United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Α, στάσου τώρα μια στιγμή για να ειδοποιήσω και τη γειτόνισσ' από δω, και να της γρατσουνίσω την πόρτα με το νύχι μου, κ' εκείνη να το στρίψη, χωρίς να νοιώση ο άνδρας της τη νύχτα πως θα λείψη. Α' ΓΥΝΗ Να, τώρα βλέπω πούρχεται εδώ κ' η Κλειναρέτη, και η Σωστράτη. . . έρχεται μαζύ κ' η Φιλαινέτη. . .

Η νεαρά γυνή ήτο επί του εξώστου της οικίας, την οποίαν είχεν ενοικιάσει όπως δεχθή αυτήν ο σύζυγός της, πρεσβύτης πεντήκοντα και τριών ετών, οικίας κειμένης παρά τον αιγιαλόν, εντός και εκτός του κύματος, κατά την πλημμύραν την οποίαν θα έφερεν ο νότος ή την άμπωτιν την οποίαν θα επροξένει ο βορράς.

Δηλαδή δεν έχουν την ιδίαν φιλίαν οι γονείς προς τα τέκνα και οι άρχοντες προς τους αρχομένους, αλλ' ούτε ο πατήρ προς τον υιόν και ο υιός προς τον πατέρα, ούτε ο ανήρ προς την γυναίκα και η γυνή προς τον άνδρα. Διότι έκαστος από αυτούς έχει διαφορετικήν αρετήν και έργον, επίσης δε έχει και διαφορετικά ελατήρια της φιλίας. Επομένως διαφέρουν και αι αγάπαι και αι φιλίαι των.

Εκεί, προ των οφθαλμών του, και χωρίς να ζητήση την άδειαν αυτού, όστις ήτο ο άρχων της Συναγωγής, μία γυνή, έν μέλος της Συναγωγής του, είχε την αυθάδειαν να θεραπευθή!

Η γραία εξήλθε τρέχουσα. Η Φραγκογιαννού έμεινε μόνη, με την λεχώ και το βρέφος. Η νεαρά γυνή είχε λαγοκοιμηθή πάλιν, και δεν είχεν αντιληφθή καλώς την απουσίαν της μητρός της. Μετ' ολίγας στιγμάς εξύπνησε και είπε·Πού πάει η μάνα, θα πω;

Η τελευταία εκμυστήρευσις της Λιαλιώς, περί του μνηστήρος του πνιγέντος εν τω Ευξείνω, δεν ίσχυσε να τον καθησυχάση, και ο πειρασμός του ενέπνεε την σκέψιν ότι, μία γυνή ήτις ελησμόνησε τον ατυχή εκείνον διά να νυμφευθή ένα γέροντα, ήτο ικανή να εγκαταλίπη τον γέροντα δι' ένα τρίτον μένοντα εις την πατρίδα της.

Ο Μαθιός, ιδών αυτήν επί του εξώστου, την εκαλησπέρισε, και αφού αντήλλαξαν ολίγας λέξεις, τυχαίως και χωρίς να το σκέπτεται και αυτή, έκαμε την τόσον απροσδόκητον πρότασιν περί θαλασσίου περιπάτου, εξ ης έμελλε να προκύψη το παράδοξον τούτο ταξείδιον. Η νεαρά γυνή εφαίνετο ζώσα ονειρώδη ζωήν, ύπαρξιν ρεμβώδη.

Ο Ιησούς εις το Όρος των Ελαιών. — Η χαμερπής σκληρότης των Φαρισαίων. — Η γυνή συρομένη εις τον Ναόν. — «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίβον βαλέτω». — «Πορεύου, και μηκέτι αμάρτανε». — Η αταραξία του Ιησού προς πάσαν προσβολήν. — «Το φως του Κόσμου». — Συζητήσεις των Ιουδαίων και η λύσσα των.

Την μεταβολήν ταύτην ο Φωκίων την αντελήφθη αμέσως και δεν δυσηρεστήθη· προφανώς εν τη ψυχή της Αρσινόης ετελείτο πάλη. Ήτο πάντοτε η αυτή γαλήνιος και αξιοπρεπής γυνή, αλλά πολύ την δυσηρέστει τώρα η δυσθυμία του Φωκίωνος, όστις εξηκολούθει επιμόνως την αυτήν τακτικήν, προβαίνων μέχρι του μέτρου ν' αποφεύγη όσον ηδύνατο να την βλέπη μόνην . . .

Εις μόνους τους Αυτοκράτορας του Βυζαντίου έτεινον την χείρα αι τότε Αθηναΐδες, και εις τούτους δε πάλιν μόνην την δεξιάν. Ταύτα πάντα καθίστων δεινήν την θέσιν και συγχωρητάς τας τρέλλας του δυστυχούς Φρουμεντίου, εις του οποίου την ακμάζουσαν και σφριγώσαν νεότητα η γυνή ήτο αναγκαία, ως η δρόσος εις τους λειμώνας.