United States or Pakistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έμεινα πολλά διαπερασμένος από την νέαν του δυστυχίαν, και τίποτα δεν αψήφισα διά να τον χαροποιήσω· αδελφέ μου του είπα, εγώ βλέπω που εσύ τύχην δεν έχεις εις το να πραγματεύεσαι· κάνει χρεία το λοιπόν να αφεθής τελείως από την πραγματείαν, και θέλεις ζήση μαζί μου με ανάπαυσιν χωρίς να σου λείψη τίποτε.

Ο ταλαίπωρος αγαπημένος του βασιλέως, θλιμμένος διά την νέαν του δυστυχίαν και ηξεύροντας ότι ήτον ανεύθυνος, επάσχισε διά να εύρη το μέσον προς τον βασιλέα διά να δικαιολογηθή, μα εστάθη αδύνατον.

Η Δαρδανέ, η ωραία Δαρδανέ έχει πλανωμένους πάντοτε τους στοχασμούς μου· και με όλον που κάθε στιγμήν στοχάζομαι πώς αυτή είνε αποθαμμένη και πώς δεν πρέπει πλέον να την στοχασθώ, έχω την δυστυχίαν να μην ημπορώ να εβγάλω από την φαντασίαν μου την μορφήν της· και είμαι τόσον σκοτισμένος, που αντίς να χαίρωμαι τόσα πλούτη και τόσα καλά, μου φαίνεται πως να μην είμαι ευχαριστημένος· καλύτερον αγαπούσα χίλιες φορές να εχαίρομουν μίαν ευτυχίαν μεσαίαν και να είχα την Δαρδανέ, παρά που να ζω χωρίς αυτήν με όλα ταύτα τα πλούτη.

Πολλούς κατά συνέχειαν χρόνους το σώμα τούτο αντέσχεν εις τους διωγμούς του Αλή πασά, ο οποίος, αν και κατέστρεψε τον Κατσαντώνην, δεν κατώρθωσεν άλλο, ει μη να καταστήση λαμπρότερον και επιφοβώτερον το σώμα του, οδηγούμενον από τον αδελφόν αυτού Λεπενιώτην. Ο Αλή πασάς, αφ' ού διά της δυνάμεως δεν ηδυνήθη να το καταστρέψη, μετεχειρίσθη τον δόλον, μέσον διά του οποίου κατά δυστυχίαν επέτυχεν.

Επείσθης ότι σου θέλω το καλόν σου; — Με την ψυχήν μου, είπεν ο Γύφτος. — Και δεν δύναμαι να σου φέρω ποτέ δυστυχίαν; — Βέβαια. — Λοιπόν διστάζεις; — Όχι. — Τι σοι είπεν ο Θεόδωρος χθες; — Ό,τι τον επρόσταζεν ο άρχων μου. — Ώστε ενόησες πολύ καλά; — Βέβαια. — Επανάλαβε ό,τι σοι είπε, διά να ίδω αν ενόησες.

Και αν παραδεχθώμεν αυτό, άραγε είναι πάλιν ευτυχής, όταν αποθάνη; Ή μήπως αυτό βεβαίως είναι εντελώς παράλογον, και μάλιστα δι' ημάς, οι οποίοι ορίζομεν την ευτυχίαν ως ενέργειαν; αν δε πάλιν δεν θεωρούμεν τον αποθαμένον ως ευτυχή, και ούτε ο Σόλων αυτό θέλει να είπη, παρά μόνον ότι τότε ημπορεί κανείς να μακαρίση ασφαλώς ένα άνθρωπον, διότι πλέον είναι έξω από την δυστυχίαν, επιδέχεται μεν βεβαίως και τούτο κάποιαν αμφισβήτησιν.

Ο βεζύρης της απεκρίθη θυμωμένος· εσύ γυρεύεις μοναχή σου τον θάνατόν σου, αντί να κάμης καλόν των άλλων, θέλεις πέσει εσύ εις την δυστυχίαν εκείνων, καθώς συνέβη εις τον γάιδαρον, που έστεκε καλά, αλλά δεν ήξευρε να φυλάξη την ευτυχίαν του, έως που ύστερα εμετανόησε. Λέγει η Χαλιμά· τι δυστυχίαν έλαβεν ο γάιδαρος; Της απεκρίθη ο βεζύρης· άκουσε και θέλεις μάθει.

Όταν ήμουν νεωτέρα, είπε, τίποτε άλλο δεν αγαπούσα πολύ, όσον τα μυθιστορήματα. Ο Θεός το ξεύρει πόσον ευχαριστούμην οσάκις ηδυνάμην να κάθωμαι την Κυριακήν σε μια γωνία και με όλην μου την καρδίαν να συμμερίζωμαι την ευτυχίαν και δυστυχίαν μιας Miss Jenny. Και δεν αρνούμαι ότι το είδος αυτό των βιβλίων έχει ακόμη δι εμέ μερικά θέλγητρα.

Κατωτέρω ο ίδιος αρθρογράφος βεβαιώνει ότι αι νεώτεραι κοινωνίαι έστρεψαν τα νώτα μετά βδελυγμίας εις πάσαν αντιχριστιανικήν ιδέαν. Άμποτε να ήτο τούτο αλήθεια, αλλά κατά δυστυχίαν αι νεώτεραι κοινωνίαι εξαντλούν δεκαεπτά εκδόσεις του Ρενάν . . .

Και ο Μανώλης εγέλα με την ανοησίαν ή την δυστυχίαν του ζωοκλέπτου. «Όχι, μωρέ κουζουλέτου εφώναζε. — Όχι μωρέ κουζουλέ, εφώναζε και ο πάντοτε αδιόρθωτος Θοδωρής. Και ούτω δεν ησθάνετό ποτε μόνωσιν ο Μανώλης και ήτο πάντοτε ευχαριστημένος με την ζωήν του. Αλλ' έπειτα συνέβη μία μεταβολή. Πρώτον ο Μανώλης εμεγάλωσεν.