Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
— Ε, παιδάκι μου, φώναξε ο γέροντας, τραβώντας εμπρός μέσα στη βροχή, ζη κανένας και ζώνεται δω στο βιλαέτι μας, ζη για να βρίσκεται, έτσι για να μην ερμάη ο τόπος.
Ξένος. Δι' αυτό νομίζω ότι προετοιμάσαμεν τραπέζι διά τους νέους και διά τους οψιμαθείς από τους γέροντας. Διότι ημπορεί προχείρως ο καθείς να εναντιωθή, ότι είναι αδύνατον πράγμα τα πολλά να είναι έν και το έν να είναι πολλά. Και να είσαι βέβαιος ότι αυτοί ευχαριστούνται, διότι δεν επιτρέπουν να ονομάζη κανείς ένα άνθρωπον αγαθόν, αλλά το αγαθόν αγαθόν, και τον άνθρωπον άνθρωπον.
Αι κοινωνίαι, αρτιπαγείς, συνεκροτούντο ακόμη από γέροντας, των οποίων η ζωή διέρρευσε μέσω βαρυστενάκτου δουλείας, μεσήλικας και νέους, ανατραφέντας μέσω των καπνών του υπέρ ανεξαρτησίας πολέμου και γνωρίζοντας πόσας φοράς η Πατρίς εστηρίχθη επί της θρησκείας και ο καταδυναστευόμενος και από παντού πολεμούμενος ραγιάς που είχε προσηλωμένην την αλύγιστον ελπίδα του.
Τότε ο Λαλάς μου και ο γέροντας έκαμαν κάθε τρόπον διά να με αντικόψουν από αυτήν την βουλήν μου, λέγοντάς μου, πως μου φθάνει τόσον διά να μη μου συνέβη κανένας κίνδυνος, και άλλα παρόμοια. Μα εγώ τον Λαλάν μου τον εμπόδισα που να με αντικόψη πλέον, και τον γέροντα τον εκατάστησα με νέα δώρα διά να με αφήση να ακολουθήσω την μορφήν που έλαβα.
Μήνα ρώτησε καμμιά βολά για να μάθη; Τι τον έννοιαζε για να ρωτήση; Κ' ύστερα, σα γέροντας, έλεγε πως τα ξέρει όλα, αφού ήξερε κι ορμήνευε τους μικρότερους για τη τσομπάνικη ζωή· και να ρωτήση τώρα τους μικρότερους για τα Γιάννινα, του 'ρχόνταν ντροπή, ήτον περήφανος. Κ' έτσι τάπλασε αυτός στο λογισμό του σα μεγάλο τσελιγκάτο.
Οπόταν δε ήμουν ολίγον μακράν από τον τόπον του παιγνιδιού, δεν έβλεπα άλλο, παρά γέροντας, και αυτοί είχαν αντίρρησιν οι οποίοι έστεκαν μακράν από την βασιλοπούλαν· και με όλα τα γηρατειά τους εφοβούνταν να μην απεράσουν το επίλοιπον της ζωής τους εις τους πύργους, και κοντολογής όλοι απέφευγαν από το να ιδούν το πλέον ωραίον της φύσεως.
Εκαθόμαστε όλοι στο παραγώνι, διπλοπόδι στα μάλλινα στρωσίδια, ντυμένοι με τα ζεστά φορεματάκια μας που τα έρραψε της μάνας η φροντίδα και της αδερφής μας της Ομορφούλας τα επιδέξια χέρια. Ο πατέρας μου, θεριακωμένος και νιοφάνταχτος γέροντας, εκαθόταν στις προσκεφαλάδες ψηλά κ' ερρουφούσε απολαυστικά το τσιμπούκι του.
Ο φρόνιμος γέροντας θαυμάζοντας μίαν τέτοιαν παράξενην κλίσιν, ανάμεσόν του έλεγε· κάνει χρεία, δα εις ετούτον τον τόπον δεν είναι γυναίκες, οπόταν μία γραία είναι αρκετή, που να ελκύση προς αγάπην τον αρχιστράτηγον, και να την εκλέξη εις αγαπητικήν του.
Να ειπούμε την αλήθειαν, αποκρίθηκε ο Γέροντας, αυτοί οι τίτλοι δεν της παραπρέπουν· όμως ας είναι. Πώς η γλώσσαις, Λογιότατέ μου, καλητερεύουν με την μάθησιν, δεν έχει λόγον ενάντιον.
Και διά τούτο ο σφυγμός είναι ταχύτερος εις τους νέους παρά εις τους γέροντας, διότι η αναθυμίασις είναι μεγαλυτέρα εις τους νεωτέρους. 7. Και πάσαι αι φλέβες έχουσι σφυγμόν, και κτυπούσι συγχρόνως, διότι όλαι εξαρτώνται εκ της καρδίας. Η καρδία δε κινείται πάντοτε, άρα και αι φλέβες είναι πάντοτε εις κίνησιν, ήτις γίνεται συγχρόνως εις όλας, εφ' όσον η καρδία τας κινεί. 8.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν