United States or Turkey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χρυσά σύννεφα στεφάνωναν τον λόφο και τα ερείπια και η γλυκύτητα και η ησυχία του πρωινού έδιναν σ’ όλο το τοπίο μια ηρεμία νεκροταφείου. Το παρελθόν κυριαρχούσε ακόμη στον τόπο. Τα ίδια τα κόκαλα των νεκρών έμοιαζαν να είναι τα λουλούδια του, τα σύννεφα το διάδημά του. Αυτό δεν έκανε καμία εντύπωση στη Νοέμι.

Δέκα χρόνια στρωτά μας συντρόφιαζε και μας καλοτύχιζε. Στις δουλειές του ο νοικοκύρης μου τόνοιωθε πάντα στο πλευρό του. Όλα, όλα μας πήγαιναν καλά και προκομμένα. Τα χτήματα μας έδιναν καρπό· τα ζωντανά μας άλλα ζωντανά· ο γιος μου πρόκοβε στα γράμματα κ' η κόρη μου στα κεντίδια. Ο γάμος της σαν την πάντρεψα έγινε άκουσμα στο χωριό κι ακόμη πέρα.

Είναι να τρελλαθή κανείς, Γουλιέλμε, όταν σκεφθή πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν αισθάνονται εκείνο καν το λίγο το οποίον έχει αξίαν τινά επί της γης. Γνωρίζεις τις καρυδιές κάτωθεν των οποίων εκαθόμουν με την Καρολίναν εις την οικίαν του αγαθού ιερέως του Σ . . . τις λαμπρές καρυδιές που ο Θεός το ξεύρει, μου έδιναν πάντα την πιο μεγάλη ψυχική ευχαρίστηση!

Ο Τζατσίντο κοίταζε τις γυναίκες που πήγαιναν στη λειτουργία, αυστηρές, αλύγιστες, με τετράγωνα, χλωμά πρόσωπα πλαισιωμένα από γυαλιστερά μαλλιά σαν μαύρο σατέν, με τα σφυρά γυμνά σαν της ελαφίνας, με όμορφα πασούμια στολισμένα με άνθη. Καθισμένες στο πάτωμα της εκκλησίας, με τους κόκκινους κορσέδες τους, σκεπασμένους με κεντημένα μαντήλια, έδιναν την εντύπωση ενός ανθισμένου κάμπου.

Αυτή η οικογένεια εκατοικούσεν εις ένα σπητάκι ξέμακρα από κάθε χωρίον, και εκυβερνούνταν με το εργόχειρόν τους, που ήτον να πλένουν υποκάμισα και άλλα, που από το Μουσουλπατάν της έδιναν, τα οποία αφού και τα έπλεναν, εσυνήθιζαν να τους βάνουν κάποια άνθη διά να τους δίδουν ευωδίαν.

ΓΟΝΖ. Ανίσως μου έδιναν να φυτέψω τούτο το νησί, κύριέ μουΑΝΤΩΝ· θα το εφύτευε τσουκνίδα. ΣΕΒΑΣΤ. Ή ξυνόχορτο, ή μολόχα. ΓΟΝΖ. Και αν ήμουν ο βασιλέας του νησιού, τι ήθελα να κάμω; ΣΕΒΑΣΤ. Θα σου έλειπε το κρασί, και δεν θα μεθούσες.

Οι νόμοι μας ήθελαν ότι, διά τιμωρίαν της επιορκίας σου, θα ήθελα σταθή μακράν από λόγου σου εις διάστημα δέκα χρόνων, και αυτοί ομοίως δεν μου έδιναν το θέλημα διά να σε ξαναϊδώ, ανίσως και εις τούτο το διάστημα των δέκα χρόνων δεν μου ήθελες σταθή πιστός· διά το οποίον οπόταν σε απαραίτησα δεν το επίστευα πλέον να σε μεταϊδώ, διατί δεν ελόγιαζα πως οι υιοί του Αδάμ να είναι αρκετοί μιας τοιαύτης μακρυνής εμπιστοσύνης και σταθερότητος.

Αλλά πολύ μεγαλειτέραν εργασίαν έκαμναν ο Θοδωρής ο Τσούνος, κι' ο Γλάρος κι' ο Ψόφος, και οι λοιποί. Ούτοι χωρίς να φοβώνται ότι θα κρυώσουν, εγυμνώθησαν από τα ολίγα ράκη που εφορούσαν, έδιναν διαρκώς βουτιές, έφθαναν δύο ή τρία μπόγια εις τον πυθμένα, κ' επανήρχοντο εις τον αφρόν, φέροντες πάντοτε όσην ηδύναντο να σηκώσουν λείαν.