Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Αυγούστου 2024


Ως τόσον εις το αναμεταξύ αυτού του καιρού, έφαγα όλην μου την ζωοτροφίαν που είχα, και καθώς δεν είχα κανένα δηνάρι, έτσι ο προφήτης δεν ήξευρε πως να προμηθευθή από ζωοτροφίαν. Και εκεί που εστοχαζόμουν, μου έρχεται ένας στοχασμός.

Ταλμούχ, μου είπεν αυτός, εγώ σε εγνώρισα, με όλον που έχεις ετούτο το παράξενον φόρεμα, και λογιάζω πως οι οφθαλμοί μου δεν γελοιούνται· είναι δυνατόν να δοθή, ότι εδώ να σε συναπαντήσω; Και εσύ, του απεκρίθηκα, τι κάνεις εδώ εις το Κανταχάρ; διατί απαράτησες την αυλήν του βασιλέως της Περσίας; μήπως ο θάνατος της Τζελίκας σε έκαμε να αναχωρήσης καθώς και εμένα; Εις ετούτα διά την ώραν, μου απεκρίθη εκείνος, δεν ημπορώ να σου ειπώ τίποτε, μα ογλήγορα θέλω σου δώσει την ευχαρίστησιν· αν θέλης αύριον να ευρεθής εδώ μόνος σου εις την αυτήν ώραν θέλω σου φανερώσει πράγματα, που θέλουν σε θαυμάσει, τα οποία ήξευρε πως είναι όλα διά λόγου σου.

Όθεν, χωρίς αναβολήν καιρού, εκίνησα προς την πολιτείαν και εμβαίνοντας εις την κατ' ευθείαν οδόν επεριπάτησα μίαν ημέραν και μίαν νύκτα έως να φθάσω εις την πόλιν· και όταν με είδεν ο αυθέντης μου εχάρη καθ' υπερβολήν, λέγοντάς μου· ταλαίπωρε Σεβάχ, ήξευρε ότι είχα μεγάλην θλίψιν διά εσένα, διότι εστοχαζόμουν εις τόσας ημέρας έξω του συνηθισμένου που δεν εφάνης, πως να σε εθανάτωσαν οι Ελέφαντες, καθώς το έπαθαν πολλότατοί μου σκλάβοι· μάλιστα πηγαινάμενος εις τον διωρισμένον τόπον, είδα το δένδρον ξεριζωμένον κατά γης, και το δοξάριόν σου με τες σαΐτες διασκορπισμένες ένθεν κακείθεν· διά τούτο διηγήσου μου το συμβάν που σου έτυχεν.

Ο αρχιστράτηγος είχεν ήδη γνωρίσει καλώς τους συγκροτούντας το στρατόπεδον και ήξευρε πόσον δύσκολος ήτον η επιτυχία αυτού του προβλήματος· μ' όλον τούτο είπεν ότι αποδέχεται το πρόβλημα και την επομένην ημέραν θέλει εκδώσει περί τούτου διαταγήν.

Εις εικόνας, εις σκηνάς και εις οράματα, της είχεν επανέλθει εις τον νουν όλος ο βίος της, ο ανωφελής και μάταιος και βαρύς. Ο πατήρ της ήτον οικονόμος και εργατικός και φρόνιμος. Η μάνα της ήτο κακή, βλάσφημος και φθονερά. Ήτο μία από τας στρίγλας της εποχής της. Ήξευρε μάγια.

Διότι είχε πολλά παιδία ο γείτων' ουδ' αυτός ο ίδιος ήξευρε πόσα, — έλεγεν αστειευόμενος, οσάκις ηρωτάτο.

Επειδή δε ήτο κατεσκευασμένος κατά την παροιμίαν πολυτεχνίτης και ρημοσπίτης, μόνος τουήξευρε και ολίγην μαραγκωσύνηνεπιδιώρθωσε την λέμβον, χαρίσας την πίπαν εις τον δασοφύλακα, όστις τον άφησε να κόψη κρυφά εκ του δάσους δύο πεύκα, και εκράτησεν αυτός μόνον το κασκέτο, το οποίον εφόρει πάντοτε, επωνομασθείς διά τούτο «Ολλαντέζος». Πλην δεν ήτο διόλου τυχηρός ως κυβερνήτης.

Του εγράφαμε και δεν απαντούσε· εξετάζαμε δεξιά και αριστερά και κανένας δεν ήξευρε ή δεν ήθελε να μας πη.

Η παιδίσκη έσειε τους ώμους. Δεν ήξευρε τι να ειπή. — Πώς σε λένε, κορίτσι μου; — Και την αδερφή σου; Η Φραγκογιαννού εσκέφθη· «Θα φωνάξουν τάχα; . . . Θ' ακουστή; Πού ν' ακουστή! . . . Πρέπει να κάμω γρήγορα, προσέθηκε μέσα της.

Να παραιτηθή αυτής, να την χάση οριστικώς, του εφαίνετο αδύνατον, και εις μόνην την σκέψιν ταύτην η λύσσα έπνιγε την καρδίαν του. Τέλος του επήλθε μία ιδέα ως αστραπή· ουδείς άλλος ειμή ο Άουλος θα ήξευρε πού εκείνη εκρύπτετο. Εάν δεν του την απέδιδε, θα επήγαινε προς τον Καίσαρα, θα κατηγόρει επί απειθεία τον γηραιόν πολέμαρχον, και θα επετύγχανε κατ' αυτού απόφασιν θανάτου.

Λέξη Της Ημέρας

αναδεικνύουν

Άλλοι Ψάχνουν