Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Όμως και σας, ω Χάριτες, μαζί μου θα σας πάρω, γιατί χωρίς τις Χάριτες τίποτε δεν αρέσει. Άμποτε, Χάριτες, εγώ πάντα μαζί σας νάμαι. Αρχή και τέλος της ωδής ο Ζευς ας είνε, ω Μούσαι, όταν στον πρώτο απ' τους θεούς πλέκωμ' εμείς τραγούδια· κι ο Πτολεμαίος που δείχνεται πρώτος μέσ' στους ανθρώπους κι αυτός ας είνε στην αρχή, στη μέση και στο τέλος.
Και μάλιστα αν θέλετε να είναι το είδος της ωδής μας εντελώς εύφημον; Ή θέλετε να μη σας εξαναρωτώ, αλλά να το παραδέχωμαι ούτως πως; Βεβαιότατα παραδέξου το. Διότι αυτός ο νόμος επικυρώνεται με όλας μας τας ψήφους. Λοιπόν κατόπιν από την ευφημίαν ποίος έρχεται ως δεύτερος νόμος της μουσικής; Όχι άραγε το να γίνωνται προσευχαί εις τους θεούς, εις τους οποίους θυσιάζομεν εκάστοτε; Πώς όχι;
Να ιδούμε τι άλλο έμεινε να φάγουν οι φαγάδες! Δι' εμέ η μεγάλη πανήγυρις έχανε πλέον το γόητρόν της. Έχανε το μεγαλείον της μετεβάλλετο εις συνήθη κυριακής λειτουργίαν. Το υψηλόν εκείνο της Ε'. ωδής, το εκ του μεγαλοφωνοτάτου Ησαΐου· «Εκ νυκτός ορθρίζοντες δοξολογούμεν σε» το έπαιρνε από 'μπρός η ημέρα κ' έχανεν ούτως όλην του όρθρου την μυστικήν ευωδίαν.
Είπε και τ' ασημόκομπο 'ς τον ώμο έζωσε ξίφος. έδυσ' ο ήλιος κ' έλαβε τα λαμπρά δώρα εκείνος• οι κήρυκες οι θαυμαστοί τα έφερναν 'ς του Αλκινόου το δώμα, όπου τα δέχθηκαν οι υιοί του βασιλέα• και αυτοί 'ς το πλάγι απόθοσαν της σεβαστής μητρός τους 420 τα ωραία δώρα• εκίνησεν ο Αλκίνοος τότε ο θείος, κατόπ' οι άλλοι, κ' έφθασαν, και εις τα υψηλά θρονία κάθισαν όλοι• κ' έλεγεν ο Αλκίνοος της Αρήτης• «Γυνή μου, το λαμπρότερο κιβώτιο, 'πώχεις, φέρε, και μέσα βάλε καθαρήν χλαμύδα και χιτώνα. 425 κ' ευθύς νερό μες τον χαλκό θερμάνετε του ξένου, όπως αφού λουσθή και ιδή με τάξι όλα βαλμένα τα δώρα, όσα οι Φαίακες οι άψεγοι του φέραν, χαρή και το τραπέζι μας και της ωδής τον ύμνο. και τούτο τ' εύμορφο χρυσό ποτήρι εγώ του δίνω, 430 να με θυμάται ολοζωής, όταν 'ς τα μέγαρά του σπονδαίς προσφέρη του Διός και όλων των αθανάτων».
Κανένα φαγεί δεν του άρεζε. Σα να μισοθύμωνε και μαζί μου, που του έδειχτα το ενάντιο με την όρεξή μου. Είταν και πατριώτης ο Σιορ Θοδωράκης. Μια φορά, — του Βαγγελισμού, — μου ήρθε να σηκώσω το ποτήρι στο τραπέζι μουρμουρίζοντας ένα στίχο της αθάνατής μας ωδής. Πήγε να χαλάση ο κόσμος!
Τελευταίον εις επισφράγισιν το έψαλε πάλιν ο ιερεύς, και είτα είπε τα &Ειρηνικά&. Μεθ' ο, αναλαβών την Ανάστασιν και το Ευαγγέλιον, εισήλθεν εις τον ναόν, ακολουθούμενος υπό του λαού. Έψαλε το &Αναστάσεως ημέρα& και τα δύο τροπάρια της πρώτης ωδής, ακολούθως εισήλθεν εις το ιερόν, και εξελθών πάλιν, έλαβε καιρόν, και πάλιν εισήλθε, και ήρχισε να φορή όλην την ιεράν στολήν του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν