Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Χωρίς να σε κολακεύω, καλέ Θεόδωρε, συ είσαι λογόφιλος και λαμπρός, διότι με νομίζεις ότι είμαι κανένα σακκί γεμάτο λόγους, και ημπορώ να βγάλω και να ειπώ τόρα πάλιν ότι δεν είναι ορθά αυτά.
Ή λέω τα γκέμια τούπεσαν, ή στρίβοντας την άκρη 465 δεν τούβγε πέρα π' αχαμνά κρατούσε το ζεβγάρι. Χάμου θενάρθε εκεί θαρρώ και θάσπασε τ' αμάξι, κι' έτσι το δρόμο τ' άλογα θα πήραν αγριεμένα. Μα σηκωθείτε ομπρός κι' εσείς να δείτε· τι πιος είναι δεν ξεχωρίζω εγώ καλά. Σα να θαρρώ όμως, πρώτος 470 ζυγώνει του Τυδέα ο γιος, ο θαρρετός Διομήδης.» 472
Και αν μη διέμενε τοιαύτη δύναμις, αλλ' είχεν ιδίαν ωρισμένην μορφήν, έν αποκλειστικόν είδος, δεν θα ηδύνατο να μεταβαίνη εκ μιας εις άλλην ενέργειαν και να δέχηται πάντα τα είδη, διότι το ιδιαίτερον εκείνο είδος του θα ημπόδιζε και θα αντέφραττε τα άλλα ως αλλότρια. Δυνάμει ων ο νους είναι απαθής και αμιγής, διότι πάσχει και μίγνυται μόνον το ον, όπερ είναι τι εν ενεργεία.
Αλλ' η σκαμπαβία σθεναρώς έπλεε, φέρουσα τας τροφάς διά το Μετόχιον, τον οικονόμον πάτερ Γαλακτίωνα, καθήμενον έμφοβον παρά τον φλόκον, με ανεμιζόμενα τα κόκκινα τα γένεια του, και τον κυρ Μέντιον, τον αδάμαστον όνον, ησυχάζοντα εν τη κοιλία του πλοιαρίου, κτυπώντα δε κάποτε τα ώτα του, οσάκις ησθάνετο το χιονόνερον, παγωμένον, προσβάλλον αυτά. — Δεν είδα ησυχώτερον επιβάτην από τον κυρ-Μέντιον.
Ο βαφιάς του εναντιώθη, ότι το γράμμα δεν θέλει το υπογράψει, ανίσως και δεν είναι παρόν εκατόν και ένας μάρτυρες, οι οποίοι να είνε Ιμάμιδες, Μουλάδες, και Χοτζάδες. Εσύ απιστείς πολύ, του λέγει ο Κατής· μα δεν βλάπτει, θέλω να σε ευχαριστήσω, επειδή και δεν θέλω να υστερηθώ την θυγατέρα σου.
Αγανακτεί δε η ανυπομονησία του, ότι δεν την έλαβεν ακόμη. — Είνε κυβέρνησις αυτή; εκφωνεί πολλάκις εν τω καφενείω· και οι φίλοι του απαντώσιν εν χορώ: Βεβαίως δεν είνε κυβέρνησις. Του τρίτου εκείνου, αποσχόλου μόλις νεανίου, είνε έτι πρωιμωτέρα και η ανυπομονησία.
— Κάτι πολλά ρωτάς, κυρά, μας σκότισες· είπε λαβούσα τον λόγον η Δημητρούλα, η κόρη της Γιάνναινας. — Σώπα συ, την επέπληξεν η μάνα της. — Θέλω να τον περιμένω εδώ, ως που νάρθη, είπεν η ξένη. Αι γυναίκες δεν απήντησαν. — Εγώ είμ' εξαδέλφη του, προσέθηκεν η νεωστί ελθούσα. — Δεν μας μέλει πως είσαι ξαδέρφη του, εμορμύρισεν η Δημητρούλα. — Τι είπες, κυρά; — Τίποτε.
Ας επιτρέψη δε και εις τον υιόν του να ομιλήση εξ ίσου ότι δεν είναι άξιος να πάθη τίποτε από αυτά.
Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πώς τούτο, κόρη, θα γενή για τους εχθρούς σου βλάβη; ΚΡΕΟΥΣΑ Ξέρεις τον Ερεχθόνιο, ή δεν τον ξέρεις, γέρο; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Αυτόν που έβγαλεν η γη για πρώτο πρόγονό σας; ΚΡΕΟΥΣΑ 'Σ εκείνον έδωκε η Παλλάς την ώρα που εγεννήθη. . .. ΚΡΕΟΥΣΑ Τούδωκε δυο σταλαγματιές απ της Γοργόνας το αίμα. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ποιά δύναμιν είχεν αυτές για τη ζωή του ανθρώπου;
Διότι χωρίς φίλους, κανείς δεν ημπορεί να ζη, και αν έχη όλα τα άλλα αγαθά. Δηλαδή και οι πλούσιοι και όσοι έχουν αξιώματα και εξουσίας φαίνονται ότι έχουν την περισσοτέραν ανάγκην φίλων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν