United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στην αρχή εφάνηκαν πως συμπονούσαν το Δάφνη· ύστερα η πιο μεγάλη, γκαρδιόνοντάς τονε, λέει: — Μη μας κατηγοράς καθόλου, Δάφνη, επειδή εμείς νοιαζόμαστε για τη Χλόη περισσότερο από σένα. Εμείς κι όταν ήτανε μωρό τη λυπηθήκαμε και σε τούτη εδώ τη σπηλιά την αναθρέψαμε. Εκείνη δεν έχει να κάνη τίποτε με τους κάμπους και με τα πρόβατα του Λάμωνα.

Ήταν πάλι η γριά Ποτόι που ερχόταν να μάθει νέα του Τζατσίντο. Προχώρησε σαν σκιά, αλλά θα πρέπει να είχε αφήσει κάποιον έξω επειδή έστρεψε να κοιτάξει, ενώ οι κυρίες αποσύρονταν αγανακτισμένες. «Εδώ και πέντε μέρες το παλικάρι λείπει και κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεται!

Πού και πότε είνε μεγάλος ο πατέρας της τέχνης κι αληθινός; Όταν ιστορή ανθρώπινες πράξες κι ανθρώπινους λογισμούς. Σε κάμνει και τα νοιώθεις κατάβαθα κι αυτά και ταπόκρυφά τους τα ελατήρια. Γίνεται η ψυχή σου ένα μαζί τους. Σε συνεπαίρνει μ' αυτόν τον τρόπο κι ο Όμηρος κι ο Σαιξπήρος κι όλοι τους, επειδή μέσ' από τα φυλλοκάρδια σου το παίρνουν το υλικό τους. Την ψυχή σου ιστορούνε.

Επειδή αισθανόμεθα ότι ορώμεν και ακούομεν, αναγκαίως ή διά της όψεως αισθανόμεθα, ότι ορώμεν ή δι' άλλης αισθήσεως. Αλλά τότε η αυτή αίσθησις αύτη θα ορά την όψιν και το αντικείμενον αυτής, το χρώμα.

Κατά μίαν έννοιαν, έλεγεν ο Ιησούς προς τους ακροατάς Του, εγνώριζον τον νόμον, τον οποίον είχε δώσει αυτοίς ο Μωυσής, κατ' άλλην, διετέλουν εν οικτρά αγνοία τούτου. Δεν ηδύναντο να κατανοήσωσι τας αρχάς του, επειδή δεν ήσαν πιστοί εις τας εντολάς του. Και είτα τους είπε φανερά, «Ίνα τι μέλλετε φονεύειν Με

Οι Άγιοι όμως δεν τον άφησαν. . . Ηθέλησε δια να αντιγράψη την Πλατυτέραν των Ουρανών μεγαλώσαντος το ιερόν: να φέρη την Αγίαν Τράπεζαν στη μέση, όπως το κανονικόν, δια να περιφέρεται ο ιερεύς, επειδή τώρα είναι μες τον τοίχο, κάτωθεν της θαυματουργού Εικόνας όπως αρχαιόθεν.

Τα στρατεύματα εκείνα, ήσαν του βασιλέως της Αιθιοπίας του οποίου την θυγατέρα ο Ηρώδης είχε διαζευχθεί, διά να νυμφευθεί την Ηρωδιάδα υπανδρευμένην με ένα εκ των αδελφών του ο οποίος έζη εις την Ιταλίαν, χωρίς να έχη αξιώσεις επί της αρχής. Ο Αντίπας ανέμενε παρά των Ρωμαίων επικουρίας επειδή δε ο Bιτέλιος ο κυβερνήνης της Συρίας ήργει να φθάση, κατετρώγετο από ανησυχίαν.

Επειδή βλέποντας τέτοιους φοβερούς εχτρούς σκόρπιους μέσα στα κράτος, κι από την άλλη μεριά τα στρατέματα, όσα μνήσκανε, λαφιασμένα και μήτε να δούνε Γότθο μην αποκοτώντας, σοφίστηκε, οργάνισε, κ' έβγαλε πέρα πολιτική πούφερε μεγαλήτερα ίσως αποτελέσματα από λαμπρή νίκη. Μένοντας ο ίδιος στη Θεσσαλονίκη, που την έκαμε Στραταρχείο του, λάβαινε από κάθε μέρος μαντάτα κ' έστελνε προσταγές.

Γιατί σου έχει καρφωθεί αυτή η ιδέα στο μυαλό; Γιατί δεν θέλεις να έρθει ο Ρετόρος; Θα σου διάβαζε το Ευαγγέλιο και δεν θα φοβόσουν πια μην πεθάνεις…» Εκείνος δεν απάντησε. Όχι, δεν μπορούσαν να τον κοροϊδέψουν. Η ώρα όμως δεν είχε φτάσει ακόμη κι εκείνος γαντζωνόταν από τη ζωή μόνο και μόνο επειδή φοβόταν μην αφήσει το κουφάρι του στο σπίτι των κυράδων του.

Αλλ' επειδή ήλθαν πολύ βραδέως, οι Αθηναίοι εσκέφθησαν να τους αποπέμψουν πάλιν εις την Θράκην όθεν ήλθον· να τους διατηρήσουν ενόσω διήρκει ο πόλεμος της Δεκελείας, τους εφαίνετο πολυτέλεια, επειδή καθένας εξ αυτών ελάμβανε μίαν δραχμήν καθ' ημέραν.