Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε αυτοί εφώναξαν βλέποντάς με· ιδού, ω αυθέντη, εκείνος ο άνομος κλέπτης, ο οποίος λαμβάνει την τόλμην να παρουσιασθή εις την αυλήν σου· Μεγάλε κριτά, σε παρακαλούμεν να μας διαφεντεύσης. Εγώ τότε επλησίασα εις τον Κατή διά να ειπώ τα δίκαιά μου, μα μην έχοντας δώρα διά να του προσφέρω, δεν ηθέλησεν ούτε να με ακούση· αλλά επρόσταξε, και με εφυλάκωσαν.

Και ηδύνατο μεν ο Σκούντας είτε κατά συγκυρίαν είτε εξ ερεύνης να μάθη πού ευρίσκετο η Αϊμά, όπως το είχε μάθει και ο Μάχτος. Αλλ' η τύχη, η ειρωνεία αύτη του Θεού, η καταγελώσα ασπλάγχνως πάσαν ελπίδα και ματαιούσα πάντα αγώνα, η τύχη, ηθέλησεν ώστε ο Σκούντας να μάθη τούτο παρ' αυτού του Μάχτου.

Στάσου βέβαιος ότι εγώ είμαι εκείνη η ταλαίπωρος Δηλαρά, που σε εδέχθηκα εις το σπήτί μου με τον βασιλέα Μοργάν· και που με τα άπρεπά μου μετωρίσματα, σε έκαμα μισητόν προς τον βασιλέα και που πρέπει να με στοχασθής διά μίαν μεγάλην έχθρισσαν, με το να είμαι εγώ η αιτία της συμφοράς σου. Παύσε, ω κυρά μου, απεκρίθη ο Κουλούφ, παύσε εις το να ονειδίζεσαι. Ο ουρανός έτσι ηθέλησεν.

Σωκράτης Η δε αμάθεια τούτων δεν είναι δειλία; — Μετά μεγάλης δυσκολίας εδώ έκαμε νεύμα, ότι το παραδέχεται. Σωκράτης Η γνώσις λοιπόν των φοβερών και μη φοβερών δεν είναι ανδρεία, η οποία είναι εναντία εις την αμάθειαν τούτων; — Εδώ πλέον δεν ηθέλησεν ούτε διά νεύματος να δείξη ότι το παραδέχεται. Εγώ δε είπον·

Σαν πεταλούδα στη φωτιά, σ' εσένα γύραις φέρω· Και οχ τη φωτιά, που καίγομαι να φύγω δεν ηξέρω. Και μολοπού φλογίζομαι, πετώ ολόγυρά σου, Να ξεμακρύνω δεν μπορώ στιμήν από σιμά σου. Τα μάγια δεν τα πίστευα, και μάγια είσαι ατή σου· Τα μάγια είν' τα θέλγητρα, οπόχει το κορμί σου, Γιατί με χέρι αλάθευτο ηθέλησεν η φύση Της νιότης τ' άνθια ολόβολα προικιό να σου χαρίση.

Ισότης πλήρης και ως νεκρός προς τον νεκρόν ομοιάζει "ημέν κακός ηδέ και εσθλός». Αυτά με στενοχωρούν και λυπούμαι διότι δεν ζω έστω και ως δούλος. ΑΝΤ. Τι να γείνη όμως, Αχιλλεύ; Ούτω ηθέλησεν η Φύσις, ν' αποθνήσκωμεν, ώστε πρέπει να υποφέρωμεν τον νόμον της και να μη λυπούμεθα δια τα αναπόφευκτα.

Ελθών εις Μονεμβασίαν ενεπιστεύθη διά τρίτου πάλιν την κόρην εις τον Πρωτόγυφτον, διότι έτοιμος ων δι' άλλας αποδημίας, δεν ηδύνατο να την έχη αυτός πλησίον του. Ότε μετά τινα έτη επανήλθεν οριστικώς εκ των περιοδειών, ο Πρωτόγυφτος δεν ηθέλησεν οίκοθεν να τον αναγνωρίση ως θετόν πατέρα της νεανίδος, αλλά συνήνεσε μόνον να τω την πωλήση.

Έν ελλείψει τοιούτου τινός ελατηρίου εν τη διαγωγή της Λαίδης Μάκβεθ, απορεί τις, εάν ο Σαικσπείρος ηθέλησεν εν τω προσώπω αυτής να παραστήση γυναίκα αληθή, ή την ενσάρκωσιν του πονηρού, τον Διάβολον αυτόν, όμοιον μεν ηθικώς προς τας δυσειδείς και γενειούχους Μαγίσσας, αλλ' υπό μορφήν ευειδεστέραν.

Προτού την ανοίξη έθεσε την χείρα επί του ώμου μου και ηθέλησεν εκ νέου να με προτρέψη να λησμονήσω τον ταφέντα θησαυρόν και να φύγω εκ Χίου. Αλλ' η δυσκολία ήτο να φθάσω έως εκεί όπου ευρισκόμην ήδη. Πώς ν' αναχωρήσω χωρίς ούτε καν να ίδω τον Πύργον μας; ― Το έβαλες εις τον νουν σου και ετελείωσεν, είπεν ο γέρων δυσανασχετών. Είσαι υιός του πατρός σου! Δεν ήκουε λόγον κ' εκείνος.

Ανέφερα προηγουμένως την μεταξύ του υπερηφάνου Θεοδώρου και του πτωχού Κώστα σκηνήν, καθ' ην, ενώ ο Θεόδωρος ουχί μόνον εξύβρισε βαρβαρικώς τον Κώσταν, αλλά και να τον ξυλοκοπήσει ηθέλησεν, ο Κώστας, άμα ιδών αυτόν πεσόντα και κινδυνεύοντα εντός της λάσπης, αμέσως έτρεξε προς βοήθειάν του, και να τον σώση κατώρθωσεν.