United States or Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πολλά καράβια έμπαιναν στο λιμάνι. Ό Πύργος υψώνετο αντίκρυ στη θάλασσα, ισχυρός και ωραίος καλά προφυλαγμένος από κάθε επίθεσι και κάθε πολεμική προσβολή. Ο ψηλότερος πυργίσκος του, που τον είχαν χτίσει, παλαιικά οι γίγαντες, ήταν φτιαγμένος από μεγάλους και καλοκομμένους πέτρινους όγκους, πράσινους και γαλανούς. Ο Τριστάνος ρώτησε τόνομα του Πύργου. «Ωραίε ακόλουθε, Τινταγκέλ ονομάζεται.

Τότε ο βασιλεύς άρχισε να τον μιλή με κάθε γλυκύτητα, και με κάθε λογής τρόπον διά να τον αποκόψη από τοιαύτην απόφασιν, επειδή και του εκακοφαίνονταν να χαθή ένας τέτοιος ωραίος και ευγενής νέος, που κατά αλήθειαν ήτον· μα όλα τα λόγια του δεν έπιασαν κανένα τόπον.

Πόσον ωραίος είσαι Ρούντυ! είπεν η γραία. — Μη με κάνης να το πάρω επάνω μουείπεν ο Ρούντυ και εγέλα· αλλά τον ευχαριστούσε αυτό. — Σου το λέγω πάλιν, είπεν η γραία: «η ευτυχία είναι μαζί σου!» — Όσο γι' αυτό έχεις δίκαιον! είπε και εσκέφθη την Μπαμπέτταν. Ποτέ ακόμη δεν είχε δοκιμάσει τοιούτον πόθον κάτω εκεί μέσ' 'στη βαθιά κοιλάδα.

Τώρα όμως ομοιάζει με φιλόσοφον, διότι εφήρμοσεν εις την κεφαλήν του ό,τι άλλοτε έκανεν εις τα υφάσματα. ΚΥΡΙΟΣ. Τι αναίδεια! Ο Κάνθαρος έγινε φιλόσοφος; ΑΝΘΡ. Θα τους εύρωμεν όλους, αφού αυτή η γυναίκα τους γνωρίζει ως λέγει. ΦΙΛΟΣ. Ποιός είνε αυτός ο άλλος, Ηρακλή, που έρχεται, ο ωραίος, ο οποίος κρατεί κιθάραν;

Αλλά και εκείνο το οποίον είπεν ο αντίπαλος, ότι ο ωραίος οίκος εμπνέει και ανυψόνει τον ρήτορα και τον παρακινεί έτι μάλλον εις την εκφώνησιν λόγου, μου φαίνεται ότι δεν είνε αληθές, αλλ' ότι μάλιστα συμβαίνει το εναντίον.

Τι ωραίος καιρός! Ποσάκις τας ψυχράς του Δεκεμβρίου εσπέρας, ενώ έδερεν έξω η βροχή τα φύλλα των παραθύρων, ή εστροβίλιζεν ο βορράς τον ανεμοδείκτην της καπνοδόχης, εκάθισα, — ως εκάθισες βεβαίως και συαπέναντι των σπινθηρακιζόντων δαυλών της εστίας, πορφυρών τας παρειάς μου εις τας φλόγας της, και στηρίζων την κεφαλήν μου εις τα γόνατα της γραίας μου μάμμης, και την παρεκάλεσα, θωπεύων το κατ αρχάς και κλαυθμηρίζων μετά ταύτα, να ανοίξη τα μαραμμένα πλέον και επιχνοώντα ήδη αλλά φιλόμουσα πάντοτε χείλη της, και μας διηγηθή κανέν παραμύθι!

Δεν πρέπει λοιπόν να νομίζης ότι κατ' ανάγκην ό,τι δεν είνε ωραίον, είνε άσχημον, και ό,τι μη αγαθόν, κακόν. Έτσι και διά τον Έρωτα, αφού συμφωνείς ότι δεν είνε ούτε αγαθός ούτε ωραίος, δεν πρέπει διά τούτο να νομίζης αυτόν άσχημον και κακόν, αλλά κάτι μεταξύ των δύο τούτων. — Εν τούτοις, παρετήρησα εγώ, όλοι συμφωνούν ότι είνε μέγας θεός.

Εκάθησαν επί λιθίνου βάθρου εν μέσω των ανθισμένων λευκακανθών. — Οποία γαλήνη και πόσον ωραίος είναι ο κόσμος! είπε χαμηλοφώνως ο Βινίκιος. Αισθάνομαι τον εαυτόν μου ευτυχή όσον ουδέποτε τον ησθάνθην καθ' όλην την ζωήν μου. Ποτέ δεν είχα υποθέσει ότι δύναται να υπάρξη έρως του είδους τούτου. Ειπέ μοι, Λίγεια, πόθεν προέρχεται τούτο; — Ναι! Η ευτυχία αυτή είναι δώρον του Χριστού.

Σωκράτης Ξένον. Φίλος Από ποιον μέρος; Σωκράτης Από τα Άβδηρα. Φίλος Και τόσον ωραίος εθεώρησες ότι είναι ο ξένος αυτός, ώστε να σου φανή ωραιότερος από τον υιόν του Κλεινίου; Σωκράτης Πώς δεν πρέπει, καλότυχε, το σοφώτερον να φαίνεται ωραιότερον; Φίλος Αλλά εις τα σωστά σου, Σωκράτη, μας ήλθες, αφ' ου απήντησες κάποιον σοφόν;

ΦίλοςΑπό πού έρχεσαι, Σωκράτη; Ή είναι δα φανερόν ότι έρχεσαι από το κυνήγημα της ωραιότητος του Αλκιβιάδου; Και όμως και εις εμέ, ο οποίος τον είδον προηγουμένως, αν και τέλειος άνδρας πλέον, εφαίνετο μεν ωραίος, αλλ' όμως άνδρας πλέον, Σωκράτη, ας το ομολογήσωμεν μεταξύ μας, και αρχίζουν να φυτρώνουν γένεια εις τον πώγωνά του.