United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άμα δε τη ημέρα καταβάντες οι Αθηναίοι πανδημεί εις τον Πειραιά έσυραν εις την θάλασσαν πλοία τινα και εισελθόντες μετά σπουδής και πολλού θορύβου εις αυτά έπλεον προς την Σαλαμίνα αφήσαντες το πεζικόν να φυλάττη τον Πειραιά.

Ο αυτός Θουκυδίδης ο Αθηναίος έγραψε και τα συμβάντα ταύτα κατά την τάξιν που καθέν συνέβη, κατά θέρη και κατά χειμώνας, μέχρις ου και την ηγεμονίαν των Αθηναίων κατέλυσαν οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι, και τα μακρά τείχη και τον Πειραιά κατέλαβον. Μέχρι δε της εποχής ταύτης ο πόλεμος διήρκεσεν εικοσιεπτά όλα έτη.

Πήγε να πλαγιάση, μα το κεφάλι της την πονούσε, τα μηνίγγια της χτυπούσαν. Δεν την εύρισκε ύπνος... Ο Παπα-Παρθένης ταξιδεύει. Η καπετάνισσα τον καρτερεί. Πέρασε ένας μήνας, δυο μήνες. Χρόνια της είχαν φανή της παπαδιάς. — Καιρός είνε, που θα καλοδεχτούμε τον παπά, ζύγωσαν οι μέρες, έλεγαν οι γειτόνισσες που ερχόντανε και τη συντρόφευαν. Σε λίγες μέρες ήρθε κάποιο γράμμα απ' τον Πειραιά.

Μετέβην επομένως εις τον Πειραιά διά να παρακαθήσω εις την εστίασιν μετά των άλλων εξ υμών τους οποίους ο Μνησίθεος εκάλεσεν εις την θυσίαν• έπειτα μετά τας σπονδάς σεις μεν ανεχωρήσατε προς διαφόρους διευθύνσεις, εγώ δεδιότι ήτον ενωρίς ακόμηανέβηκα εις τας Αθήνας, διά να περιπατήσω κατά το δειλινόν εις τον Κεραμεικόν.

Και παραλαβών ένα των στρατηγών, ο οποίος ήτο και ομόφρων επροχώρει προς τον Πειραιά, προέδραμε δε και ο Αρίσταρχος μετά τίνων ιππέων νεανίσκων. Ο θόρυβος ήτο πολύς και τρομερός, διότι οι μεν εν τω άστει ενόμιζαν ήδη τον Πειραιά καταληφθέντα και τον συλληφθέντα φονευόμενον, οι δε εν τω Πειραιεί ενόμιζαν ότι μετ' ολίγον έμελλαν να επιπέσουν κατ' αυτών οι εκ του άστεως.

Ούτως η Θωμαή δεν ήτο ανάγκη πλέον να καταβαίνη καθ' εκάστην εις Πειραιά, φιλοξενουμένη πλέον εν Αθήναις παρά τη θεία της, εν καλή συντροφία, δαπανώσα μετά φειδούς και εκ των ολίγων χρημάτων της, τα οποία επορίσθη, κατά την αναχώρησίν της, πωλήσασα μίαν νυμφικήν της εσθήτα.

Όχι! ανεπήδα πολλάκις την νύκτα, εξυπνώσα την μητέρα της από χαράν. Όχι, δεν έπαθε κακόν ο Λαλεμήτρος. Το κακόν ακούεται αμέσως. Δεν έπαθε κακόν. Με αυτά τα όνειρα, η Θωμαή απεφάσισε να ταξειδεύση εις Πειραιά: — Να ησυχάσω, μάννα μου! Δεν μπορώ πλεια να περιμένω. Δεν υπάρχει μεγαλείτερο βάσανο από το να περιμένη κανένας. Σαν πάρω την απόφασιν, θα ησυχάσω. Ο χειμών ήδη παρήλθεν.

Και άλλοτε πάλιν τους έκαμνε τον καπετάν- Σαράντον, τον φιλάργυρον εκείνον πλοίαρχον, πώς εσύναζε, σπειρί- σπειρί τον σίτον από την κουβέρταν του πλοίου του, όταν εξεφόρτων εν εις τον Πειραιά, διώκων τας όρνιθας του πλοίου, ξου-ξου, μη τα φάγωσι, να τα φάγη εκείνος τα σκύβαλα. Αλλ' ήτο και περίφημος μάγειρος ο Μέλτος ο Μισακός, επιτυγχάνων εξόχως εις το αλίπαστον.

Αλλά τούτο διεψεύσθη αμέσως κατόπιν. Άλλη φήμη διέδιδεν ότι πλέων εις Πειραιά, έπεσεν εις την θάλασσαν από το ατμόπλοιον την νύκτα και επνίγη. Αλλά και τούτο διεψεύσθη από το πρακτορείον. Έγραψεν εις Πειραιά, αλλ' ουδείς τον είδεν εκεί. Έγραψεν εις όλας τας μεγάλας πόλεις της Ανατολής, όπου συνήθως μετέβαινον προς εργασίαν πατριώται, αλλ' ουδαμού ο Λαλεμήτρος εφάνη.

Είνε δύο χρόνια που πέθανε ο μακαρίτης ο πατέρας σου και ξέρεις πώς επεράσαμε αυτό το διάστημα. Όταν εκείνος εζούσε, τα είχαμεν όλα, διότι ήτο σιδηρουργός και πρώτος τεχνίτης στο Πειραιά. Και τώρα ακούς όλους να λέγουν ότι, αφότου πέθανε ο Φιλίνος, δεν ξανάγεινε άλλος τέτοιος τεχνίτης. Στην αρχή επούλησα τις τσιμπίδες, το αμώνι και το σφυρί κι' επήρα δύο μναις και μ' αυτές εζήσαμε κάμποσον καιρόν.