχής μπάρμπα-Διόμας είχε φορέσει μέχρι των ώτων καταβαίνον όρθιον το παμπάλαιον φέσι του, είχεν ενδυθή την &τσάκαν& του και το αμπαδίτικο βρακί του, και καταβάς εις τον αιγιαλόν, έλυσε την μικράν, ελαφροτάτην και υπόσαθρον λέμβον, και λαβών τας κώπας ήλαυνε προς την μεσημβρινώτερον κειμένην μικράν νήσον Τσουγκριάν.

Κυρά μου, αυτός απεκρίθη, σε παρακαλώ, παύσε τα δάκρυά σου, διατί μου κόπτουν την καρδίαν, και ας έχωμεν τες ελπίδες μας εις τον Ουρανόν, και αυτός ωσάν δίκαιος δεν θέλει μας αφήσει από το χέρι του. Και λέγοντας έτσι εσηκώθη και ενδύθη και ανοίγοντας την πόρταν εβγήκε, και υπήγε εις τον Κατή, μαζί με τους ανθρώπους του.

Η Αφέντρα, ήθελε κι' αυτή να ενδυθή ξενικά, όσω μάλλον ό,τι εσώζετο ακόμη εκ της νυμφικής στολής της μακαρίτιδος Ελένης, με της οποίας το κυριώτερον μέρος είχον ενδύσει την νεκράν, δεν ήθελε να το φορέση, ένεκα προλήψεων.

Αλλ' ο κόσμος έχει τας προλήψεις του. Αδιάφορον αν εκείνη η πλουσία και από σόι δεν ξεύρη να ενδυθή και παρουσιάζεται εις την αυλήν άνιπτος. Είνε από σόι! Η μορφοντυμένη και μορφοκαμωμένη Γερακίτσα ήτο κόρη του ψαρά! Την φυσικήν της καθαριότητα από μικρή εφανέρωνεν.

Ο άλλος πάλιν όλα αυτά ημπορεί να τα εκτελέση επιτηδείως και ταχέως, δεν ημπορεί όμως να ενδυθή με επιτηδειότητα ελευθέρου ανθρώπου, ουδέ εγνώρισε την αρμονίαν των λόγων, διά να εξυμνήση την αληθινήν ζωήν των θεών και των ανθρώπων που ευτυχούν. Θεόδωρος. Εάν, καλέ Σωκράτη, οι λόγοι σου έπειθαν όλους καθώς εμέ, θα επληθύνετο η ειρήνη εις τον κόσμον και θα ήτο μικροτέρα η δυστυχία. Σωκράτης.