Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Κ' εμένα μέσα μου έβρασε κ' εκόχλασε το αίμα κι' από τον πόνο τον πολύ κοκκίνισ' η θωριά μου όπως τα ρόδα γίνονται κόκκιν' απ' τη δροσούλα. Κ' έφυγε, με παράτησε· κ' εμέ ο θυμός με πνίγει πως έτσι μ' επερίπαιξε με τόσες χάρες πούχω.
Ο ουρανός της χάρισε για ενθύμησι 'ςτά μάτια Τη γαλανή την όψι του, τ' αηδόνια τη λαλιά τους, Τα κυπαρίσσια, η λιγαριαίς τώμορφο το κορμί τους, Η βρύσες τη δροσούλα τους, οι ανθοί τα ονείρατά τους.
Της αυγής η ουράνια η δροσούλα Ραίνει τους βράχους, τα κλαριά, τα χόρτα, τα λουλούδια. Ξανθό το γλυκοχάραγμα προβάλλει απ' ταις κορφούλαις, Κι' ανάρηα-ανάρηα αρχίζουνε τ' αστέρια, το φεγγάρι Ο κυνηγός που ροβολά με ταις Νεράιδες πίσω Φτάνουν ως το χωριό σιμά. Προβαίνει η χαραυγούλα, Κ' ήρθεν η ώρα που ξυπνούν και του χωριού τα ορνίθια Και φεύγουν η Καλόγνωμαις.
Η Παναγία την κύτταξε μ' ένα γλυκό χαμόγελο απ' το ψηλό εικονοστάσι, σαν να συμπονούσε τη συφορά της. Μέρα με τη μέρα η Δροσούλα περίμενε τον θάνατο και κάθε βράδυ, κλείνοντας τα μάτια της, είχε την ελπίδα πως δεν θα τα ξανανοίξη πια. Και κάθε πρωί που ο ήλιος την ξυπνούσε, βαρυγκομούσε μέσα της κ' έλεγε: «Αλλοίμονο!
« Συρέτε να ρωτήσητε » Τον Πίνδο με τα χιόνια. » Αν είδεν από μένανε » Αγριώτερο λοντάρι . » Απέθανα· και φύτρωσε «'Στήν Ήπειρο χορτάρι » Όλο δροσούλα και ζωή. » Ήλθαν τα χελιδόνια.» « Ενόσω ζούσα 'πλάκωνε » Την Ήπειρο σκοτάδι, » Τον ουρανό της 'σκέπαζε » Σύγνεφο θολωμένο, » Και το φεγγάρι πρόβαλλε » Τη νύχτα 'ματωμένο, » Χειμώνας μαύρος ήμουνα, » Ήμουνα μαύρο βράδυ.»
Τη λέγανε Δροσιά και Δροσούλα. Σιγά — σιγά τα νιάτα της στραγγίσανε, τα μάτια της βαθούλωσαν απ' τα δάκρυα της κακορροίζικης ζωής, το πετσί της γέμισε ζαρωματιές, τα μαλλιά της ασπροκιτρίνισαν σα λερωμένο μπαμπάκι, σκέβρωσε το κορμί της κ' η δροσιά της σβύστηκε. Και τη λέγανε ακόμα Δροσιά και Δροσούλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν