United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν τους εύρη κυλιομένους κατά γης και ερωτά πόθεν εισήλθαν εις το σώμα, ο μεν ασθενής σιωπά, αποκρίνεται δε ο δαίμων εις γλώσσαν Ελληνικήν ή βαρβαρικήν, κατά την πατρίδα του δαιμονίζομένου και λέγει πως και πόθεν εισήλθεν εις τον άνθρωπον• εκείνος δε δι' εξορκισμών ή, αν δεν εισακουσθή, δι' απειλών εκδιώκει τον δαίμονα.

Μίαν στιγμήν υπέστην όλην την φρίκην του πνιγμού· έγινα τυφλός, κουφός, ανόητος· και μοι εφάνη ότι ένας δαίμων αόρατος μου έδινεν από πίσω μια γερή γροθιά. Το μυστικόν, που τόσον καιρόν ήτο κρυμμένον, εβγήκεν από την ψυχήν μου.

Ναι· ο Δαίμων είχε δίκαιον. Λέγω τότε κατ' εμαυτόν: — Και είνε τάχα μηδέν η Αξία; Το Φάσμα ενόησε την σκέψιν μου και απήντησε: — Βλέπεις εκεί σάκκους ορθίους και υψηλούς, φαινομένους από τόσον μακράν; Πλησίον αυτών και επί του εδάφους ευρίσκονται άλλοι σάκκοι κενοί, και ερριμένοι κάτω. Μόλις τους διακρίνεις εκείνους.

Βάσκανος δαίμων του επανέφερεν εις την απαίσιαν εκείνην ημέραν ίνα του δηλητηριάση τας γλυκείας στιγμάς, ας ήθελε και αυτός διέλθει την παγκόσμιον εκείνην χριστιανικήν παραμονήν, την παραμονήν του Πάσχα. Καλής, αλλά καταστραφείσης οικογενείας υιός, ο Κλέων είχε διέλθει πολύ πικρά παιδικά χρόνια. Ανετράφη εν τη δυστυχία και ταις στερήσεσι.

Εγώ επήρα λύχνον και εισήλθα μόνος και αφού ετοποθέτησα το φως εις το μεγαλείτερον δωμάτιον εκάθησα κατά γης και ήρχισα να διαβάζω ησύχως. Μετ' ολίγον παρουσιάσθη ο δαίμων ο οποίος είχε μαλλιά μεγάλα και άτακτα και ήτο κατάμαυρος. Ενόμιζεν ότι είχε να κάμη με κανένα από τους πολλούς και ήλπιζεν ότι θα με ετρόμαζεν όπως τους άλλους.

Η κοινή γυνή είνε ο μόνος δαίμων αντάρτης, όστις φρουρεί την χρυσήν πύλην του παραδείσου και προστατεύει την ειρήνην και την ευδαιμονίαν του. Ν' απεχθάνεσαι τον φιλάργυρον, όσον και τον βδελυρώτερον των κακούργων· αμφότεροι κάτι θ' αφαιρέσουν από την φύσιν.

Ούτως ησύχασε και ο βασανίζων την ημετέραν ηρωίδα κακότροπος δαίμων, άμα η παρουσία των αντιζήλων της έπαυσεν ν' ακονίζη τους όνυχας και τους οδόντες του. Πριν φθάσωσιν εις το ήμισυ του δρόμου, είχεν ήδη αναλάβει η Ιωάννα την όρεξιν και την ευθυμίαν της, ώστε ολίγον έμενε να πράξη προς εντελή αυτής ίασιν η Αγία.

Και τότε ήρχισε ν' ανοίγη βραδέως, βραδέως τους οφθαλμούς. — Α! Ανεκραύγασα, δεν απατώμαι πλέον! Είναι οι σχιστοί οφθαλμοί, οι μαύροι και παράδοξοι οφθαλμοί του απολεσθέντος έρωτός μου, της λαίδης, &της λαίδης Λιγείας!!& Ο δαίμων της διαφθοράς

Ο Πρωτόγυφτος έφερε την χείρα εις την κεφαλήν, και τα είχε χάσει από πολλού, ώστε ήτο απηλλαγμένος της ανάγκης του να ομιλήση. — Επληροφορήθην την αισχράν διαγωγήν σου, επανέλαβεν ο αρχηγός. Αλλά δεν θα φέρης εις πέρας τον σκοπόν σου. — Ορισμός σας, αφέντη, ετραύλισε τρέμων ο Πρωτόγυφτος. — Ποίος δαίμων σ' ενέπνευσε να πωλήσης την κόρην σου; είπεν αμειλίκτως ο αρχηγός.

Εγώ φρονώ, καλέ Σωκράτη, η καλλίτερα εξήγησις ως προς αυτά είναι, ότι κάποια ανωτέρα δύναμις από την ανθρωπίνην έθεσε τα πρώτα ονόματα εις τα πράγματα, και επομένως κατ' ανάγκην αυτά είναι ορθά. Σωκράτης. Και έπειτα νομίζεις ότι θα τα έθετε με τόσην αντίφασιν προς τον ίδιον εαυτόν του εκείνος ο οποίος τα έθεσε, αν ήτο κανείς &δαίμων& ή θεός; Ή μήπως φρονείς ότι προ ολίγου δεν ελέγαμεν τίποτε;