United States or Argentina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απέθεσεν ο Μιμίκος ή μάλλον έρριψε την γραφίδα του παρά το διψαλέον αυτού μελανοδοχείον, έσυρεν αποτόμως την δεξιάν του χείρα διά μέσου της ακτενίστου κόμης του, έξυσε διά της αριστεράς το κρανίον του, εχασμήθη, και προσπαθών να συναθροίση έν τελευταίον σιγάρον εκ των εσχάτων θρυμμάτων του καπνού του, ητένισεν απλανώς το βλέμμα επί τους παρά τον τοίχον αναπαυομένους τόμους μυθιστορημάτων, οιονεί έμπνευσιν παρ' αυτών εκδεχόμενος.

Το τελευταίον τούτο έκλινα να υποθέσω ιδιαιτέραν μου ψυχοπάθειαν, μέχρις ου έτυχε ν' ανεύρω εις την Φιλοσοφίαν του Ασυνειδήτου του Έδ. Χάρτμαν ακριβή του ικανώς, ως φαίνεται, συνήθους τούτου φαινομένου περιγραφήν.

Τελευταίον ακόμη ήμην τόσον ασήμαντος εις τα σχέδιά του, όσον είναι η επί των φύλλων της μυρσίνης πρωινή δρόσος παραβαλλομένη προς τον ωκεανόν. ΚΑΙΣΑΡ. Έστω. Ανακοίνωσέ μας την εντολήν σου.

Και μετά τινας ημέρας, αφού ητοιμάσθησαν τα πάντα, ετελέσθησαν οι τέσσαρες γάμοι εις τέσσαρας Κυριακάς εν σειρά, εορτάζοντος και χορεύοντος γάμους και χαράς όλου του χωρίου. Με πόσην αγαλλίασιν τότε η αγαθή μήτηρ, η πτωχή πλην φαιδρά Γερακούλα, εκαμάρωνε την τελευταίαν Κυριακήν εις τον τελευταίον γάμον!

Έφθασαν το λοιπόν το ερχόμενον ταχύ οι συνειθισμένοι δύο Μώροι, και μου κάνουν νεύμα διά να τους ακολουθήσω. Εγώ έμεινα ώσπερ νεκρός εις τέτοιαν είδησιν, και γυρίζω προς τον Σαέδ διά να του δώσω τον τελευταίον χαιρετισμόν.

Άμα τους είδεν εκείνος κατέφερε τελευταίον γρονθοκόπημα κατά της κεφαλής εκείνης και εν ριπή οφθαλμού επέπεσε κατά του Βινικίου ως άγριον θηρίον. — Εχάθηκα! εσκέφθη ο νεαρός Πατρίκιος.

Και εκ των εχόντων αίσθησίν τινα μεν έχουσι την τοπικήν κίνησιν, άλλα όμως δεν έχουσιν. Ολίγιστα δε έχουσι τελευταίον την δύναμιν του λόγου και την διάνοιαν. Και όσα μεν των φθαρτών όντων έχουσι την δύναμιν του λόγου, ταύτα έχουσι και τας λοιπάς δυνάμεις. Αλλά τα έχοντα μίαν μόνην εξ αυτών, δεν έχουσι πάντα τον λόγον, αλλά τινά μεν αυτών ουδέ φαντασίαν έχουσιν, άλλα δε με μόνην την φαντασίαν ζώσι.

Και τώρα ο Ιησούς απήλθε του Ναού διά τελευταίαν φοράν· αλλά τα αισθήματα των Αποστόλων, ακόμη προσεκολλώντο μετ' αγάπης, και υπερηφανείας εις τον ιερόν εκείνον χώρον· εστάθησαν δε να ρίψωσιν επ' αυτού τελευταίον βλέμμα πόθου, και εις τούτων επροθυμήθη να επιστήση την προσοχήν του εις τα ωραία μάρμαρα, και τα πολύτιμα αυτού αναθήματα· εις τας εννέα εκείνας πύλας τας χρυσοκολλήτους και αργυροκολλήτους, εις τα λαμπρά και υψηλά προπύλαια· εις τους μεγαλοπρεπείς εκείνους κίονας, και εις τας γλυφάς και τα αραβουργήματα, εις τα εναλλασσόμενα ερυθρά και λευκά μάρμαρα, και εις τας άλλας λαμπρότητας του κτιρίου.

Απεκαλύφθησαν και ήρχισαν να κάμνουν τον σταυρόν των. Μερικοί και εδάκρυον παρακολουθούντες την πένθιμον εκείνην ψαλμωδίαν. Όταν δ' ο ναύκληρος ήρχισε να ψάλλη τελευταίον: «Μετά των Αγίων ανάπαυσον . . . ;» σιγά-σιγά με κλαίουσαν φωνήν, συχνά διακοπτομένην από τους λυγμούς της ψυχής του, οι ναύται δεν ημπόρεσαν να κρατηθούν από την συγκίνησιν και ανεκραύγασαν πάντες εν χορώ: — Θεός σχωρέστηνε!

Προσηλών τα όμματα εις την λαμπάδα ή εις το ψαλτήριον το οποίον εκράτει, κρυπτόμενος το κατά δύναμιν όπισθεν των υψηλοτέρων ομηλίκων του, ποτέ δεν ανύψωσε το βλέμμα προς το άπνουν του νεκροκραββάτου φορτίον, ποτέ δεν υπήκουσεν εις την σπαραξικάρδιον προς τους επιζώντας πρόσκλησιν του να δώσουν τον τελευταίον ασπασμόν εις την σάρκα, εξ ης απεχωρίσθη η ψυχή.