United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο βασιλεύς εμετανόησε που έκαμε τον όρκον επειδή και ήτον πολλά σκληρόν το ζήτημά της· μα στοχαζόμενος που κανείς δεν ήθελε βάλλει την ζωήν του εις ένα τέτοιον κίνδυνον, την εβεβαίωσε πως θέλει την υπακούσει, και εν τω άμα έστειλε διαλαλητάδες διά να κηρύξουν αυτό το πρόσταγμα. Και η βασιλοπούλα βλέποντας ότι έγινε το θέλημά της, εξανάλαβε την υγείαν της εις ολίγον καιρόν.

Μα είναι καιρός τέλος πάντων, ω ωραία Βασιλοπούλα, να σου φανερώσω ποίος είμαι· μη με στοχάζεσαι πλέον διά Δερβύσην και προεστόν του Καισάγια, στοχάσου με διά μυστικόν του βασιλόπουλου της Περσίας και διά Σιρμώγ, που είναι το καθολικόν μου όνομα.

Μα πριν και αυτοί φθάσουν η βασιλοπούλα είδεν ένα όνειρον, διά το οποίον συνέλαβεν ένα μίσος τόσον σκληρόν εναντίον εις την υπανδρείαν και εις τους άνδρας, που δεν ήθελε με κανένα τρόπον να τους ακούση.

Την άλλη άνοιξι η όμορφη βασίλισσα γέννησε μια βασιλοπούλα, που η ομορφιά της δεν είχε μετασταθή στον κόσμο. Σαν εμεγάλωσε η βασιλοπούλα, αγάπησε τωραίο περιβόλι με τα μεγάλα δένδρα, τα ωραία λουλούδια, τις λίμνες, τα ποταμάκια, τα χαριτωμένα πουλιά και τους λευκούς κύκνους.

Η βασιλοπούλα με τες σκλάβες της εκατάλαβαν τα βλέμματά μου και επάσχισαν δίδοντάς μου αιτίες να με κάμουν πλέον τολμηρώτερον.

Η βασιλοπούλα υστερότερα με τες σκλάβες επείραξαν την Καλεκάρην επάνω εις τον θρίαμβον που η νοστιμάδες της έφεραν εις εμένα.

Κ' η μάγισσα η καλόγνωμη γυρίζει και του λέει: — Είνε τα Μήλα τα Χρυσά σε μακρυνό περβόλι, Σε περιβόλι απάτητο, που το φυλάει ο Δράκος. Χιλιάδες βασιλόπουλα, χιλιάδες παλληκάρια Πήγαν να το πατήσουνε κ' εχάσαν την ζωή τους. Αν έχης λιονταριού καρδιά και σιδερένια στήθεια, Σύρε μέσ' στης Πεντάμορφης το μαρμαρένιο κάστρο, Πέραεκείνα τα βουνά που 'γγίζουνε τ' αστέρια.

Ωραιοτάτη βασιλοπούλα, σε παρακαλώ να με συμπαθήσης, αν έμεινα διά καμπόσον εις σιωπήν· ελογίαζα ότι θα είχα ιδή έν από εκείνα τα ουράνια κορίτσια που είνε ετοιμασμένα διά τους πιστούς Μουσουλμάνους εις τον Παράδεισον· δεν ημπόρεσα να θεωρήσω τόσα κάλλη χωρίς μεγάλην μου αντράλωσιν· λάβε την καλωσύνην να ξαναειπής το αίνιγμα που μου επρόβαλες, διατί δεν το ενθυμούμαι πλέον, επειδή και η θεωρία σου με έκαμε να το αλησμονήσω.

Γι' αυτό οι βαρώνοι επίεσαν τον Βασιλέα Μάρκο να πάρη γυναίκα μια βασιλοπούλα, που θα τούδινε νόμιμους κληρονόμους. Αν αρνιότανε, θα πηγαίνανε στους πύργους των, να του στήσουν πόλεμο. Ο Βασιληάς αντιστεκότανε και έκανε όρκους ότι όσο ζούσε ο αγαπημένος του ανηψιός, ποτέ, καμμιά βασιλοπούλα δε θα γινότανε γυναίκα του.

Μα δεν εστάθη τρόπος που να κλείσω μάτι, στοχαζόμενος ακαταπαύστως εκείνο που εδιηγήθη ο χωριάτης διά την βασιλοπούλαν· επειδή και αυτή η βασιλοπούλα της Γάζνας, έλεγα με τον εαυτόν μου, μέλλει να έχη τέτοιον ριζικόν, είνε μία αστοχασία του Βαχμάν πατρός της να την φυλάγη τοιούτης λογής, διατί εκείνα που είνε γραμμένα εις τον ουρανόν, είνε αδύνατον τινάς να τα αποφύγη.