Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Ευρισκόμην εις είδος παραζάλης, εκ της οποίας όμως ανένηψα βαθμηδόν ως αφυπνιζόμενος εκ της ευθύνης, την οποίαν ανελάμβανα, και εκ του ενώπιον ημών κινδύνου. Ότε μάλιστα είδα τον Μίρτον μεταξύ των κληρωθέντων πέντε, η διπλή αύτη συναίσθησις της ευθύνης μου και του κινδύνου επλημμύρησε την ψυχήν μου.

Του είχεν επέλθη μία θαυμασία ιδέα, διά να τιμωρήση τον Τερερέν και τον εξευτελίση συγχρόνως ενώπιον της Πηγής. Ο ποταμός απείχεν ολίγας δεκάδας βημάτων, εγνώριζε δε ο Μανώλης ότι την ώραν εκείνην έπλυνεν εις τον ποταμόν η Πηγή. Το πράγμα του εφαίνετο ευκολώτατον. Ο ισχνός αντεραστής του δεν θα ήτο βαρύτερος από τας γρανιτικάς πέτρας τας οποίας εσήκωνε με τόσην ευκολίαν.

Μ' έστειλεν ο πατήρ μου ν' αγοράσω ό,τι εύρω και εξηρχόμην προς τούτο της καλύβης, ότε είδα αίφνης εις το φως του δύοντος ηλίου γενικήν ενώπιον μου παραζάλην. Αι γυναίκες έτρεχον με τα βρέφη εις την αγκάλην, οι άνδρες με βάρη επί των χειρών, φράσεις διακεκομμέναι αντηλλάσσοντο, και έφευγον όλοι έξω του χωρίου, ενώ οι οπλοφόροι συνωθούμενοι ητοιμάζοντο να φράξωσι την είσοδον.

Οι ψηφοθήραι ούτοι σταματώσι τον δυστυχή περιπλανώμενον Ιουδαίον, ούτινος έγειναν ciceroni ενώπιον πάσης θύρας λησμονηθείσης κατά τας προτέρας εκδρομάς, και τον εισάγουσιν εις έκαστον υπόγειον, ούτινος υποθέτουσιν ευμενείς τας διαθέσεις.

Την επιούσαν απήχθησαν της φυλακής οι δύο χωρικοί και δεν επέστρεψαν, έμεινα δ' εντός αυτής μόνος και έρημος, μετρών τας ώρας και ελεεινολογών την τύχην μου, και συλλογιζόμενος τι άρα ν' απέγεινεν ο Παντελής και ο όνος του. Την επομένην πρωίαν με ωδήγησε πάλιν ο Αράπης ενώπιον του Αγά. Εβάδιζα περίλυπος και καταβεβλημένος.

Ο Πετρώνιος, αν ήτο βέβαιος ότι ο Βινίκιος και η Λίγεια θα ήσαν ήδη έξω της πόλεως, θα απεκρίνετο: «Ενυμφεύθη με την άδειάν σου και ανεχώρησεν». Αλλ' ενώπιον του αλλοκότου μειδιάματος του Νέρωνος, είπε: — Η πρόσκλησίς σου, Καίσαρ, δεν τον εύρεν εις τον οίκον του.

Η ομιλία αύτη εγένετο ενώπιον του οκταετούς Θωμά, όστις αγαπών τον πάππον του, επερίμενε τεθλιμμένος να ίδη οποία θέλει είσθαι η έκβασις των σκληρών λόγων του πατρός του. Ο γέρων εστέναξε βαθέως, εδάκρυσε, και παρεκάλεσε τον εγγονόν του Θωμάν να τω φέρη εκ του παρακειμένου δωματίου έν μάλλινον κάλλυμα, διά να έχη αυτό ως στρώμα και εφάπλωμα εις την πλανητικήν και ύπαιθρον ζωήν του.

Δι' αυτό λοιπόν, φίλε μου, ο τοιούτος και εις τας ιδιωτικάς του συναναστροφάς και εις τας κοινωνικάς του σχέσεις, καθώς έλεγα εις την αρχήν, όταν εντός δικαστηρίου ή εις κανέν άλλο μέρος αναγκασθή να συζητήση διά πράγματα που είναι εμπρός εις τα πόδια του και εις την μύτην του, γίνεται γελοίος όχι μόνον ενώπιον των Θρακισσών αλλά και όλου του λαού, διότι πίπτει εις πηγάδια και εις διαφόρους δυσκολίας ένεκα της αμαθείας του, και τότε η εντροπή του είναι τρομερά, διότι προξενεί εντύπωσιν αβελτηρίας.

Αλλ' ο πήχυς είνε ελαστικός, όταν δε βλέπη ηθικήν ανωτέραν της ιδικής του, εντείνει τα μέτρον και την αποδεικνύει ελλειπή. Ουδείς εσώθη από το μέτρον του, και όλοι του έμειναν χρεώσται! Έντρομος ητοιμάσθην να φύγω, ότε ρακένδυτος διαβάτης τείνει την χείρα ενώπιόν μου και λέγει: — Έλεος, ω πτηνόν ξένον και αδιάφορον· συ, το οποίον δεν είσαι άνθρωπος, βεβαίως δεν θα μου αρνηθής τον οβολόν σου.

Ο Γιωργάκης της Λιμπέριαινας, με φωτιά τα μάτια του από την αγρυπνίαν και από τον μυστικόν της νυκτός θρήνον, ξεσκούφωτος κι' έχων έτοιμον θυμιατόν πήλινον, από εκείνα τα πρασινοκίτρινα του Τσανακαλέ, έκαμεν αμέσως τον σταυρόν του και ήρχισε να θυμιάζη τους ναύτας γύρω-γύρω αναγινώσκων συγχρόνως το Τρισάγιον και ψάλλων: «Μετά πνευμάτων δικαίων . . . . .». Οι ναύται καταπτοηθέντες αίφνης από της πρώτης εκείνης επιβολής, μεθ' ης παρέστη ενώπιον των οφθαλμών των, την εωθινήν εκείνην ώραν, η απροσδόκητος αυτή σκηνή του πένθους, έστησαν εν ευλαβεία κατανυκτική γύρω-γύρω, ως εις Εκκλησίαν.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν