United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατάλαβε ότι τον έδιωχνε και βγήκε στην αυλή, κοίταξε όμως μήπως μπορούσε να μιλήσει και με την ντόνα Νοέμι. Να την που βγήκε στο μπαλκόνι να μαζέψει την κουβέρτα. Χαμένος κόπος να την παρακαλέσει να κατέβει, έπρεπε ν’ ανέβει εκείνος. «Ντόνα Νοέμι, μου επιτρέπετε μια ερώτηση; Είστε ευχαριστημένη

Έτσι σα βάλτε πια καρδιά στα τάγματά μας όλα, μένουμε οι άλλοι εμείς εδώ και πολεμούμε πάντα, τι πρέπει, κι' έτσι ας είμαστε κατασακατεμένοι· 85 Έχτορα, μόνε σύρε εσύ στη χώρα, και της μάννας πες της σαν πας· τις προεστές ας μάσει κι' ας ανέβει στης Αθηνάς την εκκλησά πας στου καστριού την άκρη, και τ' άγιου χτήριου ανοίγοντας με το κλειδί την πόρτα, όπιο έχει πέπλο πιο όμορφο κι' απ' όλα πιο μεγάλο 90 και που στον πύργο πιο πολύ το λαχταρά η καρδιά της, αφτό στης σεβαστής θεάς τα γόνατα ας το βάλει, και πες να τάξει δώδεκα γελάδες πως θα σφάξει χρονιάρικες απείραγες στην εκκλησά της μέσα, αν την πατρίδα σπλαχνιστεί τα τέρια τα παιδιά μας, 95 μήπως αλάργα απ' το καστρί βαστάξει το Διομήδη, άγριο στρατιώτη, της σφαγής ατρόμητο τεχνίτη, που στην αντριά ξεπέρασε θαρρώ όλους τους Αργίτες.

Και όταν οι καλοσυνείδητες ή όχι εφημερίδες και οι καλόπιστοι ή κακόπιστοι αντιπολιτευόμενοι στη Βουλή σηκωθούν και αρχίσουν να τον χτυπούν αλύπητα, θα ανεβεί στο βήμα ή θα βγει σ' ένα μπαλκόνι ο πρωθυπουργός ― ο πρώτος πολίτης του κράτουςκαι θα μιλήσει στους «άνδρας Αθηναίους» έτσι: «Μήπως παράλαβα την Ελλάδα μεγάλη και σας την παραδίνω μικρή; Μήπως είχε πολλούς κατοίκους, πολλά πλούτη, πολλούς τόπους, και γω σας τα λιγόστεψα όλα αυτά; Η Ελλάδα, κύριοι, από 64,000 τετραγωνικά χιλιόμετρα που ήταν, είναι, τώρα 84,000, και από 2.700,000 κατοίκους που είχε, έχει τώρα 4,000,000.

Με μιαν ένταση υπερβολική όλου του είναι μου κοίταξα όξω στο σκοτάδι κ' είδα τον ίσκιο ενός αμαξιού, που έστεκε στην αυλή. Ο γιατρός είναι κει ακόμα! Έπειτα άκουσα από τη βεράντα τη φωνή της γυναικός μου: «Έρχεται, Δόξα σοι ο Θεός. Νάτος!» Κ' έπειτα από λίγες στιγμές είχα ανεβεί τη σκάλα κ' είμουνα στο σαλόνι.

Κ' εγώ θα ξεχάσω όλη τη χαμένη ζωή που μεσολάβησε. ΜΙΣΤΡΑΣMeglio tardi que mai πάει να πη. Το σχέδιό σου είναι ώμορφο. Ωστόσο εγώ πάω να ιδώ την κόρη σου κ' έφτασα. Με ζητούνε και στο Ένδεκα! Ήρθατε απ' τους πρώτους βλέπω για την απαγγελία. ΦΛΕΡΗΣΔηλαδή είχα ανεβεί για μια άλλη δουλειά και βαρέθηκα να κατεβώ. Πότε αρχίζει η απαγγελία; Μήπως ξέρεις; ΑΝΘΥΠΟΛ. — Μα είνε ώρα υποθέτω.

Είπε, και τότε ο Έχτορας, του γέρου ο γιος Πριάμου, πήρε στο χέρι το ραβδί και τούκανε τον όρκο «Στ' όνομα αμώνω του Διός που μας ακούει και βλέπει, κανείς μας τ' άτια που ζητάς δε θ' ανεβεί, σ' το τάζω, 330 Μον πάντα θάναι στολισμός δικός σου και καμάριΈτσι είπε κι' είπε ψέφτορκα, μα εκείνος πήρε αέρα.

Έπειτα φτάνει γλήγορα στ' αρχοντικό του σπίτι, 370 μα μέσα δεν την πέτυχε την όμορφη Αντρομάχη, μόνε στον πύργο είχε ανεβεί με την αφράτη βάγια και το παιδί, κι' έκλαιγε εκεί με πόνο και βογγούσε. Και σα δε βρήκε πουθενά το λατρεφτό του τέρι, πάει στην μπασά και στέκεται, και κράζει στις γυναίκες 375 «Για ακούστε, σκλάβες, μια στιγμή και πέστε την αλήθια.

Σαν πάρει ο χωριανός τη ράχη του βουνού κι ανέβει στην κορυφή, βλέπει κάτω τις στέγες του χωριού του, και αγναντεύει άλλα χωριά που τα έχει ακουστά, και την πολιτεία εκεί δα πέρα, κοντά στη θάλασσα. Και μικραίνει το χωριό του. Νοιώθει πως δεν είναι μοναχό στον κόσμο, και πως ο τόπος είναι μεγάλος.