Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουλίου 2025


Κάτι αργότερα, στα 546, βλέπουμε νέο κοπάδιΣλαβικό αυτόκαι περνάει τον Ίστρο, ακούγοντας του Τωτίλα τις συβουλές. Είταν όμως τότες στη Θράκη ένας στρατός από Έρουλους που τους φύλαγ' εκεί ο Ιουστινιανός να τους στείλη στην Ιταλία με την άνοιξη. Αυτός λοιπόν ο στρατός τους χτύπησε τους Σλάβους εκείνους και λευτέρωσε τους αμέτρητους αιχμαλώτους τους.

Φέρνουνε τη Ζηνοβία σκλάβα στο στρατόπεδο του Αυρηλιανού. Βλέποντας αυτή ομπροστά της τόσους Ρωμαίους με τις φοβερές τους αρματωσιές, ακούγοντας και τις άγριες φωνές τους, την πιάνει τρόμος και φόβος· λησμονεί όλο της τον Ελληνισμό, και για να γλυτώση την κακορρίζικη ζωή της τα φορτώνει όλα στον ταλαίπωρο το Λογγίνο!

Λοιπόν μια μέρα, στο κυνήγι, καθώς ο Βασιλέας ακούγοντας το θόρυβο των κυνηγών και των λαγωνικών, κρατούσε το άλογο του στη μέση ενός ωργωμένου χωραφιού, πήγαν κοντά του καλπάζοντας και οι τρεις: «Βασιληά, άκουσέ μας. Είχες καταδικάσει τη Βασίλισσα χωρίς δίκη, κ' ήταν άδικο. Σήμερα την αθώωσες πάλι χωρίς δίκη.

Ο Ουαλλός τραγούδησε, έπειτα απάντησε: «Παιδί, πού ξέρεις λοιπόν, εσύ, από την τέχνη των οργάνων; Αν οι έμποροι του Λοοννουά μαθαίνουν επίσης στα παιδιά τους να παίζουν την άρπα, και την σαμβύκη, σήκω, πάρε την άρπα και δείξε την τέχνη σου. Ο Τριστάνος πήρε την άρπα και τραγούδησε τόσο ωραία που οι βαρώνοι συνεκινούντο ακούγοντάς τον.

Λένε, μα το Θεό, πως και το μάλαγμά της μοναχά γιαίνει αρρώστιες και δείχνει θάμματα. — Ο Σουλτάν Μουχαμέτης, ο Ασβιούκ, όπως τον έλεγαν, ξανάρχισε ο Γεροκαλαμένιος, που τον πολεμούσε, ακούγοντας πολλά για το σπαθί του, έστειλε σ' αυτόν άνθρωπό του και του το γύρεψε να το ιδή από περιέργια.

Του Παλατιού απόβλητος του Καίσαρα, σκληρός σε κάθε ηδονή του Κόσμου, μοναχά τη μυστικιά φωνή ακούγοντας που του μιλούσε για τη σωτηρία των ανθρώπων, όσοι κάτω από το βούρδουλα των μοχθηρών βογγούσαν σκλάβοι, προσφέρθηκε θυσία κι' από μυτερών δοράτων το στυφό το μέταλλο τρυπήθη το κορμί του, χωρίς να βγάλη η φωνή του παραπόνου στεναγμό. Δε θέλει σκέψι ούτε δισταγμό η Πίστις.

Και πώς τα χέρια της αδερφής μου κεντούν της χρυσές κλωστές στο άσπρο μεταξωτό. Μα την πίστι, ωραία αδερφή, με το δίκηο σου να σε λένε Ιζόλδη με τ' άσπρα χέρια!». Τότε ο Τριστάνος, ακούγοντας πώς τη λέγανε Ιζόλδη, την εκύτταξε πειο γλυκά, και χαμογελώντας.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμβαλλόμεναι

Άλλοι Ψάχνουν