United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πριν εξέλθωσι διά τον υπό το φέγγος της σελήνης περίπατον προς τον Κήπον της Γεθσημανή, πάλιν ωμίλησεν αυτοίς. «Εγώ ειμι η Άμπελος η Αληθινή και ο Πατήρ Μου ο Γεωργός εστι». Δεν είνε ανάγκη να εύρωμεν άμεσόν τινα περίστασιν σχετιζομένην με την μεταφοράν και την εικόνα ταύτην, εκτός του «καρπού της αμπέλου», εξ ου είχε μετάσχη.

Και σ' άλλο μέρος μιλεί σοφά για «μιαν αβρά Schiavone ποικιλμένη ωσάν πρασιά λαλέδων με πλούσιους σκόρπιους χρωματισμούς», για «έν' ακτινοβόλο πορτραίτο, αξιοπαρατήρητο τη morbidezza του, του φειδωλού Moroni» και για μιαν άλλη εικόνα «χυλώδη στη σάρκα».

Έκλεισε πάλιν αυτούς ελπίζων ότι ήθελεν επανίδει την ποθεινήν εικόνα. Ουδέν. Εν τούτοις η γλυκεία εντύπωσις έμενεν. Ο νέος ήλπιζεν ότι ηδύνατο εισέτι να την επανίδη. Φευ! η Αϊμά έφευγε. Την είδε πάλιν, αλλά φεύγουσαν. Ήτο εντός πλοίου, όπερ ορμητικώς απεμακρύνετο εκ της παραλίας, ο δε Μάχτος, ως τω εφαίνετο, ίστατο όρθιος επί της ακτής, και την απεχαιρέτιζε μακρόθεν.

Πρώτον λοιπόν πρόσεξε εις το εξής: Άραγε ημπορεί κανείς να αποδώση την εικόνα του ανδρός εις τον άνδρα και της γυναικός εις την γυναίκα, και ούτω καθ' εξής; Κρατύλος. Πολύ μάλιστα. Σωκράτης. Και πάλιν δεν ημπορεί αντιστρόφως να αποδώση την εικόνα του ανδρός εις την γυναίκα και την εικόνα της γυναικός εις τον άνδρα; Κρατύλος. Γίνεται και αυτό. Σωκράτης.

Επομένως οι καλλιτέχναι δεν αφίνουν άραγε κατά μέρος την αλήθειαν και πλέον δεν αποδίδουν την πραγματικήν συμμετρίαν, αλλά εκείνην η οποία θα φανή καλή εις το ομοίωμα; Θεαίτητος. Βεβαιότατα. Ξένος. Ώστε το έν μέρος από τα δύο δεν είναι δίκαιον να το ονομάσωμεν εικόνα, αφού είναι απεικόνισις; Θεαίτητος. Μάλιστα. Ξένος.

Πέθαν' ο Βλάχος πέθανε κι' αφίνει σ' όλα διάτα αφίνει τη τζομάκα τουτην εκκλησιά λαμπάδα αφίνει την τσαντίλα του ποδιά για την εικόνα και την τρανή κομπλίτσα του να κρεμαστή καντήλα· αφίνει και την τσέργα του για τον παπά φελόνι· κι' αυτή τη μαύρη λιάρα του σάκκο για το δεσπότη. . . Το βλάχικον τούτο τραγούδι επροξένησε μεγάλην εντύπωσιν εις τον Μάρτην.

Τοιαύτα ήσαν τα κυριώτερα χαρακτηριστικά· πλην δε τούτων οι Βενεδικτίνοι της Γερμανίας εφόρουν ερραμμένην εις το κουκούλιον μικράν εικόνα της Παναγίας, ίνα προφυλάττη τας κεφαλάς των από τους πονηρούς λογισμούς και τας φθείρας, τα δε πρόσωπα αυτών πολύ ωμοίαζον τα παλίμψηστα μοναστηριακά χειρόγραφα, εν οις, υπό τα ευσεβή τροπάρια του μεσαιώνος, διαφαίνονται εισέτι ερωτικοί στίχοι του Ανακρέοντος και της Σαπφούς.

Οι καιροί εκείνοι της γενικής ανησυχίας και της ακαταστασίας μας παρουσιάζουν εικόνα λυπητερή, και μα την αλήθεια τρομαχτικιά. Λες άλλο ένα πάθημα, άλλη μια συφορά, και βούλιαζε μες στη βαρβαρωσύνη μια για πάντα ο κόσμος.

Το εννόησα αυτό ένα βράδι, που καθόμαστε σε μια βεράντα και κοιτάζαμε τα νορβηγικά φιόρδ και τα βραχόβουνα. Η Έλσα τα κοίταζε όλα πολλή ώρα, έπειτα έκλεισε τα μάτια εμπρός στην αγαπημένη της εικόνα και μου είπε: — Γιώργο, γιατί με φέρνεις να δω όλα αυτά; Έπειτα άρχισε να κλαίη σιγά, μα προσπάθησε πάλι να κρατήση τα δάκρυα και γύρισε και με κοίταξε.

Ευρίσκετο πλησιέστατα της οικίας του Θωμά και διά μέσου των κλώνων της συκαμινέας διέκρινε την Πηγήν, όπως την είδεν άλλοτε ορθίαν εις την θύραν και σκορπίζουσαν κριθάς εις τας όρνιθας. Ήτο δε και η αυτή ώρα. Αλλά τώρα το ρόδινον φως του δειλινού περιέβαλλε θλιβερωτάτην εικόνα. Πόσον είχε μεταβληθή η κακομοίρα! Ήτον αγνώριστη.