United States or British Indian Ocean Territory ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την έφαγες τη γυναικούλα σου, Κυρ-Νίκο· δε βλέπεις πως εγίνηκε; Μα δεν ήτον από του Νίκου τα φιλιά που έρρεβε η καημένη η Βεργινία. Κάθε άλλο!

ΑΣΤ. Άλλος διάολλος ετούτοςκαι γιατί μουρέ λάβωσες τον Κρητικό; ΑΛΒ. Πωγιατί να το λες ορέ έφαγες κουράδιαις, το χτύπησες ψύχα ψύχα. ΑΣΤ. Εγώ μουρέ; να ξαφνικό να σ' ούρτη. ΑΛΒ. Ορέ εσύ εγώ, εγώ εσύ, πώ χτύπησες Κριτίκα. γιατί να το τρως κουράδιαις ΑΣΤ. Όρσαι κοπλιμέντα! ΑΛΒ. Ορέ Αστρονόμο! = πρα πώς το κάνεις έτζι ορέ; πού ορέ να το πηγαίνη μέσα; ΑΣΤ. Στη φυλακή Μπώγια.

Η Φλουρού δεν απεκρίθη, αλλ' ύψωσε το βλέμμα εκ του παραθύρου προς τον ήλιον, προς υπόδειξιν ότι το λάθος δεν ήτο ιδικόν της, αλλά του κυρίου της, όστις ήργησε να έλθη. Η σιωπηλή αύτη απολογία δεν απεθάρρυνε τον καθηγητήν. — Επί του όλου, επανέλαβε, δεν τρώγεται σήμερον το φαγητόν σου. — Να που το έφαγες! Εις το ακαταμάχητον τούτο επιχείρημα προσέφευγε συνήθως η Φλουρού.

Καλώς ήλθες, αυτός μου ξαναείπε· πολλά καλά το ήξευρα ότι έμελλες να έλθης εσύ εδώ μα ειπέ μου, εστοχάσθης εσύ καταλεπτώς όλα τα θαυμάσια ετούτα του κτιρίου, και έφαγες από τα φαγητά που εδώ ευρίσκονται; Εγώ είδα και πράγματα πολύ εξαίσια, του απεκρίθην· μα από τα φαγητά σας δεν ηξεύρω τι λογής είναι.

Ο Λέντζος σταμάτησε το μουλάρι κι' έβγαλε ένα τσιγάρο, κ' ενώ άπλωνε να το δώση του Φετάνη, αυτός αντί να πάρη το τσιγάρο, του δίνει μια βαθειά μαχαιριά στα πλευρά! — Άπιστο σκυλλί, μ' έφαγες! Πρόφτασε μόνο να ειπή ο Λέντζος κι' έπεσε καταγής νεκρός.

Τι να κάμουν; Αν καμιά φορά βρέθηκε κανένας πιο αράθυμος και θέλησε να μιλήση για την παλιά του κατάσταση, πήγε συφάμελος στο φάλαγγα και στην κρεμάλα. Σουτ! και σ' έφαγα. ... Μ' έφαγες σ' έφαγα έτσι πάει ο κόσμος. Μα κι απ' το πολύ φαγί αρρωσταίνει κανείς όπως κι από τη νηστεία. Η γενιά του Χαγάνου χάλασε με την καλοπέραση. Από τους δυνατούς πατεράδες βγήκανε κακά κι ανάποδα παιδιά.

ΠΕΤ. Πρώτα να μου διηγηθής, Μίκυλλε, τι συνέβη εις του Ευκράτους, πώς επεράσατε εις το δείπνον και όλα τα καθέκαστα του συμποσίου• έτσι θα δειπνήσης δύο φορές, μίαν πραγματικώς και μίαν διά της φαντασίας, σαν να ονειρεύεσαι και ν' αναμασάς εις την μνήμην σου εκείνα που έφαγες. ΜΙΚ. Εφοβούμην μήπως σε ζαλίσω με αυτάς τας διηγήσεις• αλλ' αφού το θέλεις, θα σου διηγηθώ.

Μα, προτού τα λαγωνικά το ξεπετάξουν από τον κρυψώνα του, ο κύριός τους θα λάβη τέτοια πληγή που κανείς γιατρός δε θα μπορέση να την γιατρέψη. Όταν ο Ντενοαλέν έφτασε κοντά, ο Τριστάνος πέταξε χάμω την κάπα του, ώρμησε, κι' ωρθώθηκε μπρος στον εχτρό του. Ο προδότης θέλει να φύγη. Δεν πρόφτασε να φωνάξη: «Μ' έφαγες!», κ' έπεσε από τάλογο.

Τρύφαινα και Χαρμίδης. ΤΡΥΦΑΙΝΑ. Ξανακούστηκε να δώσης πέντε δραχμές σε μιαν εταίραν για να κοιμηθής μαζή της κι' έπειτα στο κρεββάτι να γυρίζης απ' τάλλο μέρος, ν' αναστενάζης και να κλαις; Αλλ' ούτε ήπιες με όρεξιν, ούτε έφαγες• διότι και στο τραπέζι σ' έβλεπα που εδάκρυζες και όλη την ώρα δεν έπαυσες να κλαις σαν παιδάκι.