Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Εάν συμβή πυρκαϊά, ακολουθούσιν εις τους αιλούρους πράγματα υπερφυσικά· τωόντι, ενώ οι Αιγύπτιοι, ιστάμενοι κατά διαστήματα, προσέχουσι πλειότερον πώς να σώσωσι τους αιλούρους των ή να σβέσωσι το πυρ, τα ζώα ταύτα ολισθαίνουσι διά των κενών διαστημάτων, πηδώσιν υπεράνω των ανθρώπων και ρίπτονται εις τας φλόγας. Εις τα τοιαύτα συμβεβηκότα βαθεία λύπη καταλαμβάνει τους Αιγυπτίους.
ΘΩΜΑΣ ΔΙΑΦΟΥΑΡΟΥΣ Γνωρίζομεν εξ αναγνώσεων, δεσποινίς, ότι οι αρχαίοι συνήθιζαν ν' απάγουν διά της βίας τις κόρες που ήθελαν να νυμφευθούν από τα σπίτια των πατέρων των, διά να φαίνεται ότι δεν ρίπτονται με τη συγκατάθεσί των στας αγκάλας του ανδρός. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Οι αρχαίοι, κύριε, ήσαν αρχαίοι κ' εμείς είμαστε τωρινοί.
Εάν κανείς εις μικρότερα πράγματα προσθέση μεγαλιτέραν δύναμιν παραμελήσας τα μέτριον, λόγου χάριν εις τα πλοία ιστία και εις τα σώματα τροφήν και εις τας ψυχάς κυριαρχίαν, όλα βεβαίως αυτά ανατρέπονται και εκτροχιαζόμενα άλλα μεν ρίπτονται εις ασθενείας, άλλα δε εις την αδικίαν, η οποία κατάγεται από τον εκτροχιασμόν.
Εκεί ο λαός ηυτύχησεν· Εκεί η Παρνάσσιαι κόραι Χορεύουν, και το λύσιον φύλλον αυτών την λύραν Κει στεφανόνει. Άγρια, μεγάλα τρέχουσι Τα νερά της θαλάσσης, Και ρίπτονται και σχίζονται Βίαια επί τους βράχους Αλβιονείους. Αδειάζει επί τας όχθας Του κλεινού Ταμησού, Και δύναμιν, και δόξαν, Και πλούτον αναρίθμητον Το αμαλθείον.
Αλλ' ουδ' εκείνους μιμείται, διότι εκείνοι δεν ρίπτονται εις το πυρ, όπως λέγει ο Ονησίκριτος ο ναύαρχος του Αλεξάνδρου, ο οποίος είδε τον Ινδόν Κάλανον να καίεται• αλλ' αφού ετοιμάσωσι την πυράν, μένουν πλησίον του πυρός ακίνητοι και επί τινα ώραν περιψήνονται• έπειτα ανεβαίνουν εις την πυράν με την αυτήν αταραξίαν και κατακλινόμενοι καίονται χωρίς να κάμουν την ελαχίστην κίνησιν πόνου ή φόβου.
Από αδυναμίαν να εκλέξουν τα χρήσιμα ή διότι δεν γνωρίζουν τι να γράψουν, ρίπτονται εις τας τοιαύτας μικρολόγους περιγραφάς• όταν δε συναντήσουν πολλά και σπουδαία γεγονότα, ομοιάζουν με δούλον νεόπλουτον, όστις προ ολίγου καιρού εκληρονόμησε τον αυθέντην του και ούτε να ενδυθή όπως πρέπει γνωρίζει, ούτε να δειπνήση κατά την τάξιν, αλλ' ενώ πολλάκις εις την τράπεζαν έχουν παρατεθή πτηνά και χοιρίδια και λαγοί, αυτός αρχίζει από κάποιον χυλόν οσπρίων ή παστόψαρον και τρώγει, τρώγει μέχρι σκασμού.
Πως ταύτα μεν να πληρώνονται πέντε φράγκα το κουτίον, οι δε εγκλείοντες το άρωμα και τον χυμόν του βουνού βολβοί, να ρίπτονται εις την θάλασσαν ή τους χοίρους, διά τον λόγον ότι δεν τους τρώγουν «ούτε τα πρόβατα, ούτε τα γίδια, ούτε τα γαϊδούρια, ούτε οι Αθηναίοι», ως μας έλεγαν οι χωρικοί.
Σημείωσε όμως, ότι εις τους πολλούς τούτους κατατάσσονται οι όχι ολίγοι θαυμασταί των εφετεινών μας υψιφώνων κυριών, οι πωληταί των ανθοδεσμών και οι πτηνοπώλαι, νομίζω, ακόμη, οι προμηθεύοντες τας περιστεράς, όσαι ρίπτονται καθ' εσπέραν εις την σκηνήν, ως τρυφεροί ερμηνείς του ενθουσιασμού θεατών τινων. Εν Αθήναις τη 19 Αυγούστου 1879.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν