United States or South Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' εάν είχα μόνο μία πιθαμή τόπο στην οικουμένη, και ήξευρα πως η ευλογημένη γυναίκα που εκύτταξε τ' ορφανό μου εφτά μήνες εις το στρώμα του παιδιού της ευρίσκετ' εδώ πέρα ξένη, και δεν της έδιδα το αναπαυτήριο της κεφαλής μου να πατήση το ποδάρι τηςδεν θα έκλειεν ο Θεός την θύραν του ελέους του εις την προσευχήν μου; Δεν θα εσήκωνε την ευλογίαν από τα έργα των χειρών μου; Δεν θ' απέστρεφε το πρόσωπόν του από το κουρμπάνι μου; Έλα, ζαχαρένιε μου!

Μεταξύ της Αφροδίτης και σου, Λίγεια, σε, ω θεσπεσία, θα εξέλεγον. Ήξευρα, ότι θα σ' επανίδω εδώ. Εν τούτοις, επί τη αφίξει σου όλη η ψυχή μου έπαλλεν εκ νέας χαράς. Οι οφθαλμοί του ηκτινοβόλουν από απεριόριστον χαράν. Την παρετήρει ως να επεθύμει να εμποτισθή όλος από την θέαν της.

Αλλ' αν τα ήξευρα αυτά, ω Διοτίμα, απεκρίθην εγώ, δεν θα εθαύμαζα διά την σοφίαν σου και δεν θα εσύχναζα εδώ διά να τα μάθω. — Να σου το ειπώ λοιπόν εγώ. Συνίσταται τούτο εις το να γεννήση τις, είτε κατά το σώμα είτε κατά την ψυχήν, μέσα εις το ωραίον. — Αλλ' αυτό που λέγεις, είπα, χρειάζεται μαντικήν δύναμιν διά να εξηγηθή, και δεν εννοώ τίποτε. — Θα σου ομιλήσω σαφέστερα, είπεν εκείνη.

Ο Βινίκιος ανέγνωσε την επιστολήν και έμεινεν άφωνος επί τινας στιγμάς. Και μετ' ολίγον: — Ήξευρες ότι ήθελε να φύγη; ανέκραξεν ο Βινίκιος. — Ήξευρα, ότι δεν θα συγκατένευε να μεταβή εις την οικίαν σου διά να γίνη παλλακίς σου. — Και συ, τι υπήρξες εις όλην την ζωήν σου; — Εγώ ήμην δούλη.

Σε βλέπω, είπεν αύτη. Είσαι συ: Α! ήξευρα ότι θα ήρχεσο. — Ήλθα, φιλτάτη. Ο Χριστός να σε λάβη από την προστασίαν του και να σε σώση, Λίγεια, αγαπητή μου . . . Δεν ηδύνατο να είπη περισσότερα, δεν ήθελε ποσώς να προδώση την θλίψιν του έμπροσθέν της.

Θα σοι είπω δε και επαρκή απόδειξιν τούτου· εγώ λοιπόν εκείνα, τα οποία και προτήτερα ήξευρα καλά, καθώς και εγώ ο ίδιος ενόμιζον και οι άλλοι, τότε από αυτήν την εξέτασιν εστραβώθην τόσον πολύ, ώστε εξέμαθα και εκείνα ακόμη, τα οποία προτήτερα ενόμιζον ότι ήξευρα, και δι' άλλα πολλά πράγματα και περί του διατί ο άνθρωπος μεγαλώνει.

Εάν ήξευρα ότι είναι τόσον ωραία μέσα εις τον ποταμόν, δεν θα σε έρριπτα. Ιδού τι έκαμα, εξηκολούθησεν ο μικρός Κλώσος. Σου είπα ότι η ωραία κόρη μου έλεγε: «Παρέκει θα εύρης μεγάλον ποίμνιονΠαρέκει, δηλαδή μέσα εις τον ποταμόν, διότι η κόρη δεν ημπορεί να έβγη εις την γην.

Χριστός και Παναγιά, παιδάκι μου! — Κ' έπεσε το πεπόνι από τα χέρια της, κ' έγεινε σαν πήττα! Κ' έσιαξε το φακιόλι στο κεφάλι της, κ' επήρε τον δρόμο. Δηλαδή τα σπαρμένα και τ' άσπαρτα χωράφια κατ' ευθείαν για να φθάση όσον το δυνατόν γρηγορώτερα. Εγώ που την ήξευρα, την αφήκα να πάγη.

Πιε, αν θέλης, και μίαν παραπάνω εις την τύχην μου. Ξεύρεις, εκέρδισα σήμερα τον πρώτον λαχνόν. — Το ήξευρα! απαντά σοβαρός ο ιθύντωρ της κοινής γνώμης, και απέρχεται υπόπτερος. Η κυρία Πηνελόπη, ην αφήκαμεν μόνη προ μικρού, λαμβάνει έν μυθιστόρημα, κάθηται νωχελώς επί του ανακλίντρου και αναγινώσκει. Αλλ' αναγινώσκει μηχανικώς, χωρίς σχεδόν ν' αντιλαμβάνεται. Ο νους της είνε αλλού.

Αι παιδικαί μου αισθήσεις, ει και ατελώς έτι ανεπτυγμέναι, διετέλουν υπό ναρκωτικήν τινα μέθην, και δεν ήξευραμα τα πεντήκοντα φράγκα, άτινα ήσαν τυπωμένα επί του μετώπου μουπού πρώτον να στρέψω την προσοχήν μου.