United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αναχθέντες συναντώμεν εν απολαύσει δεινού μεγαλείου δύο μπάρκα, με της γάμπιαις μόνον, ένθεν και ένθεν ημών, εκτελούντα την λοξοδρομίαν των προς την Μιτυλήνην, άτινα ως κήτη θαλάσσια με τας κοιλίας των θαρρείς εκυλίοντο πλησίον ημών, ασθμαίνοντα, στένοντα, υπό αφρών και άχνης καλυπτόμενα· ως δαιμόνια μαύρα οι ναύται ίσταντο παρά την κωπαστήν, κρατούντες τα σχοινία εις χείρας, οι δε πρωραίοι φρουροί των, κουλουριασμένοι κέρβεροι εις την πρώραν, ως ξύλινοι εκάθηντο εκεί μαύροι, κυματόβρεκτοι.

Καμμιά φορά ότε το ρεύμα ήτο ισχυρόν ήσθμαινε το ρυμουλκόν, εκοντοστέκετο και η σκούνα με τα δυο τρεχαντήρια ένθεν και ένθεν αρνουμένη να προχωρήσηκατάδικοι που τους επήγαινον να τους κρεμάσουν . . . . Ατμόπλοια διάφορα, φορτωμένα και κενά παραπλέουσι αναβαίνοντα και καταβαίνοντα σιωπηλά, βωβά, μη ανταλλάσσοντα ουδέ χαιρετισμόν από την βίαν των. — Έτσι μπορώ να ταξειδεύω με κάθε καιρό!

Το μοιρολόγιον προς καιρόν είχε παύσει. Και τότε αναθαρρήσασα η κόρη είχε τελειώση σχεδόν τας βαθμίδας όλας της κλίμακος. Έμενεν η αυλή, την οποίαν και άρχισε να ασπρίζη. Η δε γρηά το Μορφάκι είχεν αναβή είς τινα έδραν και προσεπάθει να στερεώση καθρέπτην τινά και δι' οθονών μεταξωτών ένθεν και ένθεν τον περικοσμήση, ότε γοερώτατος ακούεται θρήνος.

Ο στρογγύλος θυρωρός της Μονής, ότε ίστατο εμπρός εις το αρχονταρίκιον και ανέκρινε δευτέραν φοράν σιωπηλώς διά των οφθαλμών του τους ξένους εκείνους, τους τόσον οικείως εισελθόντας εις το Μοναστήριον, παρετήρησεν ότι από του φαινομένου αξιωματικού της χωροφυλακής έλειπον τα σύμβολα του βαθμού τουαι σαρδέλλες λεγόμεναι τότεένθεν κ' ένθεν του περιλαιμίου.

Άμα έφθασαν εγγύς του ακρωτηρίου του αποτελούντος ένθεν την μίαν σιαγόνα του ακρωτηρίου του λιμένος, του κλειομένου υπό δύο ή τριών νησίδων ανατολικομεσημβρινώτερον, η νεαρά γυνή προσήλωσεν ατενώς το βλέμμα εις το βάθος του ορίζοντος, ως να ήθελε να ίδη απώτερον και ευκρινέστερον ή όσον επέτρεπε το ωχρόν φέγγος της σελήνης. — Να ιδώ εκεί πέρα, κ' ύστερα γυρίζουμε, είπε. Κ' εστέναξεν,

Ο πλοίαρχος, κοντός, χονδρός, ορθογώνιον τμήμα στερεοποιηθέντος σώματος, με χείρας χονδράς, επικαμπείς ως χηλάς καβούρας, με πρόσωπον πλατύ, με τον μύστακα ένθεν κ' ένθεν ως τα δύο του αλφαβήτου πνεύματα, ευχαριστημένος διότι τα πανιά εδούλευαν, ανοίξας τα δεφτέρια του, εξετάζει τους λογαριασμούς του.

Και έδειξε τους δύο γάτους, οίτινες καμαρόνοντες εκεί ένθεν και ένθεν της εστίας, εκίνησαν αίφνης το μυστακοφόρον ρύγχος των ως να ήθελον ν' αποδιώξωσι παρερχομένην μυίαν. Συνήθιζεν ενίοτε να πειράζη την σύζυγόν του ο Μπάρμπα-Σταύρος, διά την στείρωσίν της. Ο ποιμήν εγέλασεν υπό τους μύστακάς του. — Σας έφερα πεσκέσι, ένα γουρνόπουλο, κολλήγα, για τ' καλή χρονιά.

Ψήκτραι δε και κτένια και ψαλίδια και τριχολαβίδες παρετάσσοντο ένθεν και ένθεν ως εύτακτος στρατιά επί της λευκής ως νεοστιβής χιών καλύπτρας του τραπεζίου.

Ταυτοχρόνως δε και άλλο τρομακτικώτερον ακόμη συνέβη, ολίγον πέραν, όπου είχε συγκεντρωθή αίφνης πλήθος κόσμου, άλλοι δε εκ της πλατείας ένθεν κ' εκείθεν έσπευδον επάνω από όλα τα μέρη και από την μαρμαρίνην του κήπου κλίμακα, ως εν εφόδω.

Αλλ' ησθάνθη διττήν τύψιν συνειδήσεως, ένθεν μεν επί τη φυσική απάτη, ένθεν δε επί τη παραβάσει των ηθικών παραγγελμάτων. Όθεν έστη ενταύθα και μετέβαλε τακτικήν. Εσκέφθη ότι το καλλίτερον ήτο να έλθη αποτόμως εις το προκείμενον, και να υποβοηθήση την μνήμην της νέας, αν ήτο δυνατόν να ενθυμηθή τι αύτη, ει δ' άλλως να πεισθή αυτή ότι ηπατάτο.