Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Οι Αργείοι θα αποδώσουν εις τους Ορχομενίους τα τέκνα των, εις τους Μαιναλίους τους άνδρας τους οποίους είχαν συλλάβη αιχμαλώτους και εις τους Λακεδαιμονίους τους άνδρας τους οποίους είχαν συλλάβη εις την Μαντίνειαν, θα εξέλθουν εκ της Επιδαύρου και θα κατεδαφίσουν το τείχος το οποίον είχαν εγείρη.

Μετά τούτο δε εστράτευσαν και οι Αργείοι κατά της Φλειασίας διά τον λόγον ότι εκεί εγίνοντο δεκτοί οι φυγάδες του Άργους, και λεηλατήσαντες την χώραν επέστρεψαν· τωόντι εκεί είχαν εύρει άσυλον οι πλείστοι των εξορίστων.

Οι Επιδαύριοι προσεκάλεσαν τους συμμάχους· αλλ' οι μεν εξ αυτών επροφασίσθησαν τας πανηγύρεις του μηνός, οι δε προχωρήσαντες μέχρι των ορίων της Επιδαυρίας έμεναν ήσυχοι. Ενώ οι Αργείοι ήσαν εις την Επίδαυρον, συνήλθαν εις την Μαντίνειαν πρεσβείαι από των πόλεων κατά πρόσκλησιν των Αθηναίων.

τα πλοί' από τον πόλεμο σ' εφέραμε, 'ς την κλίνη σ' εθέσαμε, και με χλιό νερό τ' ωραίο σώμα καθάραμε και μ' αλοιφή· και δάκρυα θερμά χύναν 45 ολόγυρά σου οι Δαναοί κ' εκόψαν τα μαλλιά των. και ως τό 'μαθε η μητέρα σου, με ταις θαλάσσιαις κόραις ήλθεν από το πέλαγος, και ανάκουστη εσηκώθη βοήτον πόντο, κ' έφριξαν των Αχαιών τα πλήθη. και θα ωρμούσαν ν' αναιβούντα βαθουλά καράβια, 50 αλλ' άνδρας τους εκράτησε, πολλών και αρχαίων γνώστης, ο Νέστορας, οπ' αρεστήν έδιδε εις όλα γνώμη. εκείνος τους αγόρευσε καλόγνωμα και είπε : —Αργείοι, Αχαιόπαιδα, μη φεύγετε, σταθήτε· από το πέλαγος εδώ με ταις θαλάσσιαις κόραις 55 έρχεται η μάννα, το νεκρό παιδί της ν' αγκαλιάση.— κ' οι μεγαλόψυχοι Αχαιοί τον άκουσαν κ' εμείναν. γύρω σου η κόραις στήθηκαν του γέρου της θαλάσσης, εμοιρολόγαν, και άφθαρτα φορέματα σ' ενδύσαν. καλόφωνα, με την σειράν, η εννέα Μούσαις όλαις 60 θρηνολογούσαν και άδακρυ δεν ήταν μάτι Αργείου· τόσο η γλυκόφωνη βαθειά τους είχ' εγγίξ' η Μούσα. κ' ημερονύκτια δεκαεπτά σ' εκλαίαμ' ενωμένοι, αντάμ' οι αθάνατοι θεοί με τους θνητούς ανθρώπους. σε παραδώσαμετο πυρ, μες την δεκάτη ογδόη, 65 και αρνιά παχειά σου σφάξαμε και βώδια στριφοπόδα. καιόσουν συ μες των θεών τα ενδύματα με πλήθος μέλι γλυκό και μ' αλοιφή· και γύρω εις την πυρά σου ήρωες πάμπολλοι Αχαιοίτα όπλα εταραχθήκαν, πεζοί και ιππείς· και αλαλαγμοί σηκώθηκαν και κρότοι· 70 και, αφού του Ηφαίστου σ' έφαγεν η φλόγα, τα λευκά σου κόκκαλα εμείς, το χάραμμα, συνάξαμε, Αχιλλέα, 'ς αλοιφή και άδολο κρασί, μέσατον αμφορέα απ' έδωκε η μητέρα σου, του Διονύσου δώρο, χρυσόν, και φιλοτέχνημα του δοξασμένου Ηφαίστου. 75 κει τα λευκά σου κόκκαλα είν', ένδοξε Αχιλλέα, με του Πατρόκλου ανάμικτα του προαπεθαμένου, και του Αντιλόχου χωριστά, 'που των συντρόφων όλων, αφού 'πεσεν ο Πάτροκλος, εξόχως προτιμούσες. και ολόγυρά τους θαυμαστόν σηκώσαμε και μέγαν 80 τάφον, ο ιερός στρατός των λογχιστών Αργείων, εις άκραν άκρης, 'ς τον πλατύν Ελλήσποντον επάνω, να τον διακρίνουν φανερά μακρόθε απ' τα πελάγη όσοι ζουν σήμερα θνητοί και όσοι κατόπι θα 'λθουν. και των θεών εζήτησεν η μάννα σου βραβεία 85 ωραία και τα πρόβαλετους πρώτους των Αργείων. πολλαίς σου έτυχε τα ιδής ταφαίς ανδρών ηρώων, ως, όταν συμβή θάνατος μεγάλου βασιλέα, οι νέοι ζώνοντ' άρματα, βραβεία να κερδίσουν· αλλ' εκείνα θα θαύμαζες εξόχως τα βραβεία, 90 'που πρόβαλ' η αργυρόποδη η Θέτιςτην ταφή σου· ότι πολύ σ' αγάπησαν οι αθάνατοι, Αχιλλέα· κ' ιδού τώρ', αν και απέθανες, δεν 'χάθη τ' όνομά σου, κ' αιώνια θα δοξάζεσαιτα γένη των ανθρώπων. αλλ' απ' τον πόλεμον εγώ τι κέρδος τώρ' ευρήκα; 95την γη μου φρικτόν όλεθρον μ' είχ' ετοιμάσει ο Δίας απ' της μιαρής συντρόφου μου τα χέρια και του Αιγίσθου».

«Δόστε, Ιθακήσιοι, προσοχήν εις ό,τι θα σας είπω• και των μνηστήρων μάλιστα τούτα εξηγώ και λέγω• γιατίαυτούς μέγα κακό θα πέση• δεν θα μείνη ο Οδυσσηάς πολύν καιρό μακράν των ποθητών του. ήδη κοντά 'ναι και όλεθροόλους αυτούς φυτεύει• 165 και άλλοι εγκάτοικοι πολλοί της φωτεινής Ιθάκης θα πάθουμε• αλλά σύγκαιρα πολύ να βουλευθούμε, πώς να τους εμποδίσουμεν, ή εκείνοι ας παύσουν πρώτοι• ότι καλό παντάπασι γι' αυτούς τούτο δεν είναι. δεν προμαντεύω ανήξερος, αλλά καλά γνωρίζω• 170 και λέγ' ότι τελειωθήκαν εκείνου όσα τότ' είχα του προειπή, 'σαν ώρμησαντο Ίλιον οι Αργείοι, και ανέβη και ο πολύγνωμος μ' εκείνους Οδυσσέας• είπ', αφού πάθη πάμπολλα, και χάση τους συντρόφους, το εικοστόν έτος, άγνωστος εις όλους, θα επανέλθη 175 εις την πατρίδα• και όλ' αυτά ιδού λαμβάνουν τέλος».

Οι μεν Αργείοι λοιπόν εδέχθησαν τοιουτοτρόπως εις την συμμαχίαν των εκείνους εκ των Ελλήνων όσοι ηθέλησαν να συμμετάσχουν αυτής. Οι δε Μαντινείς και οι σύμμαχοι των, φοβούμενοι τους Λακεδαιμονίους, εισήλθαν πρώτοι εις την συμμαχίαν ταύτην.

47. «Οι Αθηναίοι, καθώς και οι Αργείοι, οι Μαντινείς και οι Ηλείοι, δι' εαυτούς και διά τους συμμάχους επί των οποίων άρχουσιν εκάτεροι, έκαμαν σπονδάς δι' εκατόν έτη κατά γην και κατά θάλασσαν χωρίς δόλον και χωρίς καμμίαν ζημίαν εκατέρωθεν.

Οι Αργείοι και οι σύμμαχοι γενικώς επίστευαν ότι η θέσις των δεν ήτο τόσον κακή, ότι η μάχη ήθελεν αποβή υπέρ αυτών και ότι οι Λακεδαιμόνιοι περιεκλείσθησαν εν τω μέσω αυτών και πλησίον της πόλεώς των.

Οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αργείοι θα ανακοινώσουν εις τους συμμάχους των τας συμφωνίας ταύτας διά να τας παραδεχθούν και αυτοί, εάν θέλουν· εάν δε οι σύμμαχοι ούτοι επιθυμήσουν να προστεθή τι, ας στείλουν πρέσβεις εις την Λακεδαίμονα

Κατά τας συνδιαλέξεις αυτών ο Κορίνθιος Ευφαμίδας είπεν ότι τα έργα δεν ήσαν σύμφωνα με τους λόγους· διότι ενώ αυτοί συνήλθαν διά να ενασχοληθούν περί της ειρήνης, οι Επιδαύριοι, οι σύμμαχοι των, και οι Αργείοι ήσαν αντιπαραταγμένοι με τα όπλα εις τας χείρας· ότι έπρεπε πρώτον να διαλύσουν τα δύο στρατόπεδα και κατόπιν να ομιλήσουν περί ειρήνης.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν