Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Καλά, καλά και τίμια αυτά τα ιατρικά, Αλλ' όχι, Εξοχώτατοι, και θαραποτικά, Τους λέγει ο πλιο γέροντας, Με σχήμα σοβαρό· Και πρέπει να ξετάξωμε του χρόνου τον καιρό. Οπόσους φλεβοτόμησα τη φετινή χρονιά, Τους ίδα, Εξοχώτατοι, να σβύσουν κοπανιά. Κανείς δεν ωφελήθηκε από ξερατικό· Και πάντοτε μετάνιοσα διά το καθαρτικό. Λοιπόν το πάθος, βλέπετε, μας μένει σκοτινό.
Και τα αίτια εις μεν τους άνδρας είνε άλλα, εις δε τας γυναίκας άλλα• και μεταξύ αυτών των ανδρών διά μεν τους νέους είνε άλλα, διά δε τους γέροντας διαφορετικά.
Κι' ο γέροντας τα έκαιγε 'ς ταις σχίζαις, κι' από πάνω Μαύρο κρασί ερράντιζε· οι νέοι δε σιμά του Κρατούσαν τα πεντόσουγλα εις τα δικά τους χέρια. Λοιπόν σαν κάικαν τα μηριά, και έφαγαν τα σπλάγχνα, Τα άλλα τα κομμάτιασαν, τα πέρασαν 'ς ταις σούγλαις· 'Πιτήδεια τα καλόψησαν· και τα 'συραν' πίσ' όλα.
Εστύπωσεν οπάς τινας, περιήλειψεν αυτάς διά πίσσης, έβαψεν είτα την λέμβον διά φαιού χρώματος στιλπνού και επιβιβάσας εν αυτή δύο γέροντας ναύτας, ων ο έτερος μονόχειρ, διέταξε να περιπλέωσι την νήσον μέχρι του Κάστρου προς βορράν κατέναντι της Χαλκιδικής. Την πρώτην νύκτα ο κλητήρ ηγρύπνησε μέχρι της πρωίας μετά μεγάλης δυσαρεσκείας.
Είνε νέα τέχνη αυτή την οποίαν σεις επενοήσατε, ν' αγαπάτε τας γραίας και τους γέροντας, όταν είνε άτεκνοι, ν' αδιαφορήτε δε δι' αυτούς, αν έχουν τέκνα. Ούτω δε πολλοί εκ των γερόντων, εννοούντες τους σκοπούς σας και αν τύχη να έχουν τέκνα, προσποιούνται ότι τα μισούν, διά να έχουν και αυτοί την αγάπην σας.
Τα χωριά ερήμαξαν· οι κάτοικοι εσφιχτομανταλώθηκαν μέσα· τα ζωντανά δεν έτρωγαν το χόρτο τους· Τ' αγρίμια περίφοβα εκλείσθηκαν στις μονιές τους· άδειασαν τα βουκολιά και τα βαλμαδιά· και τα γιδοπρόβατα του Σαρίγκαλου, του πλούσιου αρχιτσέλιγκα του Καβομαλιά εσυνεπήραν τα μαντριά κ' εγκρεμοτσακίσθηκαν στη θάλασσα. Ο γέροντας επήγε να σκάση από τον θυμό του.
Μίαν ημέραν εις τους αγώνας, εν μέσω των πολυτελών αρμάτων, ο Βινίκιος παρετήρησε το υπερήφανον τέθριππον της Χρυσοθέμιδος, της παλλακίδος του Πετρωνίου, του οποίου επροπορεύοντο δύο μολοσσοί, και όπερ περιεκυκλούτο με σύμπλεγμα, εις το οποίον ανεμιγνύοντο με τους νέους και γέροντας συγκλητικοί.
Όποιος επιθυμάει το καλό του Γένου του, αποκρίθηκε ο Γέροντας, κάνει το χρέος τον, μόνε σαν είν' άξιος να το ευεργετήση· εγώ δε βλέπω σ' αυτήν την περίστασιν καμμιά δυσκολία. Και μολοντούτο, είπε ο Λογιότατος, είναι η μεγαλήτερη σ' εμάς.
Λευκά και δροσερώτατα, 'Σάν άστρα αυγερινά, Υπό τα θεία φυτρόνουσι Πατήματα και πέφτουσι Συχνά εις τον κόσμον. Τάχεις γνωστά· κ' εστόλισες Πολλαίς φοραίς μ' εκείνα, Τους μη σκληρώς πατήσαντας Τον εχθρόν όταν έβαλεν Τ' άρματα κάτω. Τάχεις γνωστά· τα εχάρισες Εις όσους δεν εξάπλωσαν Βαρείαν χείρα επί γέροντας Ή παρθένους οπ' έγειναν λάφυρα μάχης.
Είπε, και φόρεσε γοργά στα στήθια το σκουτί του, κι' ώρια σαντάλια αμπόδεσε στα παχουλά του πόδια, και τη φλοκάτα στο κορμί θηλύκωσε, ποδήσα διπλή άλικη, και κατσαρά μαλλιά 'ταν φορτωμένη. Και πήρε το πολεμικό κοντάρι, μυτωμένο 135 με κοφτερό χαλκό, κι' εφτύς κινάει ομπρός στα πλοία. Πρώτονε πήγε ο γέροντας και σήκωσε απ' τον ύπνο τον άξιο του Λαέρτη γιο, το θεϊκό Δυσσέα, με μια φωνή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν