United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αύριον να κοιμηθής δεν έχει· ο Πάρης δεν το συγχωρεί. — Θεέ, συγχώρεσέ με, βαρύς που είν' ο ύπνος της! Να την 'ξυπνήσω πρέπει. Κυρία μου, κυρία μου! Εάν ο Πάρης έλθη και σ' εύρη ‘ς το κρεββάτι σου, θα σε κατατρομάξη. Δεν θα τρομάξης; 'Ξύπνησε! — Με τα φορέματά σου επλάγιασες; Τι είν' αυτό; Είν' ώρα να 'ξυπνήσης· Κυρία! Ιουλιέτα μου!... Αλλοίμονον! Βοήθεια! Βοήθεια! Η κυρία μου απέθανε! Βοήθεια!

Πηγαίνουσιν ίσωςθα υποθέσετε όσοι τας βλέπετε μεν αλλά δεν τας γνωρίζετεδιά να αγοράσωσιν; Ενίοτε ναι, αλλ' ως επί το πλείστον όχι, — ευτυχώς! Αλλοίμονον, εις τους αθηναίους, αν όλαι αυταί αι αθηναίαι μετέβαινον εις τα εμπορικά, ίνα κενώσωσι τα βαλάντιά των!

Αλλοίμονον! εφώναξεν η σακκορράφα. Τι ήτο τούτο; Θα κακοπάθω! Αλλά δεν έπαθε τίποτε. Έπεσε μόνον από το αυγόν και εστρώθη κατά γης, και ίσως ακόμη ευρίσκεται εκεί όπου είχε πέσει. Δύο χωρικοί συνονόματοι εκατοικούσαν ένα καιρόν εις το ίδιον χωρίον. Το όνομα και των δύο ήτο Κ λ ώ σ ο ς. Αλλά ο ένας είχε τέσσαρα άλογα, ο δε άλλος έν και μόνον.

ΚΟΡΔ. Αποχωρίζετ' από σας, διαμάντια του πατρός μας, η Κορδηλία η πτωχή με δάκρυατα μάτια. Ηξεύρω τι αξίζετε· αλλ' αδελφή σας είμαι· με τ' όνομά των να ειπώ τα ελαττώματά σας δεν θέλω. 'Σ τον πατέρα μας φιλόστοργα φερθήτε. Ας είναι η αγάπη σας κατά την καύχησίν σας. Εμένα τώρ', αλλοίμονον, δεν θέλει να με 'ξεύρη, ειδέ απ' άλλην σύστασιν ανάγκην δεν θα είχε. Ώρα καλή!

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ναι! μάλιστα· την σκάλαν. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Αλλοίμονον! Τι έπαθες; και τι κτυπάς τα χέρια; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Απέθανε! απέθανε! Ώρα κακή που ήλθε! Ώρα κακή! 'χαθήκαμεν, 'χαθήκαμεν σου λέγω. Ω πίκρα! εσκοτώθηκε! αποθαμμένος είναι. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μ' εφθόνησεν ο Ουρανός; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Σ' εφθόνησ' ο Ρωμαίος. Ποιος να το έλεγε ποτέ, Ρωμαίε — ω Ρωμαίε!

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Νεκρός είν' ο Τυβάλτης μας, νεκρός· και ο Ρωμαίος, που του επήρε την ζωήν, εξωρισμένος είναι. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τι; ο Ρωμαίος έχυσε το αίμα του Τυβάλτη; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Εκείνος τον εσκότωσε, αλλοίμονον! εκείνος. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Καρδιά φιδιού που μ' έκρυπταν τα άνθη της μορφής σου! Τέτοια χιλιόκαλλη σπηλειά να κρύπτη τέτοιον δράκον!

Μέγα τι αμυδρόν σύνολον υπάρχει προ της ψυχής μας το αίσθημά μας αφανίζεται καθώς μέσα σ' αυτό και ο οφθαλμός μας, και ποθούμεν, αλλοίμονον, να παραδώσωμεν όλην την ύπαρξίν μας διά να χορτάσωμεν την ηδονήν ενός μόνου, μεγάλου λαμπρού αισθήματοςκαι όταν σπεύδωμεν εκεί, όταν το εκεί γίνεται εδώ και τότε όλα είναι όπως και πριν, ξαναευρισκόμεθα εις την πτωχείαν μας, εις τα στενά μας όρια, και η ψυχή μας ποθεί μίαν ηδονήν που της εξέφυγε.

Ο Χίλων ίστατο ακίνητος με χείρα τρέμουσαν και δεικνύων διά του δακτύλου τον Καίσαρα. Θόρυβος ηγέρθη. Ως κύματα συνταρασσόμενα και αιφνιδίως ωθούμενα υπό της τρικυμίας, ο λαός όρμησε προς τον γέροντα διά να τον ίδη εγγύτερον. Φωναί εκραύγαζον: «Κρατήστε τον», άλλαι: «Αλλοίμονον εις ημάςΘύελλα συριγμών και ωρυγμών εξέσπασεν: «Αινόβαρδε! Δολοφόνε! Μητροκτόνε! Εμπρηστά! Ο κυκεών ηύξανεν.

Αλλοίμονον! δεν θα το πάθω πλέον αυτό το πάθημα, διότι θ' αργήση πολύ ν' αποκτήση άλλον Δεληγεώργην το βήμα της βουλής. Πόσον βαθέως συνησθάνθη την απώλειάν του ο λαός των Αθηνών!

ΡΩΜΑΙΟΣ Όταν περνά με λύπαις αργά που φεύγει ο καιρός! — Από εδώ τρεχάτος δεν έφευγ' ο πατέρας μου, νομίζω; ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ναι, εκείνος. — Τι λύπη κάμνει μακρυναίς ταις ώραις του Ρωμαίου; ΡΩΜΑΙΟΣ Λείπει εκείνο που κονταίς 'μπορούσε να ταις κάμη. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Είσαι εις έρωτα; ΡΩΜΑΙΟΣ Χωρίς... ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Χωρίς τον έρωτά σου, ΡΩΜΑΙΟΣ Είμαι χωρίς απόκρισιν εκεί όπου λατρεύω. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Αλλοίμονον!