Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Κι' ο Ποσειδός αρχίζει και λέει, της γης ο σαλεφτής, διο φτερωμένα λόγια 445 «Δία πατέρα, τάχα ζει στον κόσμο απ' άκρη ως άκρη άθρωπος πια που στους θεούς θ' ανοίξει την καρδιά του; : Δε βλέπεις, πάλε εκεί μπροστά οι Δαναοί στα πλοία έχτισαν κάστρο, κι' έσκαψαν χαντάκι γύρω γύρω, μα δίχως δώρα και σφαχτά και των θεών να δώσουν. 450 Αφτό θα φημιστεί ως εκεί που χύνει φως ο ήλιος, μα εκείνο εμείς που μ' ίδρο μας μεγάλο, εγώ κι' ο Φοίβος, του Λαομέδου χτίσαμε, θαν το ξεχάσει ο κόσμος

Βλέπεις πλησίον των πόλεων εκείνα τα αναχώματα, τας στήλας και τας πυραμίδας; Όλα αυτά είνε νεκροδοχεία. ΧΑΡ. Και δεν μου λες, διατί στεφανώνουν τους λίθους και τους χρίουν με αρώματα; Βλέπω και άλλους οι οποίοι έχουν ανάψη πυράν κοντά στους τάφους και έσκαψαν λάκκον και καίουν πολυτελή φαγητά, εις δε τον λάκκον χύνουν οίνον και μελίκρατα, ως δύναται κανείς να συμπεράνη.

Κατ' αυτό το διάστημα εξήλθον και οι Συρακούσιοι και ήρχισαν να χαρακούνται από της πόλεως και διά μέσου του έλους· έσκαψαν επίσης τάφρον, διά να εμποδίσουν εις τους Αθηναίους την μέχρι της θαλάσσης αποτείχισιν.

Έσκαψαν περί το ιερόν και τον ναόν τάφρον, της οποίας το χώμα έρριπτον εις το χείλος, διά να χρησιμεύση αντί τοίχου· καθ' όλον το μήκος ενέπηξαν πασσάλους και συνήψαν αυτούς με κλάδους κόπτοντες αυτούς εκ της περί το ιερόν αμπέλου· κατηδάφιζον τα παλαιά πλησιόχωρα οικοδομήματα, διά να πάρουν απ' αυτά λίθους και πλίνθους, και τοιουτοτρόπως ύψωναν το πρόχωμα.

Παραλαβών δε αυτόν και άλλους πολλούς, οι οποίοι ηκολούθουν από περιέργειαν και θαυμασμόν, διέταξα όταν εφθάσαμεν εκεί να σκάψουν εις το μέρος όπου είδα να κρυφθή ο δαίμων• και όταν έσκαψαν ευρήκαν εις βάθος οργυιάς παλαιόν νεκρόν, του οποίου διετηρούντο μόνον τα κόκκαλα. Τον επήραμεν και τον εθάψαμεν αλλού, έκτοτε δε το σπήτι δεν ηνωχλήθη πλέον από φαντάσματα.

Ετέντωσε τα πτερά του και εκτυπούσε το κλουβί απελπισμένα· αντί να κελαδή γλυκά καθώς άλλοτε, έλεγε πι, πι, και ανεστέναζεν. Έπειτα έγυρε την κεφαλήν του και έσκασεν από λύπην και στέρησιν. Την αυγήν ήλθαν τ' αγόρια και ηύραν το πουλάκι ψοφισμένον και έκλαυσαν, Έκλαυσαν και έσκαψαν ένα μικρόν λάκκον και το έθαψαν και εφύτευσαν άνθη απ' επάνω.

Τώρα ο ήλιος έπιπτε, καθώς έκλινε προς δυσμάς, εις το μέρος του λάκκου, κ' έκαιε πολύ. Η αγγαρεία εγίνετο δυσκολωτέρα. Εν τοσούτω έσκαψαν ακόμη ως δύο ώρας, πότε ο Νικολός πότε ο Γιαννιός. Πτυάριον δεν υπήρχε, και ανεβίβαζον το χώμα με τας δράκας. Η γη εγίνετο σκληρότερα, πετρώδης, ή σχιστολιθοειδής. Ήτο κόπος και πόνος. Τους ώκτειρα, και ήθελα να σκάψω. Αλλ' ήμην αδέξιος.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν