United States or Morocco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Σουλτάνης, αν και επερικυκλώθη από τους εχθρούς, αν και ο ίππος του δεν ήτον διόλου επιτήδειος και ικανός ούτε διά πόλεμον ούτε διά φυγήν, αντεμάχετο μ' όλον τούτο μόνος προς πολλούς και αντείχε, μ' όλον ότι είχε λάβει ήδη τέσσαρας πληγάς.

Ο Στάθης όμως είξευρε, φαίνεται, τον άνθρωπόν του, και ήτο βέβαιος περί της ανοχής και της πραότητος του γαμβρού. Τω όντι ούτος είχε λάβει την προτεραίαν ήδη τας τέσσαρας χιλιάδας, καίτοι επέμενε να λάβη άλλας χιλίας, και είχε διαθέσει μέγα μέρος του ποσού εκείνου εις εξόφλησιν εμπορικών υποχρεώσεων.

Η εικασία του δε εβασίζετο εις τούτο, ότι ο βασιλεύς δεν εξήρχετο της ακροπόλεως και δεν εκάλει ενώπιον του κανένα από τους λογίμους Πέρσας. Υποπτεύσας λοιπόν έπραξε τα ακόλουθα· ο Καμβύσης είχε λάβει γυναίκα την θυγατέρα του καλουμένην Φαιδύμην· την ιδίαν είχε τότε ο μάγος και συνέζη μετ' αυτής ως και μετά των άλλων γυναικών του Καμβύσου.

Είχε λάβει δύο κληματίδας λεπτάς απ' την πλουσίαν αναδενδράδα της αυλής του, τα είχε τυλίξει με βαμβάκι, κ' εκόλλησεν επάνω ολίγον χρυσόχαρτον, το οποίον εύρε εις τα συρτάρια των εργοχείρων της γυναικός του, περίσσευμα από στέφανα άλλων γάμων, επειδή η Χατζίνα ηγάπα τα τοιαύτα κοινωνικά χρέη, και συχνά εγίνετο συντέκνισσα εις ανδρόγυνα, και νονά εις βρέφηακούουσα εκάστοτε την συνήθη εγκάρδιον ευχήν : «Όπως έτρεξες με το λάδι, να τρέξης και με το κλήμα, συντέκνισσα» — δηλ. να ζήση να στεφανώση τα νεοφώτιστα, όσα είχεν αναδεχθή.

Συγχρόνως η Μαρία, με παιδικήν χαράν κι' αυτή, ανέκραξεν: — Αυτά δεν είνε τροπάρια που ψαίλνετε, κύριε. — Αλλά τι είνε, κορίτσι μου; ηρώτησα. — Αυτά είνε σαν γλυκά γλυκά τραγουδάκια. Απλούς μανάβης, ή οπωροπώλης ήτον ο άνθρωπος, αλλ' είχε λάβει θεόθεν διά την φιλοξενίαν του την ευλογίαν του Αβραάμ. Η μικρά οικία ήτο ξενών διά τους φίλους και τους διαβατικούς, διά τους εκλεκτούς και τους τυχόντας.

Ο Αγαθούλης, περισσότερο από συμπάθεια παρά από φρίκη, έδωσε σ' αυτόν τον τρομαχτικό ζητιάνο τα δύο φιορίνια, πούχε λάβει από τον έντιμο του αναβαφτιστή, τον Ιάκωβο. Το φάνταγμα τον εκύτταξε στα μάτια, δάκρυσε και ρίχτηκε στο λαιμό του. Ο Αγαθούλης τρομαγμένος πισωδρόμησε. — Αλλίμονο! είπεν ο ένας άθλιος στον άλλον άθλιο, δεν αναγνωρίζετε πια τον αγαπημένο σας Παγγλώσση; — Τι ακούω!

Αυτός δεν έχει λάβει ακόμη την νίκην, απεκρίθη η βασιλοπούλα, ξανασκεπάζοντας το πρόσωπόν της διά να κρύψη την σύγχυσίν της και τα δάκρυά της που έμεινε νικημένη. Έχω να του προβάλλω και άλλα αινίγματα ακόμη, το οποίον θέλω το κάμει αύριον.

Εις αυτήν αφίνω ακόμη μαζί με την ευχή μου και δέκα οκάδες μετάξι και άλλες τόσες στρημμένο λεπτό μαλλί και όλα τα βαμβακερά νήματα, όσα έχω έτοιμα διά τον εργαλειό». Τον εργαλειό εκείνον η κυρά Διαμάντω τον εκαμάρωνε πάντοτε ως το πολυτιμότερόν της πράγμα· τον είχε λάβει κληρονομίαν από την μητέρα της και εκείνη από την μάμμην της.

Φίλοι μεν λοιπόν εξακολουθούσι να είναι και αυτοί μεταξύ των, αλλ' ολιγώτερον από τους αγνώς αγαπωμένους εκείνους, και καθ' όλον τον χρόνον καθ' ον διαρκεί ο έρως και όταν παύση, επειδή νομίζουσιν ότι έχουσι δώσει και έχουσι λάβει τας μεγίστας διαβεβαιώσεις φιλίας, τας οποίας δεν είναι θεμιτόν να παραβώσιν ελθόντες ποτέ εις έχθραν.

Σημειωτέον ότι κατά τεχνοτροπίαν όχι ασυνήθη εις τον Πλάτωνα, τα πρόσωπα ταύτα δεν εισάγονται απ' ευθείας διαλεγόμενα, αλλά τα περί του Συμποσίου και των κατ' αυτό λεχθέντων διηγείται, μετά πάροδον χρόνου μακρού, προς φίλους του ο Αθηναίος Απολλόδωρος, ο οποίος πάλιν δεν παρευρέθη ο ίδιος εις το Συμπόσιον, αλλά τα ήκουσε μεν προ καιρού παρά τινος Αριστοδήμου παρευρεθέντος, τα ενθυμείται όμως καλά, διότι προσφάτως είχε λάβει αφορμήν να τα διηγηθή εις κάποιον άλλον φίλον του.