Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Ας με συνοδεύση είς εκ των υπηρετών τούτων του πατρός μου εις τον λειμώνα της Αρτέμιδος, όπου θα σφαγώ. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λοιπόν, παιδί μου, φεύγεις ; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Διά να μη επιστρέψω πλέον. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και αφίνεις την μητέρα σου ; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Το βλέπεις, χωρίς να ήσαι αξία τοιούτου κακού. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Στάσου, μη μου φεύγεις. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Παύσε, μητέρ μου, τα δάκρυα.
Η Ηλέκτρα κάθηται παρά την κοίτην του ασθενούς αυτής αδελφού: Οίμοι, κασίγνητ', όμμα σον ταράσσεται, ταχύς δε μετέθου λύσσαν, άρτι σωφρονών. Ορ. Ω μήτερ, ικετεύω σε, μη 'πίσειέ μοι τας αιματωπούς και δρακοντώδεις κόρας· αύται γαρ αύται πλησίον θρώσκουσί μου. Ηλ. Μέν', ω ταλαίπωρ', ατρέμα σοις εν δεμνίοις· οράς γαρ ουδέν ων δοκείς σάφ' ειδέναι. Ορ.
Λέγεις λοιπόν ότι είσαι βαπτισμένη; — Ναι. — Θα τους το είπω. — Εις ποίους; — Εις αυτούς οι όποιοι διέταξαν να έλθης εις το μοναστήριον. — Καλώς. — Και όταν άπαξ μάθουν τούτο, θα τους ερωτήσω περί σου. — Ναι, μήτερ μου. — Και θα σοι ανακοινώσω ό,τι μάθω. — Ευχαριστώ. Η ηγουμένη είχεν εκτελέσει την υποχώρησιν ταύτην σκοπίμως, και μετ' αυτήν επανήλθεν εις την προτέραν απαίτησίν της.
— Περιμένεις να φύγω, είπεν η Σιξτίνα. Η Αϊμά την παρετήρει έκπληκτος. Ήτο η πρώτη φορά καθ' ην έλεγε τοσούτους λόγους η μοναχή. — Μήπως σ' ενοχλώ; επανέλαβεν αύτη. — Όχι, μήτερ μου. — Διατί δεν γευματίζεις; — Δεν έχω όρεξιν, είπεν η Αϊμά απορούσα διά την φιλοφροσύνην ταύτην, και δυσπιτούσα έτι μάλλον, επί τη αναμνήσει των νουθεσιών της Βεάτης.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Δολίως όμως και ανάνδρως, αναξίως δε του Ατρέως. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Και ποίος θα με φέρη, μήτερ μου, εις τον βωμόν; Διότι δεν θέλω να με σύρουν από της κόμης βιαίως. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Εγώ θα έλθω μαζή σου. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Όχι, όχι συ. Δεν πρέπει. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Θα έλθω εγώ κρατούσα σε από των πέπλων. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Πείσθητι, μήτερ. Μείν' εδώ. Αυτό και διά σε και δι' εμέ είναι το καλλίτερον.
Εις την απαίτησιν της μοναχής αντιπροέβαλεν η Αϊμά άλλην απαίτησιν: — Θα μοι είπης λοιπόν, κόρη μου; επανέλαβε μειλιχίως η ηγουμένη. — Θα μοι είπητε, μήτερ μου, απήντησεν αίφνης η Αϊμά, διατί με κρατείτε κλεισμένην εις το κελλίον τούτο; Η ηγουμένη, αν και ώφειλε να περιμένη τοιαύτην ερώτησιν, ουχ ήττον εθορυβήθη. Αλλ' η αμηχανία της στιγμάς μόνον ολίγας διήρκεσεν. Είτα αναλαβούσα είπεν·
Αλλ' η θεια Μυγδαλίτσα είχε και μίαν μικράν παραίσθησιν. Είτε η δυστυχία, είτε η θερμή επιθυμία διά την επάνοδον του υιού της είχον σχηματίσει εντός του λογικού της την ιδέαν ότι ηδύνατο εις κάθε πλοίον ερχόμενον να είνε ο υιός της. Ηδύνατο κάθε πλοίον ερχόμενον να ήτο του υιού της. Πτωχή μήτερ!
Τούτο εξαρτάται από σε την ιδίαν. Ει μεν φανής πρόθυμος και γη αγαθή να δεχθής τον λόγον της αληθείας, ταχέως θα εξέλθης από εδώ. Ει δε και φανής σκληροτράχηλος, καθώς οι Εβραίοι εις την έρημον, τότε η κατήχησίς σου θα διαρκέση πολύν καιρόν και η εδώ διαμονή του άλλον τόσον. — Αλλά δεν μοι είπες την αλήθειαν, μήτερ μου, απήντησεν η Αϊμά. Η ηγουμένη έκαμε το σημείον του Σταυρού.
Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ της κ' είπε• «Όλα, μητέρ', αληθινά θα σου αναφέρ' ως είναι.
— Όχι, είπεν η Αϊμά, υπερνικώσα την φρίκην αυτής· θα μοι είπετε διά τους γονείς μου; — Θα σοι είπω όσα ειξεύρω διά σε, απήντησεν η μοναχή. — Διά τους γονείς μου; επανέλαβεν η Αϊμά. — Και διά τους γονείς σου, αν ειξεύρω. — Λοιπόν ακούσατε, μήτερ μου, είπεν η νέα, και συνέσφιγγε πάντοτε την καρδίαν της με την αριστεράν χείρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν