United States or Iceland ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΟΡΝ. Τι συμφωνίας έχεις με τον εχθρόν, που έφθασε εις τα παράλιά μας; ΡΕΓ. Εις τίνος χέρια έστειλες τον γέροντα; — Ομίλει! ΓΛΟΣΤ. Έλαβα γράμματα εδώ, αυτό είν' η αλήθεια αλλά δεν μ' ενοχοποιούν, κι' από εχθρόν δεν ήλθαν, έρχοντ' από ουδέτερον. ΚΟΡΝ. Ω πονηρέ! ΡΕΓ. Ω ψεύτη! ΚΟΡΝ. Και πού τον έστειλες τον Ληρ; ΓΛΟΣΤ. 'Σ το Δούβρον. ΡΕΓ. Α! 'ς το Δούβρον!

ΡΕΓ. Του πταίουν τα γηράματα· μολονότι δα ποτέ του δεν ήξευρε να κρατηθή. ΓΟΝΕΡ. Και εις τα καλά του ο θυμός τον εκυρίευε· ώστε πρέπει να το πάρωμεν απόφασιν, ότι θα υποφέρωμεν τώρα όχι μόνον τα φυσικά του ελαττώματα, αλλά κοντά εις αυτά και την ανησυχίαν και την παραξενιάν οπού φέρνουν μαζί των τα αρρωστημένα και χολιασμένα γηράματα.

Ως προς εσένα, έννοια σου, κ' εγώ θα εύρω τρόπον να γίνης κληρονόμος μου εσύ, καλό παιδί μου. Εισέρχονται ο ΔΟΥΞ ΚΟΡΝΟΥΑΛΗΣ, η ΡΕΓΑΝΗ και η συνοδεία αυτών. ΚΟΡΝ. Πώς είσαι, φίλε μου καλέ; Ακόμη μόλις ήλθα, και πράγματα παράδοξα κι' ανήκουστα μανθάνω. ΡΕΓ. Αν είν' αλήθεια ένοχος, ολίγον του θα είναι όσον και αν τιμωρηθή, — Αυθέντα μου, πώς είσαι; ΓΛΟΣΤ. Κυρία μου, ερράγισεερράγισ' η καρδιά μου!

ΡΕΓ. Είμεθ' απ' ένα μέταλλον κ' εγώ και η αδελφή μου όσον εκείνην εκτιμάς, τόσον κ' εγώ αξίζω. Τα λόγια της το αίσθημα εκφράζουν της καρδιάς μου, αλλά δεν είπε αρκετά πόσον εγώ εντός μου αισθάνομαι ότι μισώ κάθ' ευτυχίαν άλλην και μόνον την αγάπην σου έχω απόλαυσίν μου! Ω Κορδηλία, τι πτωχή που είσαι συ! Αλλ' όχι! 'Στα λόγια είν' η πτώχεια μου, δεν είναιτην αγάπην!

Ολίγον σέβαςκαι πολλή θα είν' αψηφησίατο ιερόν του πρόσωπον κ' εις το αξίωμά του, αν τον απεσταλμένον τουτον φάλαγγα τον βάλης ΚΟΡΝ. Φέρετ' εδώ τον φάλαγγα αμέσως! Να μην έχω ούτε ζωήν ούτε τιμήν, αν ως το μεσημέρι δετός δεν μείνη. ΡΕΓ. Διατί έως το μεσημέρι; Έως το βράδυ άφες τον, κι' ολόκληρην την νύκτα. ΚΕΝΤ Κ' εις του πατρός σου βέβαια, κυρία μου, τον σκύλον αυτό δεν θα το έκαμνες!

Και πώς το έκαμες αυτό; Δεν είχες προσταγήν μας... ΚΟΡΝ. Πώς εις το Δούβρον; — Άφες τον ν' αποκριθή εις τούτο. ΓΛΟΣΤ. Δεμένον χειροπόδαρα μ' έχετ' εδώ! Κτυπάτε! ΡΕΓ. 'Σ το Δούβρον πώς τον έστειλες και διατί; ΓΛΟΣΤ. Διότι δεν ήθελα με τ' άσπλαγχνα τα 'νύχια σου να βλέπω να ξερριζώνης τα πτωχά, τα γέρικά του 'μάτια!

ΡΕΓ. Πώς; Ο υιός σου 'θέλησε να πάρη την ζωήν σου, ο Έδγαρ, ο βαπτιστικός του βασιλέως; ΓΛΟΣΤ. Είθε, είθε να ήτο δυνατόν το αίσχος μου να κρύψω ; ΡΕΓ. Δεν ήτο σύντροφος μ' αυτούς τους αναιδείς ιππότας, που έχει ο πατέρας μου μαζί του; ΓΛΟΣΤ. Δεν γνωρίζω. Ω! φρίκη! ΕΔΜ. Μάλιστα·αυτήν την συντροφιάν ανήκει. ΡΕΓ. Τότε λοιπόν δεν απορώ με την διαγωγήν του.

ΟΣΒ. Χίλιαις φοραίς καλλίτερα, κυρία... ΡΕΓ. Το γνωρίζω. Δεν αγαπά τον άνδρα της. Πολύ καλά το 'ξεύρω. Κι' ακόμη τώρα ύστερα που ήτον εδώ πέρα, κάτι αλλόκοταις 'ματιαίς κ' εκφραστικά σημεία εις τον Εδμόνδον έκαμνε. Γνωρίζεις τα κρυφά της! ΟΣΒ. Εγώ, κυρία! ΡΕΓ. 'Ξεύρω 'γώ εκείνο που σου λέγω. Ιδού λοιπόν. Τα λόγια μου καλά σημείωσέ τα. Ο άνδρας μου απέθανε. Εγώ και ο Εδμόνδος είμεθα σύμφωνοι.

Και το μισό βασίλειον, οπού επήρες προίκα δεν το ξεχνάς. ΡΕΓ. Παρακαλώ, εις την ουσίαν έλα. ΛΗΡ Ποιος έβαλετον φάλαγγα τον άνθρωπον αυτόν μου; ΚΟΡΝ. Τι είναι τα σαλπίσματα; ΡΕΓ. Θα είν' η αδελφή μου. Μου έγραψε ότι εδώ να έλθη δεν θ' αργήση. ΡΕΓ. Ήλθ' η κυρία σου; ΛΗΡ Αυτός ένας αχρείος είναι, που ’γέμισε αυθάδειαν κ' επάνω του το 'πήρε, αφ' ότου η κυρία του του έδωκεν αέρα.

ΡΕΓ. Σ ’ τον δούλον του το κάμνω. ΓΛΟΣΤ. Αυθέντα μου, παρακαλώ αυτό να μη το κάμης. Είναι το πταίσμα του βαρύ, αλλά ο κύριός του, ο αγαθός ο βασιλεύς, θα του το τιμωρήση. Είναι το πράγμα που ζητείς ποινή εντροπιασμένη, και τιμωρούνται με αυτήν αισχροί και τιποτένιοι, μόνον οι κλέπται και λησταί ή ποταποί κακούργοι.