Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Τι να κάμη; Και αυτός «ο Γιώργης τ' Παναϊώτ'», κατάλαβες, δεν ήτον κανείς τυχαίος, εξήσκει ισχύν και γοητείαν επί το πλήθος των αιγοβοσκών και των ποιμένων. Και ιδού, εισήλθεν ήδη εις το παρεκκλήσιον. Ήτο υψηλός, εύσωμος, ωραίος ανήρ, με εύγραμμον το πρόσωπον και με κανονικούς χαρακτήρας.

Ενθυμήθην τον θρήνον της Δεσποίνης ότε μετεβαίνομεν εις το παρεκκλήσιον, ακολουθούντες τους γονείς μας•― «Θα σκοτώσουν τον πατέρα μου ! Σκοτόνουν οι Τούρκοι ! Θα τον σκοτώσουνΤο προαίσθημά της δεν ανεδείχθη ψευδές, εσφάγη ο πατήρ της..., ο δε ιδικός μου ανεπαύετο εις τον έρημον τάφον του εις Σπέτσας !

Συχνάκις δε υπό τα δένδρα του αυλογύρου εκείνου ανεπόλουν τας συγκινήσεις, υπό τας οποίας προ ενός έτους ελειτουργούμεθα, ο πατήρ μου κ' εγώ, ότε διετρέχομεν έμφοβοι τας στενάς της Σμύρνης οδούς μεταβαίνοντες εις την Αγίαν Φωτεινήν. Η εκκλησία, ή μάλλον ειπείν το παρεκκλήσιόν μας, είχεν ανεγερθή υπό του προπάππου της μητρός μου, όστις ερασοφόρεσεν εις τα γηράματά του.

Λέγουσιν όλοι εγκαινιάζοντες το άγνωστον παρεκκλήσιον επ' ονόματι του θαλασσινού των αγίου. Μικρά βρατσέρα πλέει παρά την ακτήν φοβισμένη, μετά τον σάλον ξετρυπώσασα.

Επάνω εις τον βράχον ήτο κτισμένον το παρεκκλήσιον μαστιζόμενον από θυέλλας και λαίλαπας, λικνιζόμενον από το αειτάραχον και πολύροιβδον κύμα, ναναριζόμενον από τα άσματα τα οποία ο άνεμος έψαλλε δι' αυτό εις τους σκληρούς βράχους και εις τα ηχώδη άντρα.

Και καθώς τώρα, είχεν έλθει δύο ή τρεις ημέρας προ της εορτής εις το παρεκκλήσιον της Πρέκλας, εκάθητο δε εις τα πρόθυρα του ναΐσκου, κ' εκάπνιζε το μακρόν τσιμπούκι με το ηλέκτρινον επιστόμιον. Πλην τότε το φέσι του ήτο κατακόκκινον, και τώρα εφόρει μαύρον σκούφον . . . Και τότε ο Φραγκούλης ήτον σαράντα χρόνων, και τώρα ήτο πενηνταπέντε.

Ήρχετο ο Καλάνης προς τον πατέρα μου με τον ίδιον σκοπόν, όστις και ημάς ωδήγει. Διηυθύνθημεν όλοι ομού προς το παρεκκλήσιον• οι δε δύο εκείνοι προπορευόμενοι συνωμίλουν, εγώ δε εις ολίγων βημάτων απόστασιν τους ηκολούθουν, κρατών την μικράν Δέσποιναν εκ της χειρός.

Εκόπασε πλέον ο σάλος· τα κύματα καταπονηθέντα καθ' όλην την νύκτα επραΰνθησαν. Η θάλασσα γαληνιάζει πάλιν. Δευτέραν φοράν διερχόμεθα εγγύς της πολυσχιδούς Λήμνου, ηρέμα, από της αντιθέτου πλευράς. Επί τινος χρησίζοντος λοφίσκου υπολευκάζει παρεκκλήσιον. Όλοι οι ναύται, προς αυτό ατενίζοντες ευλαβώς, κάμνουν τον σταυρόν των. — Άη-Νικόλα!

Βαρεία θολωτή καμάρα διά κτιστών δύο τετραγώνων κιόνων, των καλουμένων υπό των βυζαντινών πινσών υποβασταζόντων το παρεκκλήσιον του αγίου Δημητρίου με τον κομψόν θολίσκον του, σκιάζει τον πυλώνα με την μαύρην μεγάλην πύλην, ης αι οριζόντιοι διά χονδρών ήλων προσηλωμέναι χονδραί ορθόπλευροι σανίδες ως εκ σιδήρου παχέα φαίνονται ελάσματα.

Αλλ' ουχ ήττον και σήμερον είχε τι το άγριον και το επιβλητικόν η απότομος γραμμή την οποίαν διέγραφεν εις τον ουρανόν, βυθιζόμενον εκ τοσούτου ύψους εντός της θαλάσσης. Επί της κορυφής του ήστραπτε μακρόθεν υπό τας ακτίνας του ήλιου ταπεινόν τι λευκόν οικοδόμημα, κατά πάσαν πιθανότητα εξοχικόν παρεκκλήσιον.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν