Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Και ότι κοιμάται και ότι κάμνει όλα όσα είπαμεν, θα το παραδεχθής και αυτό; Θεαίτητος. Μάλιστα. Σωκράτης. Δεν είναι αληθές, ότι έκαστον από όσα εκ φύσεως είναι ενεργητικά αλλέως θα με μεταχειρισθούν όταν συναντήσουν εμέ τον Σωκράτη υγιή, και αλλέως όταν με συναντήσουν ασθενή; Θεαίτητος. Πώς είναι δυνατόν να γίνη διαφορετικά; Σωκράτης.

Αφ' ότου ετρελάθηκε τον έκαμαν άγιον. Και του φιλούν το χέρι, και του φέρνουν φαγητά, και του φέρνουν ρούχα, και θέλουν να τον πάρουν εις του καϋμακάμη το σπίτι. Μα εκείνος δεν τρώγει παρά ξερό ψωμί, δεν φορεί παρά αυτά που βλέπεις, και κοιμάται κατά γης μέσ' στην αχυρώνα. Και δεν θέλει να φύγη από κοντά μου ό,τι κι' αν του κάμουν.

Ημέρα μήνας μώρχεται, κι' η εβδομάδα χρόνος· Κι' όσο απερνάει ο καιρός, τόσο αβγατάει ο πόνος, Επάντεχα την ξενιτιά προς ώρας πανηγείρι, Κι' αυτή ακράτο με κερνάει φαρμάκι στο ποτήρι. Κυττάζω εδώ, κυττάζω εκεί δε βλέπω να γνωρίσω, Το φίλον που παραποθώ να του γλυκομιλήσω. Κι' είμαι σαν έρημο πουλί, σαν έρημο τρυγόνι, Οπού κοιμάται στο κλαρί, και τη φωλιά δε στρόνει.

Εσύ θέλεις περάσει με αυτόν δεκατέσσαρες ημέρες, και εις την δεκάτην πέμπτην, εκεί που κοιμάται θέλεις του αλείψει τα ρουθούνια με μίαν σκόνιν που θέλω σου δώσει, διά μέσον της οποίας ευθύς θέλει αποθάνει, και εσύ θέλεις μείνει διάδοχός του.

ΠΡΟΣΠ. Όχι, κόρη μου· τρώει και κοιμάται, κ' έχει τες ίδιες αισθήσεις, που έχουμε κ' εμείς· τες ίδιες· τούτος ο καλός νέος, που βλέπεις, ευρέθη στο καραβοτσάκισμα, και, αν δεν τον είχε βλάψει κομμάτι η θλίψη, η οποία είναι ο μαρασμός της ωμορφιάς, μπορούσες να τον ειπής ωραίον.. Έχασε τους συντρόφους του, και περιπλανιέται να τους εύρη.

Δε φαίνεται σχεδόν άλλο τίποτε από ρόδα κι από την πόρτα μπαίνει μια γυναίκα μόνη. Κρατεί στα χέρια ένα παιδί και το παιδί είναι νεκρό. Δε θέλει ναγγίση άλλος κανείς το αγαπημένο της και με τα ίδια της τα χέρια, που δεν τρέμουν, το τοποθετεί στην κάσα. Του βάζει στην αγκαλιά ένα μικρό ξύλινο μαλλιαρό σκυλάκι, που αγαπούσε να κοιμάται μαζί του όταν είτανε γερό και κανείς δε στοχαζότανε το θάνατο.

Και εις την σκοτιάν βαθείαν, Εις το απέραντον διάστημα, Τα φώτα σιγαλέα Κινώνται των αστέρων Λελυπημένα. Εχάθηκαν η πόλεις, Εχάθηκαν τα δάση, Κ' η θάλασσα κοιμάται Και τα βουνά· και ο θόρυβος Παύει των ζώντων. Εις τα φρικτά βασίλεια Ομοιάζει του θανάτου Η φύσις όλη· εκείθεν Ήχος ποτέ δεν έρχεται Ύμνων ή θρήνων.

Εις τα λοιπά προσόντα της Χριστίνας πρέπει να προσθέσω και οτι εσυνείθιζε να κοιμάται με εν γόνατον λιγυσμένον και την χείρα όπισθεν της κεφαλής, ως το αρχαίον άγαλμα τον Ερμαφροδίτου.

Δε θα είναι μακρινό το πρώτο ταξίδι μας. Απάνω στην «Ακρόπολη» του σκλαβωμένου χωριού μας θανέβουμε. Είναι φεγγάρι, και Μάης μήνας. Η φύση κοιμάται με μαγευτικό χαμόγελο στη χαριτωμένη της όψη. Μισής ώρας δρόμος από το καλύβι που κάθουμαι και σου γράφω. Να πάμε με το νου μας γιαλό γιαλό. Δυο κάβους περνούμε, και τον τρίτο τον κάβο τονε στεφανώνει η φτωχοπερήφανή μας Ακρόπολη.

Και αυτή η θάλασσα κοιμάται πολλάκις και απλώνεται με τοιαύτην νωχέλειαν οκνηρίας, με τοιαύτην νέκραν τέλματος, ώστε δυσκόλως από την πλατείαν γεννάται αισθητή η παρουσία της. Και πολύ δικαίως κάποιος είπε μίαν εσπέραν, ενώ παρετήρει τα ακίνητα εκείνα νερά, από τα οποία ανεδίδοντο, ενόμιζες, ζεστοί ατμοί: — Θάλασσα είνε αυτή ή μπουγάδα;

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν