United States or French Southern Territories ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το βλέμμα του δε προσηλώθη εις σημείον τι του δαπέδου, εξ ου δεν ηδύνατο να το αποσπάση, ως να ήτο διά μαγγανείας κεκολλημένον εκεί. — Πώς σε λέγουν, φίλε μου; τω είπεν ο αρχηγός. — Νικόλα, απήντησεν ο αγρότης. — Έχεις γυναίκα; — Έχω, αφέντη. — Και παιδιά; — Έχω. — Πόσα; — Τρία, με συμπάθειο. — Και τι τέχνην κάμνεις; — Βοσκός, αφέντη.

Άμα επάτησε τον πόδα μέσα, και άρχισε να φέρεται ως οικοκυρά. Εις το φως του κανδηλίου, του καίοντος εμπρός εις έν παλαιόν εικόνισμα, τρίπτυχον, φέρον τον Χριστόν εν τω μέσω, και διαφόρους αγίους εις τας δύο πτέρυγας, επήγε κατ' ευθείαν εις την εστίαν, σιμά εις την στρωμνήν της λεχούς, επί του δαπέδου, εδοκίμασε την φωτιάν, και είδεν ότι ήτο μισοσβυσμένη.

Και προχωρών κατήλθε διά της κλαβανής εις το κατώγειον οπόθεν ανήρχετο η ευωδία. Η Κρατήρα απέμεινε μ' εσταυρωμένας τας χείρας, ο δε Κομποδήμος βλέπων το ταψίον εψιθύρισε: — Δεν τώπερνα εγώ προτήτερα! Μετ' ολίγον ηκούσθησαν κτύποι πυκνοί από του κατωγείου ως να εκρούετο ραβδίον επί του δαπέδου και συγχρόνως φωναί: — Νά! Νά! Νά! Ο Κομποδήμος κατήλθε τότε παραπατών εις το κατώγειον.

Λάβε τώρα και συ ταύτην ως αντάλλαγμα του κόπου σου, και εύχου, όπως ο σίδηρος ο ιδικός μου, φρουρήση σε ασφαλέστερον, παρ' όσον εφρούρησεν εμέ ο ιδικός σου χρυσός!. . . . . . . . Είχεν ήδη εξημερώση, Και, κλείσας με βαθύν στεναγμόν το αιμόφυρτον στόμα, εκυλίσθη από της κλίνης μου επί του δαπέδου άψυχος ο Πετεινός μου, ο ατυχής, της φαντασίας μου το θύμα.

Διότι ήτο διωγμός εναντίον των εκ μέρους των συγγενών του μακαρίτου, και άλλαι ακόμη σκευωρίαι και ραδιουργίαι. Έστρωσαν σινδόνα και βελέντζαν διά τον Σταμάτην, επί του μικρού σανιδώματος, άνω των τριών ή τεσσάρων βαθμίδων του μικρού πατώματος. Αυταί επλάγιασαν εντεύθεν της θύρας, της μη εχούσης θυρόφυλλα, επί του ιδίου δαπέδου.

Τα μικρά χωρίσματα των λουτρών, τα χωρίς πόρτες μπρος, δείχνανε τα πλακάκια του δαπέδου γεμάτα σαπουνάδες. Ο Ρένας, άρχισε να βγάζει γλήγορα-γλήγορα τα ρούχα του. Η άχνα του νερού τον μεθούσε. Χλιαρό, χαδιάρικο, αισθαντικό το νερό, του ξανάφερνε στο νου τη ζωή των ανθρώπων και της πολιτείας. Στην επαφή του ζεστού νερού γινότανε πάλι ο πολιτισμένος και όπως πρέπει άνθρωπος.

Ο ορίζων είχε συσκοτασθή ήδη πριν ή δύση ο ήλιος, και ουρανός μολύβδινος, στεγνός και αφεγγής, εκρέματο ύπερθεν αγρίως μαινομένου πελάγους, άφωνος επί βρέμοντος, ακίνητος επί συνταραττομένου, ως θόλος σκοτεινού τζαμίου επί δαπέδου ορχουμένων δερβισσών.

Την εσωτερικήν φυσιογνωμίαν του οικήματος συνεπλήρουν η ευρεία εστία με την αψίδα, τας θυρίδας και τα ράφια της διά τα μαγειρικά σκεύη, μικρόν σκευοφυλάκιον και ο σταμνοστάτης, παρά την θύραν εις το βάθος του τοίχου, οπόθεν εξείχον, ως πυροβόλα, τα στόμια των σταμνίων και των λαγηνών, φραγμένα με «σταμναγκάθι». Τα χυνόμενα δε και στάζοντα νερά εκ του σταμνοστάτου είχαν αρχίσει να σχηματίζουν λάκκους υγρούς εις το χώμα του δαπέδου.