United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι οφθαλμοί του προσηλώθησαν εις έν σημείον, εις έν φως, το οποίον διά μέσου των φυλλωμάτων εφαίνετο εις την κατοικίαν του μυλωθρού, όπου έμενε η Μπαμπέττα.

Αυτά 'πε· και ο Τηλέμαχος, 'ς την λάμψι των λαμπάδων, πέρασ' από το μέγαροτον θάλαμο, 'ς το μέρος όπ' εκοιμάτ' ότ' έρχονταναυτόν ο γλυκός ύπνος· πλάγιασε αυτού, την άφθαρτην Ηώ να περιμένη. 50 αλλ' έμενετο μέγαρον ο θείος Οδυσσέας, και όλεθρο με την Αθηνά ζητούσε των μνηστήρων.

Θαρρούσε, πως το λουτρό ήταν πιο φοβερό από τη θάλασσα. Ενόμιζε πως η ψυχή του έμενε ακόμη κοντά στους κουρσάρους, σαν νέος κι άμαθος που ήτανε και δεν ήξερε ακόμη το κούρσεμα της αγάπης.

Συγχρόνως δε ήρχοντο και επανήρχοντο εις την σκέψιν της με επιμονήν παραληρήματος οι πρώτοι στίχοι παλαιού τραγουδιού, το οποίον είχεν ακούση κατά τα παιδικά της έτη και έκτοτε έμενε θαμμένον εις τα βάθη της μνήμης της: Μια κόρη ανθούς εμάζονε Κιανθούς εκορφολόγα ...

Μετά την εξομολόγηση δεν ξαναμίλησε, δεν ξαναπαραπονέθηκε. Έμενε με σκεπασμένο το κεφάλι, αλλά η ντόνα Έστερ κάθε φορά που ανασήκωνε το χράμι έβλεπε το ταλαιπωρημένο του πρόσωπο όλο και πιο μικρό, μελανό, ζαρωμένο σαν ξερό δαμάσκηνο.

Γιατί, αλήθεια, πολύ πικρά λόγια είχεν ακούση ο κακόμοιρος ο ναύτης απ' όλους· δεξιά και αριστερά τον κακολογούσαν. Το μεγάλο όμως χτύπημα, το αποφασιστικό, του το έδωκαν η γυναίκα του και το παιδί του το ίδιο. Διωγμένος απ' αυτήν, θα έμενε στο δρόμο μέσα, αν δεν ήταν η αδερφή του να τονε δεχτή στο φτωχικό της.

Διά τούτο εφρόντισε με όλην την ησυχίαν του και συνέλεξεν ικανάς πληροφορίας περί του καταφθάσαντος πλοιάρχου, όσας ημπόρεσεν. Αλλ' η γραία έμενε βωβή εν τη θύρα της γειτονικής οικίας και κωφή σχεδόν.

Όμως ακόμα ως τότες δεν είχε ακούσει τίποτα του Έχτορα η γυναίκα, γιατί να πάει δε βρέθηκε σωστός μαντατοφόρος να πει πως όξω απ' το καστρί τής έμενε ο καλός της, Μον έφαινε άλικο σκουτί στου πύργου της τα βάθια 440 διπλό, και μέσα πλουμιστά τ' ανθοκεντούσε ξόμπλια.

Ο δε Δημοσθένης έμενε παρασκευαζόμενος, διά να αποπλεύση περί τας αρχάς της ανοίξεως· συνήθροισε στρατεύματα παρά των συμμάχων και έλαβε παρ' αυτών χρήματα, πλοία και οπλίτας.

Να της το μιλήση, Θεός φυλάξοι! Να της το γράψη, το πρόλαβε κι αυτό ο Προφήτης, που δεν αφίνει Τουρκοπούλα μήτε χαρτί μήτε καλέμι να πιάση. Άλλο από τραγούδι δεν έμενε. Τραγούδησε λοιπόν Τούρκικα ο Ηλίας, με σιγανή και καθάρια φωνή.