United States or Australia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Διότι, Κύριέ μου, τα δέρμα του είναι τόσο εργασμένο από την τέχνην του, ώστε σου διώχνει το νερό διά πολύν καιρόν, και το νερό, ηξεύρεις, είναι φοβερός καταλύτης του βρωμερού κορμιού μας. Ιδού, πάλι ένα καύκαλο εδώ· τούτο το καύκαλο έμεινε από κάτω από την γην εικοσιτρία χρόνια. ΑΜΛΕΤΟΣ Τίνος ήταν; Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Ήταν ενός... υιού! Τι θεότρελλος ήταν! Τον μαν- τεύεις;

Μα μ' όλη μου την ασχημιά πρόβατα χίλια βόσκω, κι αρμέγοντάς τα πίνω εγώ το πιο καλό τους γάλα· και δε μου λείπει το τυρί μηδέ το καλοκαίρι μηδέ και το φθινόπωρο μηδέ και το χειμώνα κ' είνε τα τυροβόλια μου ολοχρονίς γεμάτα. Και τη φλογέρα παίζω εγώ καλλίτερ' απ' τους άλλους τους Κυκλομμάτες που είν' εδώ· και παίζω τη φλογέρα για σένανε, γλυκόμηλο, και για παρηγοριά μου τη νύχτα τα μεσάνυχτα.

Ο βεζύρης μου επήγε προς αυτούς με αρκετόν αριθμόν στρατιωτών διά να πιάση τους εχθρούς σου, και να μου τους φέρη εδώ· ως τόσον του λόγου σου θέλεις σταθή εις το παλάτι μου, και θέλεις μείνει δουλευμένος από τους ανθρώπους μου ωσάν να ήμουν εγώ ο ίδιος.

Ένας τρίτος υπηρέτης πλησίασε επίσης έναν τρίτο ξένο και τούπε: — Η Μεγαλειότητά σας δε θα μείνη πολύν καιρό εδώ· θα τα ετοιμάσω όλα. Κ' ευθύς εξαφανίστηκε. Ο Αγαθούλης κι' ο Μαρτίνος δεν αμφιβάλανε πως είχαν εμπρός τους μασκαράδες του καρναβαλιού. Ένας τέταρτος υπηρέτης είπε στον τέταρτον αφέντη. — Η μεγαλειότητά σας θ' αναχωρήση, όποτε θέλη, και βγήκε έξω σαν τους άλλους.

Τους διηγήθη και περί του Ρούντυ και αετιδέως, περί της εις Ιντερλάκεν εσχάτως επισκέψεώς των και εν γένει όλην την ιστορίαν· και αυτή εχάρη τα μέγιστα και κατεγοητεύθη διά τον Ρούντυ και την Μπαμπέττα και ακόμη και διά τον Μυλωθρόν. Τους υπεχρέωσε λοιπόν να έλθουν χωρίς άλλο και οι τρεις εδώ· και λοιπόν ήλθαν. Η Μπαμπέττα ήθελε να ιδή την νονά της και η νονά την Μπαμπέτταν.

Μην τα ρωτάς, παιδί μου . . . Μεγάλη συφορά μου επενέβηκε, ήρχισε να λέγη η Γιαννού. Είτα ανήσυχος ηρώτησε·Μην είν' εδώ ο κυρ Αναγνώστης; — Όχι, δεν είν' εδώ· τόσο νωρίς δεν έρχεται, είναι στον καφενέ . . . Αχ! θεια Χαδούλα, κ' εγώ έλεγα πώς να κάμω να 'ρθώ στο σπίτι, να σου 'πω τα τρέχοντα . . . — Έμαθες τίποτα;

ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ποιος είναι; ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Ο Ρωμαίος. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Προ πόσης ώρας είν' εκεί; ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ θα ήναι 'μισή ώρα. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣτον τάφον ακολούθει με. ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Φοβούμαι να σ' ακούσω Ο κύριός μου αγνοεί πως είμ' εδώ ακόμη, και μ' εφοβέρισε φρικτά πως αν παραμονεύσω θα με σκοτώση. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Μείν' εδώ· εγώ πηγαίνω μόνος. Ω! τρέμω μήπως έγεινε καμμία δυστυχία.

Σωκράτης Αποκρίσου λοιπόν εξ αρχής· τι λέγεις ότι είναι αρετή, και συ και ο φίλος σου; Καλώς δε σκέπτεσαι, Σωκράτη, σε βεβαιώ, να μην αναχωρής ούτε να ταξειδεύης απ' εδώ· διότι, αν τα έκανες αυτά ξένος εις άλλην τινά πόλιν, πολύ γρήγορα θα σ' εφυλάκιζαν ως γόην. Μένων Εις τι λοιπόν, Σωκράτη; Σωκράτης Εννοώ ένεκα τίνος λόγου με παρέβαλες. Μένων Διά ποίον λόγον νομίζεις;

«Εσυνάθροισα εις όλην μου την ζωήν ετούτα όλα τα πλούτη, που είνε εδώ· επήρα χώρες και κάστρα τα οποία τα ελιμούργιαξα απέκτησα βασίλεια, και εκατατρόπωσα όλους τους εχθρούς μου· μα όλες μου αι δυνάμεις έδωσαν τόπον εις εκείνες του θανάτου.