Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Και όταν, κατά την απόλυσιν της λειτουργίας, το Μαρούλι διήρχετο μεταξύ αυτών εις την αυλήν του ναού, την υπεδέχθησαν μικραί εκρήξεις γέλωτος. Φουστάνι ήτον αυτό ή κοφινίδα; Να το βάλη κανείς στον κήπο του, δεν ήθελε καλλίτερο σκιάχτρο για τα πουλιά. Την εύθυμον δ' εντύπωσιν ενέτεινεν η παρατήρησις του Αστρονόμου, ότι ήθελε μια σπορά τόπο για να περάση.

Ναυτόπουλο έγινα, έπειτα ναύτης· είδα φουρτούνες, χιονιές, αγριοκαίρια· επήγα και με τα σφουγγαράδικα στη Μπαρμπαριά. Μα και ναυτόπουλο και ναύτης και σφουγγαράς δεν εξέχασα το στοιχειωμένο γιούσουρι και τον λόγο που έδωκα του πατέρα μου. Το εναντίον μαζί με το κορμί εμεγάλωνε και ο πόθος μέσα μου, σαν να τον είχα προγονική σπορά στο αίμα.

Ροδοκόκκινη υπό την πλατείαν μπολίδα, ήτις της επροφύλαττε το πρόσωπον από τον ήλιον, εθέριζε μια σπορά εις διάστημα κατά το οποίον οι άλλοι δεν εθέριζον τέταρτον σποράς. Και εις τας επιπονωτάτας δε εργασίας διετέρει την φυσικήν της ευθυμίαν και τον γέλωτά της, όστις ενθύμιζεν εις τον Σαϊτονικολήν ένα τραγούδι της νεότητός του: Οντέ μιλής πέφτουν ανθοί κιοντέ γελάσης ρόδα.

Ο Λάσκαρης, φαρμακωμένης ώρας βασιλιάς, φεύγει μακριά συνεπαίρνοντας του έθνους την ελπίδα, την αθάνατη σπορά που θα γυρίση πάλι μιαν ημέρα θεριεμένος εκδικητής· Και ο καταχτητής, Φράγκοι και Βενετσάνοι και Γερμανοί αδέσποτοι, σαν το αψύ πουλάρι που τσαλαπατεί αναίσθητο με τα πέταλά του τ' αβρά λούλουδα, χύνονται απάνω της βίας και αδικίας και φόνου αχόρταγοι.

Κι' ο γέρος μου πατέρας εφτύς σαν πήρε μυρουδιά, με φοβερές κατάρες μ' άρχισε, κι' όλο δέουνταν στις άγριες Καταδιώχτρες ποτές να μην καθήσει γιος στο γόνα μου, βγαλμένος 455 από σπορά μου· κι' οι θεοί ξακούνε την κατάρα, ο Άδης κάτου στ' άνηλια της γης κι' η Περσεφόνη.

Πού πάω; θα πάρω τους κολλήγους και θα πάω ίσα ναν του χαλάσω τη σπορά. Δε θαν τον αφήσω γω να καλλιεργήση μπροστά στη μύτη μου! — Κάτσε ήσυχα, μωρ' αδερφέ· κάτσε ήσυχα να ζήσης· του είπε με μαλακή φωνή ο Δημητράκης. — Γιατί να κάτσω ήσυχα αφού πατάει τον τόπο μου ; — Μα καλά· πούθε θα περάσης για να πας ως εκεί; Ο Χαγάνος είνε στη μέση. Σ' αφίνει ο Χαγάνος να πατήσης το χτήμα του ;

Και αν από τα χέρια σας οι άνεμοι λυμένοι λυσσομανούν και μάχωνται με τα καμπαναριά μας, κι' αν καταπίνη καραβιαίς το αφρισμένο κύμα, και αν κυλιούνται κατά γης τα γεμισμένα στάχυα, τα δένδρ' αν ξερριζόνωνται, αν σχίζωνται τα κάστρα, κ' επάνω αν κρημνίζωνταιτους φυλακάτωράς των, κι' αν γέρνουν τα κεφάλια των παλάτια, πυραμίδες, ως που να σμίξ' η κορυφή με τα θεμέλιά των, κι' όλ' η σπορά της φύσεως αν γείνη άνω κάτω, εσείς αποκριθήτε με εις ό,τι κι' αν 'ρωτήσω!

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν