United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μπορεί να του είπαν λόγια, κ' εκείνος τα πίστεψε κ' επήρε τα μάτια του. Το χωριό μας χάλασε, μάννα μου! Τούτο συνετάραξε την μνήμην της γρηα-Κυρατσούς, ως το κατακαθισμένον κρασίον, και εθόλωσεν αίφνης τα βλέμμα της από οργήν. — Αυτή η γειτόνισσα, η ξηροκίτρινη! Έλεγεν η γραία. Καλά λες, παιδί μου! Καλά λες, κόρη μου! Το χωριό μας χάλασε πλεια. Μιλούσε πάντα μαζί της και εχασκογελούσεν.

Πλησίον του υψηλού κισσοσκεπούς τοίχου, κατά το ήμισυ εις την σκιάν, εκάθηντο η μήτηρ μου, η Οθωμανίς και άλλη τις ρακένδυτος και ασκεπής την κεφαλήν γραία, κατά το φαινόμενον πιναρά ρ ω μ η ο κ α τ σ ι β έ λ α, ήτοι Αθιγγανίς ελληνόφωνος.

Η θεια-Αννούσα, γραία εβδομήκοντα ετών, πλην ισχυράς κράσεως, είχε μεταβή προ μηνών εις τον Πειραιά, να συναντήση τον υιόν της, εργαζόμενον εν τω σταθμώ του σιδηροδρόμου Πελοποννήσου και έμεινεν εκεί αρκετόν καιρόν. Κατόπιν όμως, επειδή ο υιός της μετετέθη, προβιβασθείς, εν τω σταθμώ Αθηνών, ανήλθεν εις Αθήνας, και η γραία μετ' αυτού.

Τέλος, μετά ώραν, η γραία, καίτοι εφαίνετο απόφασιν έχουσα να μη κοιμηθή, της ήλθεν ο προδότης ο ύπνος, — ίσως δι' αυτό τούτο, ότι εκύτταζε λίαν επιμόνως την ύποπτον γυναίκα και απεκοιμήθη επάνω εις το τρίτον λάλημα του πετεινού. Το βρέφος εκλαυθμήριζεν ακόμη. Η μάμμη δεν ηγρύπνει πλέον διά ν' απαγγέλλη το μονότονον «Κοι, κοι, κοι

Μεταξύ των πιπτόντων βλέπω αίφνης την μητέρα μου ! Δεν ηξεύρω πώς ηδυνήθην ν' απλώσω εκ της λέμβου την χείρα, πώς ήρπασεν η μήτηρ μου την χείρα μου, πώς μία άλλη γραία εκράτει διά των δύο χειρών της μητρός μου το φόρεμα......Η δε λέμβος επροχώρει και έπλεον αι δύο γραίαι, συρόμεναι εκ της χειρός μου, μέχρις ου επί τέλους τας ανεσύρομεν εκ της θαλάσσης.

Και επειδή θα ήτον μισοάδειο, επήρε και τα ξένα ρούχα διά να το απογεμίση. Εις τον ξένον οι τελευταίοι λόγοι της Εφταλουτρούς δεν ενέπνευσαν την αυτήν εμπιστοσύνην. Τω εφάνη ότι διέγνω πανουργίαν. — Άμε στο καλό, γραία, δεν λες αλήθεια. — Αλήθεια λέγω, είπεν η Εφταλουτρού απτόητος. — Δεν ειμπορώ να πιστεύσω.

Δεν ήρκεσε τούτο, αλλά παραγγελθείσα υπό της κυρίας της να αντλήση ύδωρ εκ του φρέατος, εγέμισε μεν την στάμναν, αλλά δεν εφρόντισε να κλείση το στόμιον του φρέατος, όπως το εύρε κεκλεισμένον, το άφησε δε ανοικτόν. Απροσεξία, εις ην ουδέποτε θα υπέπιπτεν η γραία Σοφούλα ή άλλη φρόνιμος γυνή.

Πλην τα πολλά παράπονά της η γραία, τον αληθινόν της καρδίας της πόνον εξεμυστηρεύετο μόνον εις τον «Παπά-Ερημίτη» όπου μετέβαινε κατά Κυριακήν μετά των θυγατέρων της ν' ακούση την ωραίαν ακολουθίαν, των σεμνών Κολλυβάδων ακολουθίαν, εκλείπουσαν ολονέν από της Ανατολής, των ερημιτών Κολλυβάδων, επτάκις της ημέρας υμνούντων τον Κύριον, κατά τον ψαλμόν.

Αμμ' σαν είχε πεθάνει, τάχα τι; είπε κυνικώς η γραία . . . Κ' εσηκώθης . . . κ' ήρθες να ιδής; Η οικία της Γιαννούς, όπου αυτή συνήθως εκατοίκει μετά των δύο αγάμων θυγατέρων τηςκαθότι προσωρινώς τώρα διενυκτέρευε πλησίον της λεχούςέκειτο ολίγας δεκάδας βημάτων βορεινότερα παρέκει.

Όταν επήγε να πάρη βάγια των Βαΐων, έκαμαν εις τα μάτια όλαι αι γυναίκες εν τη γυναικωνίτιδι. «Αφιονιάσθηκαν», έλεγεν η γραία μήτηρ της. Ο δε Νικολάκης του Παπά-Νικόλα ήτο πάλιν αξιέραστος εν τη ανθηρά νεότητί του. Τα φορέματά του κατεσκευάσθησαν εν τη κομψή και ευθηνή αγορά της Μασσαλίας εκ λεπτού εριούχου.