United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Υπήρξε κάποιος όχι προ πολλού καιρού εις την Ασίαν, πλούσιος άνθρωπος, ο οποίος έπαθε το δυστύχημα να του αποκοπούν και οι δύο πόδες διότι επάγωσαν, υποθέτω, όταν ποτέ του συνέβη να οδοιπορήση εις τα χιόνια. Αυτός λοιπόν, αφού του συνέβη το δυστύχημα τούτο, διά να διορθώση κάπως την δυστυχίαν του, κατεσκεύασε ξυλίνους πόδας και με αυτούς εβάδιζεν, υποστηριζόμενος συγχρόνως υπό των δούλων του.

Η δε Χειλωνίς τόσον ηγάπα τον γέροντα πατέρα της, και τόσον συνεκινήθη υπό της δυστυχίας αυτού, ώστε απεφάσισεν αμέσως να εγκαταλείψη και τον βασιλέα σύζυγόν της, και όλας τας βασιλικάς τιμάς, πενθηφορούσα δε και με λυμένην κόμην να τρέξη εις τον ναόν, διά να συνικετεύση μετά του πατρός της και παρηγορήση αυτόν εις την δυστυχίαν και απομόνωσίν του.

Και τότε εν τούτοις, ενώ ήμην βυθισμένος εις την αμέτρητον δυστυχίαν μου, ενόησα την ελαφράν προσέγγισιν του χερουβείμ της ελπίδος : ενθυμήθηκα όλα τα τόσον έξυπνα μέτρα μου. Επέστρεψα και έκαμα σπασμωδικάς προσπαθείας διά ν' ανοίξω το κάλυμμα. Ούτε καν το έσπασα. Επασπάτευα με τη χούφτα μου να εύρω το σχοινί της καμπάνας: δεν το ευρήκα πουθενά.

Όταν εγώ τον εφόνευα και του κατέφερα πολλά τραύματα εις τα φαινόμενα μέρη του σώματος, ώστε να προξενήση μεγαλειτέραν λύπην εις τον πατέρα του και εις το πρώτον βλέμμα να του σπαράξη την ψυχήν, ο νέος ανεφώνησε γοερώς επικαλούμενος τον πατέρα του, όχι βέβαια ως βοηθόν και σύμμαχον, διότι εγνώριζεν ότι ήτο γέρων και αδύνατος, αλλά διά να ίδη την δυστυχίαν του.

Χάριν όμως της αρετής και του ατόμου των δεν είναι δυνατόν να είναι κανείς φίλος προς πολλούς, είναι δε αρκετόν να εύρη έστω και ολίγους τοιούτους. &Αν οι φίλοι χρειάζονται μάλλον εις την ευτυχίαν ή εις την δυστυχίαν& ― Αλλ' άραγε εις τας ευτυχίας χρειάζονται περισότερον οι φίλοι, ή εις τας δυστυχίας; Διότι και εις τας δύο περιπτώσεις είναι περιζήτητοι.

Οπόταν δε ευρέθηκα μοναχός, εσταμάτησα διά καμπόσον ακόμη, διά να κλαύσω επάνω εις τον τάφον του Φατζέλ την άκραν δυστυχίαν εκείνου του φιλοσόφου, και κατηγορώντας την αστοχασίαν του, και υπερήφανόν του γνώμην.

Η Κατηγέ εσυνθλίβονταν εις την δυστυχίαν του γέροντος, μην ημπορώντας να κάμη άλλο περισσότερον εις ελάφρωσίν του. Εις αυτό το διάστημα το καράβι εταξίδευε με τα πανιά φουσκωμένα, και εις δέκα πέντε ημέρες έκαμαν περισσότερον από δύο χιλιάδες μίλια.

Αλλά μετά δύο χρόνους οι αδελφές μου πάλιν επρόσπεσαν εις εμένα να τας δεχθώ διότι οι άνδρες των τας κατήντησαν εις άκραν δυστυχίαν.

Εννοεί λοιπόν και σήμερον αυτή η παράδοσις ότι εις όσας πόλεις δεν κυριαρχεί κάποιος θεός, αλλά κάποιος θνητός, εις αυτήν δεν είναι δυνατόν να ξεφύγη την δυστυχίαν ούτε τους κόπους.

Μα τον Δία, φίλε Ξένε, δεν θα ήτο διόλου ευπρεπές, οπουδήποτε συμβή τούτο εις μίαν πόλιν, χωριστά από την δυστυχίαν. Λοιπόν να θέσωμεν αυτόν τον νόμον, δηλαδή έως εις αυτόν τον βαθμόν ότι δεν πρέπει αι γυναίκες να αμελούν τα πολεμικά, αλλά όλοι οι πολίται και αι πολίτιδες να γυμνάζωνται; Εγώ τουλάχιστον συμφωνώ.