United States or Northern Mariana Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον αγαθόν της άνδρα να τον επιβουλεύεται, κι αντάλλαγμα να είναι ο αδελφός μου!...Ω! εδώτην άμμον θα σας χώσω, ανόσια μηνύματα και φόνου και λαγνείας, ως που να έλθη ο καιρός να σας ιδή εκείνος που την ζωήν του θέλετε! — Καλά που απ' εμένα θα μάθη και τον θάνατον και την αποστολήν σου! Ο ΕΔΓΑΡ σύρει το πτώμα του ΟΣΒΑΛΔΟΥ έξω της σκηνής.

Τέτοιες ευχές και συ να κάνης δίχως θρήνους μηδέ με μάταια κι άγρια φωνητά τρόμου, τι δεν γλυτώνεις πιότερο μ’ αυτά απ’ τη μοίρα. Εγ’ όμως άντρες εξ, εφτά μαζί με μένα, αντίκρυ στους εχθρούς μεγάλους αντιμάχους θα πάω να στήσω στων τειχών τις εφτά πόρτες, πρι να ’ρθουν βιαστικά μηνύματα και λόγοι γοργόσπαρτοι και φωτιά ’νάψη απ’ την ανάγκη.

Κύτταξε το σπαθί του: δεν ξέρεις ότι αυτό το σπαθί, μεγεμένο, έκοψε τα κεφάλια των πειο τολμηρών μαχητών; — τόσα χρόνια τώρα που ο Βασιλιάς της Ιρλανδίας στέλνει το γίγαντα στους υποτελείς τόπους για να πηγαίνη τα μηνύματά του; Κοκόμοιρε το θάνατό σου γυρεύεις;». Ο άλλος συλλογιζότανε: «Σας ανάστησα, αγαπημένα παιδιά και αγαπημένα κορίτσια, για να γίνετε σκλάβοι; Αλλά μήπως ο θάνατός μου θα σας έσωζε τάχα;», Κι' όλοι σιωπούσαν.

«Τηλέμαχε υψηλόλογε, ακράτητε, τι λέγεις! 85 μας εξυβρίζεις, όνειδοςεμάς να ρίξης θέλεις. και δεν σου πταιν των Αχαιών παντάπασ' οι μνηστήρες, αλλ' η γλυκειά μητέρα σου, 'που 'ναι σοφήτους δόλους• ότι τρεις χρόνοι πέρασαν και ο τέταρτος θα κλείση, απ' ότε αυτή των Αχαιών την γνώμην γελοπαίζει. 90όλους ελπίδα, υπόσχεσιν εις τον καθέναν δίδει με τα μηνύματα• και νους καθ' άλλο μελετάει. και τούτο τ' άλλο τέχνασμα σοφίσθη αυτή κ' ευρήκε• πανί μεγάλον έστησετα μέγαρα να υφάνη, λεπτόν, αμέτρητο, κ' ευθύς προς εμάς είπε• ω νέοι 95 μνηστήρες μου, αφού απέθανεν ο θείος Οδυσσέας, τον γάμο μη μου βιάζετε• σταθήτε, ως ν' αποκάμω το ύφασμ' αυτό, τα γνέματα να μη μου παν χαμένα, του Λαέρτ' ήρωα σάβανο, για τον καιρό, 'που η μαύρη μοίρα του τεντοπλάγιαστου θανάτου θα τον πάρη, 100 των Αχαιίδων μη καμμιάτον τόπο μ' ονειδίση, αν κείτεται ασαβάνωτος αυτός 'που πλούσιος ήταν. αυτά 'πε κ' εκατάπεισε την ανδρική ψυχή μας. τότε όλ' ημέρα το πανί το μέγα ύφαιν' εκείνη, και νύκτα το ξεΰφαινετην λάμψιν των λαμπάδων. 105 έτσι με απάτη ξέφυγε τρεις χρόνους, κ' έπειθ' όλους τους Αχαιούς• τον τέταρτον ότ' έφεραν η ώραις, μας τα 'πε μια των γυναικών, οπού τα γνώριζ' όλα, κ' ηύραμε αυτήν 'που τ' εύμορφο ξεΰφαινε πανί της. κ' έτσι τ' αποτελείωσεν, αθέλητ', εξ ανάγκης. 110 και την εξής απάντησι σου δίδουν οι μνηστήρες, συ να την μάθης, και άμα εδώ των Αχαιών τα πλήθη•τα γονικά την μάννα σου προβόδα, και άνδρ' ας πάρη όποιον θέλη ο πατέρας της κ' εκείνη προτιμήση• και αν μελετά τους Αχαιούς πολύ να βασανίση, 115 με τα δώρα 'που επλούτισεν η Αθήνη την ψυχή της, μ' έργα 'που ηξεύρει αξιόλογα, με νου λαμπρό 'που ευρίσκει τεχνάσματ', όσα ουδέ ποτέ των παλαιών καμμία καλοπλοκάμων Αχαιών ακούσθη να γνωρίζη, είτ' η Αλκμήνη, είτ' η Τυρώ, είτε η καλή Μυκήνη,— 120 οπού καμμιά δεν ώμοιασετο νου της Πηνελόπης,— όμως, αν όλα εγνώρισε, τούτο σωστά δεν κρίνει• ότι το βιο, τα πλούτη σου, να τρώγουν δεν θα παύσουν, όσο 'που εκείνη έχει τον νουν αυτόν 'που μες τα στήθη της βάζουν οι αθάνατοι•τον εαυτόν της φήμην 125 μεγάλην παίρνει, αλλ' αφαιρεί πολύν εσένα πλούτον• ουδέ θα πάμε εις τους αγρούς εμείς ή αλλού, πριν κείνη λάβη άνδρ' από τους Αχαιούς, όποιον και αν προτιμήση».

Και τα μηνύματά μας από την Αγγλίαν έρχονται αργά· και πλέον αίσθησιν δεν έχουν τ' αυτιά, 'πού έμελλαν από μας ν' ακούσουν ότι κατά την προσταγήν του σκοτωμένοι έπεσαν ο Ροζενκράς και ο Γυιλδενστέρνης· τώρα ποίος θα μας ευχαριστήση;

Έστελνε γράμματα και μηνύματα στους Αθηναίους γυρεύοντας τη σοφή τους βοήθεια, κ' οι Αθηναίοι πάλι ανοίγανε ναούς, ξανάστηναν γκρεμισμένους βωμούς, και κάμνανε θυσίες και πανηγύρια. Κι όταν καταστάλαξε στη Θράκη, εξόν από το στράτεμά του τον τριγύριζαν κι όλης της Ελλάδας και της Ανατολής οι αρχαιόσοφοι, που καθώς είδαμε τον είχανε στο λαιμό τους παρμένο.

Το καθρεφτάκι της καταγής, και μέσα το πρόσωπό της! Τη χάρη σου νάχουμε, Άγια Μαρίνα μου, ή βουρκόλακας είνε ή θάνατος. — Στάσου, παλιομούλαρο, που να σε κόψη περίδρομος. Στεφ. Κουράγιο. Κεριάκο μου, κ' έχει ο Θεός. Μη χασομερούμε ως τόσο. Πάμε, και στο δρόμο τα λέμε. Ίσως μας λυπηθή ο Μεγαλοδύναμος. Ίσως μας στέλνει αυτά τα μηνύματα να μας φρονιμέψη.

Κάποια βήματα που πλησίαζαν τον έκαναν να σηκώσει τα μάτια. Νόμισε πως τα αναγνώρισε: ήταν τα γρήγορα και ελαφριά βήματα ενός παιδιού, βήματα αγγέλου που τρέχει να αναγγείλει τα χαρμόσυνα μηνύματα, και τα θλιβερά. Ας γίνει το θέλημα του Θεού: εκείνος στέλνει τα καλά και τα κακά μαντάτα.

Ίσως όμως η πρώτη αφορμή που τους σημάδεψε κάπως καθαρά αυτό το φυσικό χωρισμό είταν η τύχη του Χρυσοστόμου, επειδή κι ο ποντίφης ο Ιννοκέντιος συγκάλεσε Σύνοδο στην Ιταλία νακυρώση τον ξεθρονισμό του Ιωάννη, και να ζητήση Σύνοδο γενική στη Θεσσαλονίκη, κι ο Ονώριος, ακούγοντας του ποντίφη τα λόγια, έγραψε του Αρκαδίου κάμποσο θυμωμένα, και τέλος έστειλε τέσσερεις επισκόπους κι άλλους κληρικούς στην Κωσταντινούπολη με μηνύματα και με νέα γράμματα, παρακινώντας τον αδερφό του να ξαναφέρη το Χρυσόστομο πίσω.

Απανωτά τα λάβαιναν οι Αθηναίοι τα ροδινά του μηνύματα και ταξίματα. Ως και δημοκρατία απόλυτη τους έταζε, ας μένανε μονάχα φίλοι του Μιθριδάτη. Τάχαφταν όλα αυτά οι Αθηναίοι, και πανηγύριζαν από τότες το τέλος της Ρώμης. Όταν ο Αρχέλαος, ο στρατηγός του τυράννου, ξεκινούσε κατά τον Πειραιά με τις μυριάδες του, σαν είδος προάγγελος παρουσιάστηκε στην Αθήνα ο Αριστίωνας με δορυφόρους δυο χιλιάδες.