United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ολίγον κατ' ολίγον, αφού συνεπληρώθη η τετραετία του ο κ. Νίκος Αγγούδης μετεκόμισε την δημοτικότητα, την φιλοπατρίαν και όλα τα προγράμματά του εις την πέραν μεγάλην νήσον, κ' έπαυσε πλέον να παίζη «κριθάρα» και να κατεβάζη από τo βουνό εις την πόλιν την βρύσιν του Προφήτου Ηλιού. «Μήνυσις Ιω. Δ. Κανταραίου, κατά Γ. Δ. Κανταραίου, επί αγροζημία, επιθέσει και απειλή». — «Έγκλησις Αντων.

ΑΝΤΩΝ. Ναι, όξω από τα μέσα για να ζης. ΣΕΒΑΣΤ. Απ' αυτά δεν είναι κανένα, ή λίγα. ΓΟΝΖ. Τι δύναμις και τι θυμός σ' εκείνη τη χλωρασιά! τι πρασινάδα! ΑΝΤΩΝ. Η γη, αλήθεια, είναι λιόκαυτη. ΣΕΒΑΣΤ. Μ' ένα κομμάτι πρασινάδα στη μέση. ΑΝΤΩΝ. Αυτός δεν σφάλλει παραπολύ. ΣΕΒΑΣΤ. Όχι· το μοναχό λάθος του πως είναι βλέπει τα πράμματα ανάποδα. ΣΕΒΑΣΤ. Καθώς είναι απίστευτα πολλά παράδοξα.

ΤΡΙΝΚ. Αν αυτά πώχω στο κεφάλι μου είναι καλοί κατάσκοποι, τούτο είναι ένα λαμπρό θέαμα! ΚΑΛΙΜΠ. Ω Σέτεβε! τούτα είν' άξια πνεύματα τωόντι! Πώς γυαλίζει ο κύριος μου! φοβούμαι θα με παιδέψη. ΣΕΒΑΣΤ. Α! Α! τ' είν' τούτα; Κύριε μου Αντώνιε, είναι για πούλημα; ΑΝΤΩΝ. Ως φαίνεται· έν' απ' αυτά είναι φανερό ψάρι, και άσφαλτα για το φόρο.

ΣΕΒΑΣΤ. Και μ' όλον τούτο ήθελε να είναι ο βασιλέας. ΑΝΤΩΝ. Το τέλος της πολιτείας του ξαστοχάει την αρχή.

ΓΟΝΖ. Ότι τα φορέματά μας, που ήταν βουτημένα στη θάλασσα, απόμειναν μ' όλον τούτο άγγιχτα και λαμπρά, όστε θα έλεγες ότι η άρμη τα ματάβαψε, αντί να τα χαλάση. ΑΝΤΩΝ. Ανίσως μία από τες τσέπες του μπορούσε να μιλήση, αυτή δεν θα τον έψευε; ΣΕΒΑΣΤ. Βέβαια· ή πολύ άδικα εδεχότουν μέσα της τη μαρτυρία του.

ΑΝΤΩΝ. Ω! ήταν βοή αρκετή να δειλιάση κ' ένα θερίο, να κάμη σεισμό· εμούγγριζε βέβαια ένα κοπάδι λιοντάρια. ΑΛΟΝΖ. Άκουσες αυτά, Γονζάλε;

Το φταίσμα είναι δικό σου. ΑΛΟΝΖ. Δικός μου και ο ακριβώτερος χαμός. ΓΟΝΖ. Κύριέ μου Σεβαστιανέ, της αλήθειας, που φλέγεις, λείπει κομμάτι ο ευγενικός ο τρόπος, και ο καιρός· τρίβεις την πληγή, ενώ έπρεπε να την γλυκάνης. ΣΕΒΑΣΤ. Εξαίρετα. ΑΝΤΩΝ. Και ωσάν άξιος χειρουργός. ΓΟΝΖ. Μαυρίλα έχομεν όλοι μας, Κύριε, όταν είσαι συγνεφιασμένος. ΣΕΒΑΣΤ. Μαυρίλα; ΑΝΤΩΝ. Μαύρη και σκοτεινή!

ΓΟΝΖ. Δεν είναι το σωκάρδι μου καινούριο σαν την ημέρα που το πρωτόβαλα; ενοώ, σε κάποιον τρόπο. ΑΝΤΩΝ. Ώμορφα εψαρεύθηκε αυτός ο τρόπος. ΓΟΝΖ. Όταν το εφόρεσα στο γάμο της θυγατέρας σου; ΑΛΟΝΖ. Μου μπήχνετε αυτά τα λόγια στ' αυτιά, και βιάζετε την υπομονή της ψυχής μου! Ω συ, κληρονόμε μου της Νεάπολης και του Μιλάνου, ποιο τέρας του πελάου σ' εχορτάσθη;

ΑΝΤΩΝ. Στη φούρκα, σκυλί, στη φούρκα! ληστή, που άλλο δεν ξέρεις ειμή να κάνης αντάρες και να βρίζης· σκιαζόμασθε να πνιγούμε λιγώτερό σου. ΓΟΝΖ. Τούτος δεν πνίγεται, σας βεβαιώνω εγώ, και ας ήτουν το καράβι μας καρυδοτσέφλι κ' ευκολόπαρτο ωσάν καλοπέσουλη κόρη. ΠΛΩΡ. Ας βγούμ' όξω· απλώστε τα δυο χαμηλά πανιά, και πάλι στ' ανοικτά. ΝΑΥΤ. Όλα χαμένα! στα πατερμά μας! στα πατερμά μας! όλα χαμένα!