United States or Sint Maarten ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προς τον σκοπόν τούτον τους είχον ενδύσει ως μονομάχους και τους είχον οπλίση με όπλα επιθετικά και αμυντικά, ως εξ επαγγέλματος ξιφομάχους. Αλλά διεψεύσθησαν αι ελπίδες των. Οι χριστιανοί εγκατέλιπον επί της άμμου τα δίκρανα, τας λόγχας και τα μαχαίρια και ήρχισαν να ασπάζωνται αλλήλους ενθαρρυνόμενοι αμοιβαίως εις την εγκαρτέρησιν.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Την ιδίαν υποχρέωσιν λαμβάνει κι' ο Μοντέκης, καθώς εγώ, και δύσκολον δεν έπρεπε να ήναιανθρώπους γέρους 'σαν εμάς, να ειρηνεύσουν πλέον. ΠΑΡΗΣ Του κόσμου την υπόληψιν την έχετε κ' οι δύο, και κρίμα είν' αιώνια να ζήτετα μαχαίρια. Αλλ' όμως τι θ' αποκριθήςτην ζήτησίν μου τώρα; ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δεν έχω ή να ξαναπώ εκείνο που σου είπα.

Άνοιγαν και τις παλιοκασέλες, τις ανάδεβαν έβγαναν μέσαθε κουρέλια των καταδίκων τα παλιοπουκάμισα, μην είχαν κ' εκεί στον πάτο μαχαίρια. Έψαχαν και τις σκουροφουφούδες μέσα. Έψαχαν και τα παλιοστρώματα, μην τάχαν μέσα στα άχυρα χωμένα. Ολούθ' έψαχαν.

Κυττάτε, σ' αυτό εδώ το μέρος τον ετρύπησε πέρα ως πέρα το σπαθί του Κάσσιου. Δέστε τι άνοιγμα που έκανε ο ζηλιάρης ο Κάσκας. Να, εδώ έδωκε τη μαχαιριά ο πολυαγάπητος Βρούτος... Ευγενικές ψυχές, τι κλαίτε και μονάχα που το φόρεμα του Καίσαρός μας βλέπετε καταξεσχισμένο

Βέλη, δόρατα και σούβλες των θυμάτων, μαχαίρια από εκείνα που σφάζουν τους ταύρους, έπεφταν εμπρός εις τα πόδια του. Εκεί να έβλεπες τι πηδήματα τρομερά έκαμνε διά να προΦυλαχθή.

Ανέπτυξε κατά πρώτον και έστρωσε μέγα τετράγωνον τραπεζομάνδηλον, έργον των χειρών της, υφασμένον με κυανόλευκα λωρία στενά· παρέθηκε κατά σειράν καθαρά λευκά πιάτα, μαχαίρια και πηρούνια και ποτήρια, την αλατιέρα, ένα μέγαν λάζον ναυτικόν του Ποταμού διά τον διαμελισμόν του χοιριδίου· και έφερεν έν από τα αφράτα ψωμία της εορτής και φιάλην εκλεκτού οίνου μοσχάτου.

Ο Αρχιφύλακας απομέσα, τάχα πως θα ψάξη μην έχουν μαχαίρια, άνοιγε αγριωπός τα σακούλια τους. Άνοιγε τα κοφίνια με τα σταφύλια, κ' έπαιρνε για λόγου του δυο τρία από καθεμιά τους. Καμιά φορά πρόβαλε κ' η νειόνυφη του Βεργή, πεταχτούλα και περδικωτή, η ομορφότερη αφτή στις χάρες και στα στολίδια. Άνοιξε διάπλατη την πόρτα ο Σκοπός, κι αλαφρή σαν πέρδικα, πήδησε μέσα.

Εδώ μαχαίρια κρύπτονταιτα χαμογέλοια μέσα· τα δε συγγενικώτερα βαθύτερα πληγόνουν. ΜΑΛΚΟΛΜ Το βέλοςτο σημάδι του δεν έπεσεν ακόμη·καλόν να τ' αποφύγωμεν, εμπρός του μη μας εύρη! — Εις τ' άλογα! Χαιρετισμοί κ' ευγένειαι ας λείψουν· ωσάν τους κλέπτας φεύγωμεν. Κλοπή συγχωρημένη κανείς να κλέπτετ' απ' εκεί, όπου ελπίς δεν μένει.

Εσείς του Φόνου όργανα, όπου και αν πλανάσθε κι' αόρατα συντρέχετε 'ς ό,τι κακόν κι' αν γείνη, ελάτε, κάμετε χολήν το γάλα των μαστών μου! Έλα και συ, Νύκτα βαθειά, σκεπάσου με του Άδου τον σκοτεινότερον καπνόν, ώστε η μάχαιρά μου να μην ιδή την μαχαιριά, και ούτε απ' επάνω να ημπορή ο Ουρανός να με παραμονεύση 'πίσ' απ' τον πέπλον της νυκτός και να φωνάξη: Στάσου!

Ο Λέντζος σταμάτησε το μουλάρι κι' έβγαλε ένα τσιγάρο, κ' ενώ άπλωνε να το δώση του Φετάνη, αυτός αντί να πάρη το τσιγάρο, του δίνει μια βαθειά μαχαιριά στα πλευρά! — Άπιστο σκυλλί, μ' έφαγες! Πρόφτασε μόνο να ειπή ο Λέντζος κι' έπεσε καταγής νεκρός.