United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εμίσευσα το λοιπόν από το Μουσούλ με τούτον τον αριθμόν των ανθρώπων μου, διά να πηγαίνωμεν εις το Μπαγδάτι· επεριπατήσαμεν μερικές ημέρες, χωρίς να μας συμβή τίποτε. Και μίαν νύκτα, τον καιρόν που αναπαυόμαστε, αιφνιδίως μας πλακώνει μέγας αριθμός από Αράπηδες κλέφτες, οι οποίοι σχεδόν μου εθανάτωσαν τους περισσοτέρους ανθρώπους.

Επί εικοσιοκτώ έτη οι Σκύθαι ήσαν κύριοι της Ασίας, διά δε της θρασύτητός των και της αμαθείας των είχον αναστατώσει τα πάντα· διότι, εκτός των φόρων, απήτουν παρ' έκαστου ό,τι τοις εφαίνετο εύλογον να απαιτώσι, και προς τούτοις, περιτρέχοντες ακαταπαύστως εδώ και εκεί, ήρπαζον ό,τι εύρισκον. Τέλος ο Κυαξάρης και οι Μήδοι προσκαλέσαντες τους περισσοτέρους, τους εμέθυσαν και τους εθανάτωσαν.

Ολίγον δε κατωτέρω της Μέσης, κατορθώσας να λύση τα δεσμά του, απεπειράθη να φύγη. Αλλ' οι Τούρκοι τον συνέλαβον και ανακαλύψαντες τότε ποίος ήτο, τον εθανάτωσαν κατά τρόπον φρικτόν, ακρωτηριάσαντες και διαμελίσαντες αυτόν. Εις το Ρέθυμνον ο τουρκικός όχλος υπεδέχθη τους αιχμαλώτους με λοιδορίας και εμπτυσμούς.

Συρόμενοι δε όταν φθάσουν εις την λίμνην Αχερουσιάδα, εκεί φωνάζουν και προσκαλούν οι μεν πρώτοι εκείνους, τους οποίους εθανάτωσαν, οι δε άλλοι εκείνους, τους οποίους προσέβαλον, αφ' ού δε τους προσκαλέσουν, τους ικετεύουν και τους παρακαλούν να επιτρέψουν εις αυτούς να περάσουν εις την λίμνην και να τους δεχθούν.

Εν τούτοις οι άνθρωποι ούτοι, μόλις έγιναν κύριοι της αρχής, έκαμαν στρατιωτικήν επιθεώρησιν και αφού μετά προσοχής διήρεσαν τους λόχους εξέλεξαν εκ των εχθρών και εξ εκείνων τους οποίους ενόμιζον ότι ήσαν ευνοϊκοί προς τους Αθηναίους περί τους εκατόν ηνάγκασαν δε τον λαόν να δώση φανεράν ψήφον κατά των ανδρών τούτων, και, άμα κατεδικάσθησαν, τους εθανάτωσαν και μετέβαλαν το πολίτευμα εις άκραν ολιγαρχίαν.

Μόνον δε όταν ήλθε στρατός τακτικός, συγκατένευσαν να παραδοθώσιν. Αλλ' οι άτακτοι ορμώντες διά μέσου των στίχων του στρατού, εθανάτωσαν πολλούς, κατά την στιγμήν της παραδόσεως. Τινές μάλιστα αρπάσαντες νήπια από τας αγκάλας των μητέρων, τα διεμέλισαν.

Όθεν, χωρίς αναβολήν καιρού, εκίνησα προς την πολιτείαν και εμβαίνοντας εις την κατ' ευθείαν οδόν επεριπάτησα μίαν ημέραν και μίαν νύκτα έως να φθάσω εις την πόλιν· και όταν με είδεν ο αυθέντης μου εχάρη καθ' υπερβολήν, λέγοντάς μου· ταλαίπωρε Σεβάχ, ήξευρε ότι είχα μεγάλην θλίψιν διά εσένα, διότι εστοχαζόμουν εις τόσας ημέρας έξω του συνηθισμένου που δεν εφάνης, πως να σε εθανάτωσαν οι Ελέφαντες, καθώς το έπαθαν πολλότατοί μου σκλάβοι· μάλιστα πηγαινάμενος εις τον διωρισμένον τόπον, είδα το δένδρον ξεριζωμένον κατά γης, και το δοξάριόν σου με τες σαΐτες διασκορπισμένες ένθεν κακείθεν· διά τούτο διηγήσου μου το συμβάν που σου έτυχεν.