Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Προς τι; Θα ήκουε τα ίδια και τα ίδια, θα εθύμωνε και Κύριος οίδε που ηδύνατο να τον φέρη ο θυμός. Και πάλιν μετ' ολίγας ημέρας θα είχαν τα ίδια, ένεκα της αυστηρότητος του Θωμά ή της δυστροπίας του Στρατή, διότι δεν ήτο δυνατόν να ζητήση από τους ανθρώπους να του αφήσουν την ελευθερίαν την οποίαν ήθελε.
Οι φύλακες βλέποντες να χύνεται τόσος οίνος, ώρμησαν εις την οδόν με αγγεία διά να τον συνάξωσιν, ως να εχύνετο χάριν αυτών. Ο άνθρωπος προσεποιήθη ότι εθύμωνε, τους ύβριζεν όλους, και επειδή είδεν ότι οι φύλακες τον επαρηγόρουν, προσεποιήθη ότι κατεπραΰνετο και εμετρίαζε τον θυμόν του.
Δύο άντρα, με το στόμιον πολύ στενόν, έχασκον ένθεν και ένθεν. Εκεί εκοιμάτο την νύκτα· την ημέραν κατήρχετο εις την Σκοτεινήν Σπηλιάν. Διά ν' ανέλθη και διά να κατέλθη, ούτε δρομίσκος, ούτε μονοπάτι υπήρχεν. Επάτει επί της σάρρας, εις την βάσιν του κρημνού. Τότε η σάρρα εταράσσετο, εφαίνετο ως να εθύμωνε.
Καθισμένη κάτω από τη σκηνή όπου είχε κλειστή μαζύ με τη Βραγγίνα, την υπηρέτρια της, θυμότανε την πατρίδα της κ' έκλαιγε. «Πού την επήγαιναν αυτοί οι ξένοι; Σε ποιον; Τι την περίμενε;» Όταν την επλησίαζε ο Τριστάνος κ' ήθελε να την ησυχάση με γλυκά λόγια, εθύμωνε, τον έδιωχνε, και το μίσος εφούσκωνε την καρδιά της.
Ταχειά 'σαν τον δήτε να 'ρθή καπετάνιος, σας λέγω εγώ. Ναι! θα μου τον γυρεύετε, αλλά τότε και εγώ θα σας γυρίζω της πλάταις και θα λέγω: «Καλέ, δεν ταις συμμαζεύετε λιγάκι; Δεν έχω το παιδί μου για τα μούτρα σας. Νά τα δα! Άρε σεις, ξέρετε τι είνε το παιδί μου; Κλωνάρι, κλωνάρι της μυρτιάς, παιδί της ωμορφιάς!» Εθύμωνε τότε και η κόρη, κατακόκκινη εξ αιδούς.
Εκείνη εθύμωνε μαζή του με τα σωστά της, βλέπουσα ν' αμελή εαυτόν προς χάριν της· δεν ήθελε, αυτός, το καλλίτερο παλληκάρι να είνε παρηγκωνισμένος και άλλοι νέοι, οπού δεν έφθαναν εις τα μισά του, να τον υποσκελίζουν, μόνον και μόνον διότι εφρόντιζε να κρύπτεται. Και ήρχοντο συχνά εις λόγους δι' αυτό και ο Αντωνέλλος, εις τα επιχειρήματα της αδελφής απεκρίνετο θυμωμένος· — Γύρευε τη δουλειά σου.»
Τούτο μόνο ήταν γνωστό, πως έπαιζε κ' εγελούσε με τα αισθήματα των αγαπητικών της, μάλιστα όταν τα αισθήματα αυτά εξεχείλιζαν ή εξεσπούσαν σε πατινάδες και σε τραγούδια, η Σμαραγδούλα εγίνετο κακιά, εθύμωνε με τα σωστά της ή εμπορούσε και να προσβάλη. Δεν τα θελε τα πράμματ' αυτά τα πρόστυχα· τέλειωσε.
Εις την νέαν ταύτην εργασίαν εμετριάσθη και του Μανώλη η δυσθυμία. Ο Καρπάθιος ο πρωτομάστορας του έδιδεν ανά πάσαν στιγμήν αφορμάς ευθυμίας με την αστείαν διάλεκτόν του. Όταν εθύμωνε με τας απροσεξίας του, τον εφώναζε «παλλαρόν». Ο δε Μανώλης τόσον εξεθαρρεύθη, ώστε ήρχισε να τον σκώπτη, μιμούμενος την προφοράν του.
Και έτρεχε λοιπόν η Νεάπολις συσφιγγομένη εις τας αγκάλας του Παυσιλύπου, και εζηλοτύπει ο Βεζούβιος, και εθύμωνε, και έσειε κτυπών διά του ποδός το έδαφος, και ησχύνετο επί τη ματαιοφροσύνη της ερωμένης, επί τη προς αυτήν αδυναμία του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν