Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Σεπτεμβρίου 2025
Δεν κάνει χρεία άλλο, τότε είπε προς τον υιόν του· κλίνω εις το εναντίον μου γραπτόν, πηγαίνω μόνος μου να κρημνισθώ εις έναν από τούτους τους βράχους, που ο ουρανός μου τον ετοίμασε διά τάφον μου, θέλω μίαν φοράν να ελευθερωθώ από την τυραννίαν της τύχης μου, αγαπώ κάλλιον τον θάνατον, παρά μίαν ζωήν τόσον τυραννισμένην. Ο Χάνης δοσμένος εις κάθε απελπισίαν, έστεκε διά να πέση εις τον κρημνόν.
Ο μικρός χείμαρρος κατήρχετο μελαγχολικώς από την δροσεράν σπηλιάν, παραπλεύρως και ολίγον χαμηλότερα του παλαιού Ερήμου μοναστηρίου της Κεχριάς, κ' εκελάρυζε την νύκτα ανάμεσα εις τους βράχους και τους θάμνους, και πότε έπιπτεν εις μικρούς καταρράκτας με ορμήν, πότε εστρώνετο εις μαλακόν ρείθρον ως έλαιον επί της άμμου και των χαλίκων.
Εκεί ο λαός ηυτύχησεν· Εκεί η Παρνάσσιαι κόραι Χορεύουν, και το λύσιον φύλλον αυτών την λύραν Κει στεφανόνει. Άγρια, μεγάλα τρέχουσι Τα νερά της θαλάσσης, Και ρίπτονται και σχίζονται Βίαια επί τους βράχους Αλβιονείους. Αδειάζει επί τας όχθας Του κλεινού Ταμησού, Και δύναμιν, και δόξαν, Και πλούτον αναρίθμητον Το αμαλθείον.
Οι νεαροί μελλόνυμφοι επήγαν έξω εις την πόλιν μπράτσο και εβάδισαν την αμαξιτήν οδόν κάτω από τους καταφύτους με χαμόδενδρα βράχους, παρά την κυανοπράσινον βαθείαν λίμνην. Η σκυθρωπή Σιγιόν κατώπτριζε τους φαιούς τοίχους της και τους βαρείς της πύργους εις την διαυγή κυματωγήν· η μικρά νήσος με τας τρεις ακακίας έκειτο πλησιέστερα· εφαίνετο 'σάν ανθοδέσμη μέσα εις την λίμνην.
Ο λίγος ουρανός, απλόνουνταν καταγάλαζος, σπαρμένος από μικρουλάκια κοκκινόξανθα συγνεφάκια, απάνω στο κεφάλι μας, τριγύρω στους άγριους και κατάψηλους βράχους, που μας τριγύριζαν.
Ένας από τους αγωγιάτες πήγε κοντά 'ςτά πράμματα για να μη πηδήσουν δώθε από το ρέμμα και μπουν μέσα 'ςτά καλαμπόκια και κάμουν ζημιά. Τα λίγα χωράφια των Παλιοχωρίτων, χωρισμένα με ξερολίθι και βασταγμένα με τοίχους απάνου 'ςτές κατωφέριες και 'ςτούς βράχους, ήταν σπαρμένα με καλαμπόκι.
Κατ' εκείνην την στιγμήν, το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω. Σεισμός εκλόνησε την γην και διέρρηξε τους βράχους, και ήνοιξε τα μνημεία των νεκρών.
Τώρα ο πατέρας και ο νηός ο γυιός του νέο τραπέζι ετοιμάζουνε τρανό στου Παρνασσού τους βράχους, όπου σχίζονται και ανεβαίνουν ως τον ουρανό, — όπου ο Βάκχος ο θεός, κρατώντας της πεύκινες και δίφωτες λαμπάδες, της νύχτες ελαφρά χοροπηδάει μαζύ με της νυχτερινές Μαινάδες.
Αλλ' όμως ταύτα πάντα δεν περιέστελλον τας προς το παίζειν ορμάς του μικρού ιερωμένου, ουδέ τον απήλλασσον χειροτονίας άλλου είδους, ότε ήρχετο με το ράσον κατεσχισμένον από τας αναρριχήσεις εις βράχους, ή από διαπληκτισμούς υπέρ το δέον ζωηρούς μετά των συνηλικιωτών του.
Ω χείλη, εσείς, ω θύραις της πνοής, μ' ένα σεμνόν φιλί σας σφραγίσετε το πάκτωμα, που κάμνω με τον Χάρον! Έλα, πικρέ μου οδηγέ, τον δρόμον να μ' ανοίξης. Απελπισμένε ναύκληρε, ω! έλα να συντρίψης ‘ς τους βράχους το καράβι μου το θαλασσοδαρμένον! Καλώς σε ηύρα αγάπη μου! Πιστέ φαρμακοπώλη, το ιατρικόν σου δεν αργεί. — Μ' ένα φιλί ‘πεθαίνω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν