United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Την Αφροδίτη έπιασες, δυστυχισμένη, πάλι; Λαμπρά θα τα κατάφερνες και στη Βουλή απάνω, το ίδιο αν σου ξέφευγε. Α’ ΓΥΝΗ Μπα, δεν το ξανακάνω, ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Το νου σου, και φορές πολλές μη συνηθίσης να το λες.

Η Γύφτισσα ανήψε φως και είδεν ότι το πράγμα εκείνο ήτο κάνεον πλήρες ασπρορρούχων. Φαίνεται ότι η γυνή εκείνη, ήτις είχεν αρπάσει το κάνεον εκ των χειρών της Αϊμάς, ενόμισε καλόν ν' αποδώση διά νυκτός το αφαιρεθέν πράγμα. Τον δε Μάχτον είχε κατορθώσει ευχερώς η Αϊμά να παροξύνη και να καταπραΰνη, ότε επανήλθον αμφότεροι την εσπέραν εις την καλύβην.

Η δε σεμνή γυνή του χρυσού κάμνει χρήσιν εις τον στολισμόν της μετρίως και κατά το πρέπον• πιστεύω μάλιστα ότι δεν θα ησχύνετο και εντελώς ακόσμητον και γυμνόν να δείξη το κάλλος της.

Ουδεμία γυνή γίνεται ιέρεια θεού ή θεάς, αλλ' οι άνδρες είναι ιερείς πάντων και πασών. Οι υιοί δεν είναι ηναγκασμένοι να θρέφωσι τους γονείς των εάν δεν θέλωσιν· αι θυγατέρες όμως είναι ηναγκασμέναι εις τούτο, έστω και εάν δεν θέλωσι.

Θα σε τοποθετήσω όπισθεν της ανοιγομένης θύρας του δωματίου όπου κοιμώμεθα. Αφού εισέλθω εγώ, θα έλθη και η γυνή μου να κατακλιθή. Πλησίον δε της εισόδου υπάρχει θρονίον επί του οποίου αποθέτει τα ενδύματά της, καθ' όσον εκδύεται· θα δυνηθής λοιπόν να την παρατηρήσης εν ανέσει.

Η Σμάλτω, ενώ ήτο καταπικραμένη διά την ζωήν εις την οποίαν μετέπεσε, προσεποιείτο εν τούτοις την ευτυχισμένην, την γελαστήν, όλη πετώσα, όπως έπρεπε να ήνε γυνή νεόνυμφος, ώστε έκαμνε τους γείτονας να λέγουν περί αυτής, ίνα παραστήσωσι την χαράν της, ότι εγέλων και τα παπούτσια της. Εντός όμως η καρδία της έπαλλε διά την προτέραν ανύπανδρον ζωήν και την επόθει ενθέρμως.

ΓΥΝΗ ΑΟΙΔΟΣ Κυρά, που στους Γολγούς ποθείς και στο Ιδάλιον όρος και στον ψηλό τον Έρυκα να παίζης, Αφροδίτη· πάντοτ' αλαφροπάτητες, σου φέρνουν κάθε χρόνο, μέσ' από τον Αχέροντα, τον Άδωνί σου οι Ώρες· αυτές οι πιο αργοκίνητες από τους αθανάτους, που φέρνουν σ' όλους τους θνητούς κάτι καλό όταν έρθουν.

Και παραδούς τον Δημήτρην εις χείρας της συζύγου του, κατάπληκτον εξ όσων έβλεπε και ήκουεν, ανεχώρησεν ο βλάμης. — Σε καλό σου, Δημήτρη μου, σε καλό σου! έλεγεν η ταλαίπωρος γυνή, σύρουσα ηρέμα τον σύζυγόν της προς την θύραν του οίκου. Τέτοιο πράμμα δεν τώπαθες άλλη φορά . . . Πού σου ήλθε;

Μόνος ο διελθών διά τοιούτου καθαρτηρίου λαμβάνει έπειτα το χάρισμα να εισδύση εις το αγιαστήριον της υπερτάτης ηδυπαθείας. Τας πύλας αυτού δεν δύναται να μας ανοίξη ούτε σεμνή παρθένος, ούτε φιλόστοργος σύζυγος, ούτε υπεραγαπώσα ημάς ερωμένη, αλλά μόνον γυνή φιλάρεσκος, ιδιότροπος και ουχί καθ' ημέραν καλή.

Το καραβάκι το δικό του, ο Γιάννης ο Τζαφέρης, καθώς έλεγε κοινώς, το άραξεν ασφαλώς εις την ξηράν, εν τη πλατεία της Εκκλησίας, διά ν' αντικρύζη με τα πλωτά καράβια των θαλασσινών, των πρώην συναδέλφων του. Η οικιακή άνεσις και γαλήνη του πρώην ναυτικού ήτο σχεδόν εντελής. Η γυνή του, ολιγότεκνος, είχε γεννήσει ένα υιόν, άλλο έν νεκροτόκιον, έν θυγάτριον αποθανόν βρέφος, και πλέον ου.