United States or Botswana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά ταύτα, όχι πολύ ύστερον, απεστάτησεν από τους Αθηναίους η Εύβοια· και ότε είχεν ήδη μεταβή εις αυτήν ο Περικλής ηγγέλθη εις αυτόν ότι απεστάτησαν τα Μέγαρα, ότι οι Πελοποννήσιοι μέλλουν να εισβάλουν εις την Αττικήν και ότι οι φρουροί των Αθηναίων κατεσφάγησαν υπό των Μεγαρέων, εκτός εκείνων όσοι διεσώθησαν εις Νίσαιαν· απεστάτησαν δε οι Μεγαρείς, αφού προηγουμένως εζήτησαν την συνδρομήν των Κορινθίων, των Σικυωνίων και των Επιδαυρίων.

Οι Τούρκοι της πόλεως ιδόντες τα γενόμενα εξεμάνησαν και ο πασάς διέταξε την σύλληψιν και φυλάκισιν των χωρικών και του καλογήρου. Αλλά και οι χριστιανοί εζήτησαν και επέτυχαν την επέμβασιν των προξένων, επικαλούμενοι την θρησκευτικήν ελευθερίαν, ήτις είχε προκηρυχθή διά του Χάτι-χουμαγιούν.

Εζήτησαν λοιπόν από τον Καραϊσκάκην να καταβή εις τους πρόποδας του βουνού, πλησίον εις την πεδιάδα του Μεσολογγίου, διά να δεχθή τους εξερχομένους και να αντικρούση την ορμήν των εχθρών, οι οποίοι αναμφιβόλως ήθελον ακολουθεί διώκοντες. Πολλοί ήθελον διαφύγει την αιχμαλωσίαν και τον θάνατον, εάν ο Καραϊσκάκης δεν ήθελεν είναι ασθενής.

Ούτε φανατικοί ούτε ανόητοι ήσαν αι πρώται εκείναι παρθένοι, αίτινες απολακτίσασαι τον κόσμον εζήτησαν ησυχίαν υπό την στέγην Μοναστηρίου• αλλ’ εγνώριζον ότι οι γάμοι πλήθουσιν ανίας, ήκουσαν τας κραυγάς των γυναικών, ότε έτικτον ή εξυλοκοπούντο υπό του συζύγου, είδον τας γαστέρας αυτών εξοιδημένας και τα στήθη των γάλακτος αποστάζοντα, εμέτρησαν δε και τας ρυτίδας όσας αι αγρυπνίαι και οι πόνοι έσκαψαν επί του μετώπου των.

Την ερχομένην ημέραν εστοχάσθηκαν να υπάγουν εις τον βασιλέα ωσάν ντζοβαϊρτζήδες, και με τούτον τον τρόπον επήραν και οι τρεις από μίαν κασσελοπούλαν, και τες εγέμισαν από τα διαμάντια που είχαν, και ερχόμενοι εις το παλάτι, εζήτησαν διά να ομιλήσουν με τον βασιλέα.

Όλοι ενόησαν ότι οι άνθρωποι εκείνοι δεν εζήτησαν ποσώς χάριν και ότι δεν έβλεπον ούτε το θέατρον, ούτε τον λαόν, ούτε την Σύγκλητον, ούτε τον Καίσαρα, αλλά προσηύχοντο. Ο ύμνος των: «Ο Χριστός βασιλεύει εις τους αιώναςαντήχει επί μάλλον εύηχος.

Θα φέρουν την είδησι στο Βασιληά: θα ιδούν την τρυφερότητα να γίνεται μανία, τον Τριστάνο διωγμένο ή σκοτωμένο, και της Βασίλισσας τα μαρτύρια. Εφοβούντο μολαταύτα το θυμό του Τριστάνου. Αλλά στο τέλος το μίσος ενίκησε τον τρόμο: μια μέρα οι τέσσερες βαρώνοι εζήτησαν ακρόασι από το Βασιληά Μάρκο. Και ο Αντρέ του είπε: — Ωραίε Βασιληά, δίχως άλλο η καρδιά σου θα οργισθή.

Η οικία ήτο μικρά· ταχέως επεσκέφθη όλα τα δωμάτια και μάλιστα τα υπόγεια. Κανείς ούτ' εκεί. Η Λίγεια, ο Λίνος και ο Ούρσος με άλλους κατοίκους της συνοικίας θα εζήτησαν να σωθώσι διά της φυγής. «Πρέπει να τους ζητήσω εις το πλήθος έξω της πόλεως», εσκέφθη ο Βινίκιος. Όπως και αν είχε, θα ήσαν έξω των φλογών.

Ότε δε έγινε συνέλευσις, εζήτησαν να ομιλήσουν, αλλ' οι στρατιώται ηρνούντο να τους ακούσουν και εφώναζαν ότι έπρεπε να φονεύσουν εκείνους, οι οποίοι κατέλυαν την δημοκρατίαν. Επί τέλους μόλις και μετά βίας ησύχασαν και συγκατετέθησαν να τους ακούσουν.

Ο δε Άρπαγος έφερε τα στρατεύματά του κατ' αυτών, τους επολιόρκησε και τοις επρότεινεν ότι ηρκείτο να κρημνίσωσιν ένα μόνον προμαχώνα και να καθιερώσωσιν έν οίκημα διά βασιλικήν κατοικίαν. Αλλ οι Φωκαιείς, βδελυσσόμενοι την δουλείαν, εζήτησαν να σκεφθώσι μίαν ημέραν ολόκληρον πριν αποκριθώσι και τον παρεκάλεσαν, καθ' ον καιρόν θα συνεσκέπτοντο, να μένη ολίγον τι μακράν της πόλεως.